Ισχυρές απώλειες κατέγραψαν οι τιμές πετρελαίου την Τετάρτη, με το αμερικανικό αργό να υποχωρεί κάτω από τα 70 δολάρια για πρώτη φορά εδώ και πάνω από ένα χρόνο λόγω των αυξανόμενων ενδείξεων για αδύναμη ζήτηση πετρελαίου και των φόβων ότι τα προβλήματα του τραπεζικού τομέα θα συμπαρασύρουν την παγκόσμια οικονομία.
Ειδικότερα, το αμερικανικό αργό τύπου WTI παράδοσης Απριλίου υποχώρησε κατά 3,72 δολάρια ή 5,2% στα 67,61 δολάρια οτ βαρέλι, κλείνοντας για πρώτη φορά κάτω από τα 70 δολάρια το βαρέλι από τις 20 Δεκεμβρίου του 2021, σύμφωνα με τα στοιχεία του Dow Jones Market data. Το Brent παράδοσης Μαΐου παράλληλα έχασε 3,76 δολάρια ή 4,9% στα 73,69 δολάρια το βαρέλι.
Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) ανέφερε την Τετάρτη ότι το πετρέλαιο συσσωρεύεται στις δεξαμενές αποθήκευσης, καθώς η προσφορά είναι ισχυρή και η ζήτηση παραμένει ήπια. Μετά την "εκτίναξη" των παγκόσμιων αποθεμάτων κατά 52,9 εκατ. βαρέλια τον Ιανουάριο - σε ένα σημάδι ότι η ζήτηση ξεπέρασε την προσφορά κατά σχεδόν δύο εκατ. βαρέλια την ημέρα -, τα πρώτα στατιστικά στοιχεία από τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και την Ευρώπη δείχνουν ότι συνέχισαν να αυξάνονται τον Φεβρουάριο.
"Η αγορά είναι παγιδευμένη στο ρεύμα της προσφοράς που ξεπερνά τη ζήτηση, με τα αποθέματα να αυξάνονται σε επίπεδα που δεν έχουν παρατηρηθεί εδώ και 18 μήνες", αναφέρεται στη μηνιαία έκθεση του ΙΕΑ.
"Η παγκόσμια ζήτηση αναμένεται να αυξηθεί κατά 3,2 εκατ. βαρέλια την ημέρα από το πρώτο τρίμηνο έως το τέταρτο τρίμηνο, αυξάνοντας τη μέση αύξηση για το έτος σε δύο εκατ. βαρέλια", ανέφερε η έκθεση. "Η κάλυψη αυτής της αύξησης θα αποτελούσε πρόκληση, ακόμη και αν η Ρωσία ήταν σε θέση να διατηρήσει την παραγωγή στα προπολεμικά επίπεδα".
Για το σύνολο του έτους, η προσφορά αναμένεται να διαμορφωθεί στα 101,6 εκατ. βαρέλια ημερησίως και η ζήτηση να ανέλθει στο ρεκόρ των 102 εκατ. βαρελιών, ανέφερε η ΙΕΑ.
Η ανησυχία για την προσφορά και τη ζήτηση έρχεται εν μέσω άλλων ενδείξεων οικονομικής αναταραχής. Οι ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές σημείωσαν βαριές απώλειες την Τετάρτη, αφού ένας βασικός επενδυτής της Credit Suisse, η Saudi National Bank, δήλωσε ότι δεν σχεδιάζει να επενδύσει περαιτέρω.
Οι κεντρικές τράπεζες είναι αντιμέτωπες τώρα με την πρόκληση της συγκράτησης του πληθωρισμού, ακόμη και όταν το τραπεζικό σύστημα αγωνίζεται να διαχειριστεί τις ταχείες μεταβολές των επιτοκίων. Με τους δείκτες πληθωρισμού στις ΗΠΑ να παραμένουν σχετικά υψηλοί, είναι πιθανό ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) θα πρέπει να αυξήσει και πάλι τα επιτόκια και να διακινδυνεύσει μεγαλύτερες οικονομικές αναταραχές.