Η μεγαλύτερη κρίση ρευστότητας από την εποχή της κατάρρευσης της Lehman Brothers το 2008 θα μπορούσε να αποτελέσει το σημαντικότερο εμπόδιο για την αγορά αυτό το καλοκαίρι, εκτιμά ο στρατηγικός αναλυτής της JP Morgan, Μάρκο Κολάνοβιτς και προειδοποιεί τους επενδυτές πως πολλοί παράγοντες θα μπορούσαν να προκαλέσουν μείωση ρευστότητας άνω του 1 τρισ. δολαρίων και να εντείνουν τις ανησυχίες δημιουργίας ύφεσης.
«Η διευρυμένη ρευστότητα στις ΗΠΑ θα καταγράψει μείωση κατά $1,1 τρισεκατομμύρια από τώρα μέχρι τα τέλη του έτους, αυξάνοντας το φετινό σύνολο της μείωσης αυτής στα $1,7 τρισ. Σε ό,τι αφορά το ετήσιο επίπεδο, η μείωση αυτή πρόκειται για τη χειρότερη συρρίκνωση της ρευστότητας από την κρίση της κατάρρευσης της Lehman Brothers», αναφέρει ο Κολάνοβιτς.
Οι παράγοντες οι οποίοι οδηγούν στη μείωση της ρευστότητας αυτή συμπεριλαμβάνουν τον εξορθολογισμό του ισολογισμού της Fed κατά 100 δισ. δολαρίων μηνιαίως, την ενίσχυση των λογαριασμών του αμερικανικού ΥΠΟΙΚ μέσω της έκδοσης νέων κρατικών ομολόγων αυτό το καλοκαίρι δεδομένης και της συμφωνίας για το ανώτατο όριο χρέους των ΗΠΑ, αλλά και τη συνεχιζόμενη μεταβολή της ρευστότητας από τις καταθέσεις στις αμερικανικές τράπεζες προς τα funds των χρηματαγορών.
Η απότομη μείωση της ρευστότητας στις ΗΠΑ είναι σχεδόν απίθανο πως θα αντισταθμιστεί από την γενικότερη πορεία των μακροοικονομικών δεδομένων του υπόλοιπου πλανήτη. Ο Κολάνοβιτς υπογράμμισε πως η ρευστότητα του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος έχει μειωθεί κατά 1 τρισ. ευρώ από τον Νοέμβριο του 2022, ενώ αναμένεται ωρίμανση χρέους ύψους 477 δισ. ευρώ μέχρι τα τέλη Ιουνίου, κάτι το οποίο θα επιδεινώσει τις συνθήκες ρευστότητας.
Παράλληλα, ο Κολάνοβιτς επισημαίνει πως το πρόσφατο αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον στις μετοχές τεχνολογίας λόγω της τεχνητής νοημοσύνης έχει χαρακτηριστικά φούσκας. Ο αναλυτής επεσήμανε πως, σε συνδυασμό με τη μείωση της ρευστότητας, οι μετοχές έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα μείωσης σε σχέση με τις πιθανότητες περαιτέρω αύξησης.
«Η γενική ελπίδα πως τα χειρότερα πέρασαν είναι πιθανό πως θα αποδειχθεί φρούδα αφού η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής λειτουργεί και επηρεάζει τις αγορές με χρονοκαθυστέρηση, ενώ ορισμένοι υποστηρικτικοί πυλώνες της οικονομίας όπως οι αυξημένες αποταμιεύσεις και τα θετικά εταιρικά κέρδη, περιορίζονται. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, οι μετοχές θα καταγράψουν μείωση δεδομένης της γενικότερης μακροοικονομικής κατάστασης το β’ εξάμηνο του έτους»,υπογραμμίζει ο Κολάνοβιτς, σύμφωνα με το Business Insider.
«Αυτή η σημαντική μείωση των αποταμιεύσεων δε σημαίνει μόνο τη μείωση των διαθέσιμων χρημάτων για επενδύσεις αλλά θα αυξήσει και τις πιέσεις στο αμερικανικό τραπεζικό σύστημα εάν οι εκροές αυτές πλήξουν συγκεκριμένες, ευάλωτες, τοπικές τράπεζες. Πρόκειται για άλλον ένα λόγο για τον οποίο έχουμε συντηρητική προσέγγιση», σημείωνει ο στρατηγικός αναλυτής.