Ενδείξεις ότι η οικονομία επιβραδύνεται στέλνει η παγκόσμια αγορά ντίζελ, σύμφωνα με το πρακτορείο Bloomberg που σημειώνει ότι η ζήτησή του εξασθενεί σε πολλές από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου. Η μειωμένη ζήτηση για ντίζελ θεωρείται πρώιμο σημάδι ασθενέστερης βιομηχανικής δραστηριότητας και μειωμένων καταναλωτικών δαπανών, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε ύφεση.
Οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι εντός του επόμενου έτους υπάρχει πιθανότητα 65% για ύφεση στις ΗΠΑ και 49% πιθανότητα στην Ευρώπη. Στην Κίνα, ο κίνδυνος είναι χαμηλότερος, αλλά η ανάκαμψη της χώρας μετά τους αυστηρούς περιορισμούς για τον περιορισμό του Covid-19 θα συνεχίσει να εξαρτάται από την βελτίωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών.
«Η ζήτηση ντίζελ μπορεί να λειτουργήσει ως δείκτης για την ευρύτερη ανάπτυξη και ένα πρώιμο σημάδι ότι οι δαπάνες από τα νοικοκυριά μειώνονται», ανέφερε στο πρακτορείο ο Ben Ayers, οικονομολόγος στην Nationwide Economics. «Η αναμενόμενη πτώση της ζήτησης ντίζελ συμβαδίζει με τους κινδύνους ύφεσης σε ολόκληρη την οικονομία».
Σύμφωνα με το Bloomberg, που αναλύει τα πρώτα σημάδια, μεγάλο μέρος της μειωμένης ζήτησης για ντίζελ μπορεί να συνδεθεί με τις μεταφορές φορτηγών, που απορροφούν περίπου το 60% του ντίζελ στην Κίνα και περισσότερο από το 70% στις ΗΠΑ. Ο αριθμός των φορτηγών που κυκλοφορούν στους κινεζικούς αυτοκινητόδρομους μειώθηκε κατά 8% την εβδομάδα που ολοκληρώθηκε στις 9 Απριλίου, σύμφωνα με στοιχεία από το υπουργείο Μεταφορών της χώρας. Τα εμπορικά αποθέματα ντίζελ σε εθνικό επίπεδο, εξαιρουμένων των κρατικών διυλιστηρίων, έφθασαν σε υψηλό οκτώ μηνών στις αρχές Απριλίου, σύμφωνα με στοιχεία της OilChem.
Επίσης, στην Ευρώπη, το premium του ντίζελ στα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης αργού πετρελαίου υποχώρησε πρόσφατα στο χαμηλότερο επίπεδο που έχει να πέσει εδώ και πάνω από ένα χρόνο.
Επιβράδυνση δείχνουν όμως και τα στοιχεία από τις ΗΠΑ, όπου η ζήτηση οδηγείται σε συρρίκνωση 2% το 2023, σύμφωνα με την S&P Global. Αν εξαιρέσουμε το 2020 με τα lockdowns που επιβλήθηκαν λόγω της πανδημίας, αυτή η πτώση θα είναι η μεγαλύτερη στην Αμερική από το 2016.
«Υποθέτουμε ότι το οικονομικό κλίμα θα είναι από τα χειρότερα που έχουμε δει στο πρόσφατο παρελθόν, με εξαίρεση την χρηματοπιστωτική κρίση της περιόδου 2008-2009 και της πανδημίας», σχολίασε ο Debnil Chowdhury, επικεφαλής της S&P για τα καύσιμα στην Αμερική.