Τον κίνδυνο διευρυμένων υποβαθμίσεων της αξιολόγησης δεκάδων αμερικανικών τραπεζών, μεταξύ των οποίων ακόμα και της JPMorgan Chase, επισημαίνει αναλυτής της Fitch Ratings, σε συνέντευξη στο CNBC.
Ο οίκος είχε υποβαθμίσει την αξιολόγησή του για την υγεία του κλάδου τον Ιούνιο, μια κίνηση που ο αναλυτής της Fitch Chris Wolfe εκτιμά ότι πέρασε σε μεγάλο βαθμό απαρατήρητη επειδή δεν πυροδότησε και υποβαθμίσεις τραπεζών.
Όπως δήλωσε όμως ο Wolfe, ακόμα μία υποβάθμιση της βαθμολογίας του κλάδου κατά μία βαθμίδα, σε A+ από AA-, θα ανάγκαζε τη Fitch να επανεξετάσει τις αξιολογήσεις για καθεμία από τις περισσότερες από 70 τράπεζες των ΗΠΑ που καλύπτει.
"Εάν πάμε στο Α+, τότε αυτό θα άλλαζε κατηγορία σε όλα τα οικονομικά μας κριτήρια και πιθανότατα θα μεταφραζόταν σε αρνητικές ενέργειες αξιολόγησης", είπε.
Υπενθυμίζεται ότι στις αρχές του μήνα η Moody's υποβάθμισε το αξιόχρεο 10 μικρών και μεσαίων αμερικανικών τραπεζών, προειδοποιώντας ότι μπορεί να υπάρξουν υποβαθμίσεις και για μεγαλύτερες τράπεζες.
Από την πλευρά της, η Fitch είχε σοκάρει τις αγορές υποβαθμίζοντας το μακροπρόθεσμο αξιόχρεο των ΗΠΑ, σε μία κίνηση που χλευάστηκε, μεταξύ άλλων, και από τον CEO της JP Morgan Τζέιμι Ντάιμον.
Όπως ανέφερε ο Wolfe, αυτή τη φορά η Fitch σκοπεύει να σηματοδοτήσει στην αγορά ότι οι υποβαθμίσεις των τραπεζών, αν και δεν είναι δεδομένες, αποτελούν έναν κίνδυνο που υφίσταται πράγματι.
Το πρόβλημα που δημιουργείται από μία υποβάθμιση του τραπεζικού κλάδου συνολικά των ΗΠΑ στο Α+ είναι ότι η βαθμολογία αυτή θα ήταν χαμηλότερη από εκείνη που έχουν ορισμένοι κορυφαίοι δανειστές της χώρας.
Σε αυτό το σενάριο, η αξιολόγηση των δύο μεγαλύτερων τραπεζών των ΗΠΑ από άποψη ενεργητικού, των JPMorgan και Bank of America, πιθανότατα θα μειωνόταν επίσης στο Α+ από το AA- σήμερα, καθώς οι τράπεζες δεν μπορούν να αξιολογούνται σε υψηλότερη βαθμίδα από εκείνη του περιβάλλοντος στο οποίο λειτουργούν.
Και όπως επισήμανε ο Wolfe, εάν κορυφαία ιδρύματα όπως η JPMorgan έπεφταν βαθμίδα, τότε η Fitch θα αναγκαζόταν τουλάχιστον να εξετάσει και υποβαθμίσεις σε όλες τις αξιολογήσεις των υπολοίπων.
Κάτι που θα μπορούσε μάλιστα να ωθήσει ορισμένες πιο αδύναμες αμερικανικές τράπεζες κοντά και στην κατάσταση μη επενδυτικής βαθμίδας.
Για παράδειγμα η BankUnited με έδρα στη Φλόριντα βρίσκεται ήδη στα κατώτερα όρια του εύρους που θεωρείται επενδυτική βαθμίδα. Εάν η τράπεζα, της οποίας το outlook αξιολογείται ως αρνητικό, πέσει άλλη μια βαθμίδα θα πλησιάσει επικίνδυνα σε μια αξιολόγηση μη επενδυτικής.
O Wolfe είπε πάντως ότι δεν θέλει να κάνει εικασίες σχετικά με το χρονοδιάγραμμα μίας τέτοιας κίνησης ή για τον αντίκτυπο που θα έχει σε τράπεζες χαμηλότερης αξιολόγησης.
"Θα είχαμε κάποιες αποφάσεις να πάρουμε, τόσο σε απόλυτη όσο και σε σχετική βάση", ανέφερε. "Σε απόλυτη βάση, μπορεί να υπάρχουν κάποιες τράπεζες με αξιολόγηση BBB- για τις οποίες έχουμε προσμετρήσει ήδη πολλά πράγματα και ίσως θα μπορούσαν να διατηρήσουν την αξιολόγησή τους".
Σημειώνεται ότι η JPMorgan αρνήθηκε να σχολιάσει το δημοσίευμα του CNBC, ενώ η Bank of America και η BankUnited δεν ανταποκρίθηκαν άμεσα αιτήματα σχολιασμού.
Όσο για το τι θα μπορούσε να ωθήσει τη Fitch να υποβαθμίσει τον τραπεζικό κλάδο των ΗΠΑ, ο σημαντικότερος παράγοντας είναι η πορεία των επιτοκίων της Federal Reserve.
Ορισμένοι επαγγελματίες της αγοράς εκτιμούν ότι η Fed μπορεί να έχει ήδη ολοκληρώσει την αύξηση των επιτοκίων της και ίσως να τα μειώσει το επόμενο έτος, αλλά αυτό δεν είναι δεδομένο. Υψηλότερα επιτόκια για περισσότερο από το αναμενόμενο θα πίεζαν τα περιθώρια κέρδους του κλάδου.
"Αυτό που δεν γνωρίζουμε είναι το πού θα σταματήσει η Fed. Γιατί αυτό αποτελεί μια πολύ σημαντική παράμετρο στο τι σημαίνει για το τραπεζικό σύστημα", σημείωσε ο Wolfe.
Ένα σχετικό ζήτημα είναι εάν οι αθετήσεις πληρωμών δανείων στον κλάδο αυξηθούν πέρα από αυτό που η Fitch θεωρεί ένα ιστορικά φυσιολογικό επίπεδο ζημιών, πρόσθεσε.
Οι χρεοκοπίες τείνουν να αυξάνονται σε ένα περιβάλλον αυξήσεων των επιτοκίων και η Fitch έχει εκφράσει την ανησυχία της για τον αντίκτυπο των αθετήσεων δανείων σε μικρότερες τράπεζες.
"Δεν φαίνεται να είναι κάτι σοκαριστικό ή ανησυχητικό", επισήμανε. "Αλλά αν το υπερβούμε (τα θεωρούμενα ως φυσιολογικά επίπεδα απωλειών) αυτό είναι που ίσως ανατρέπει την κατάσταση".
Ο αντίκτυπος τέτοιων ευρέων υποβαθμίσεων είναι δύσκολο να προβλεφθεί.
Στον απόηχο των πρόσφατων περικοπών του Moody's, αναλυτές της Morgan Stanley είπαν ότι οι υποβαθμισμένες τράπεζες θα πρέπει να πληρώσουν περισσότερο τους επενδυτές για να αγοράσουν τα ομόλογά τους, γεγονός που συμπιέζει περαιτέρω τα περιθώρια κέρδους. Εξέφρασαν μάλιστα ανησυχίες ότι ορισμένες τράπεζες θα μπορούσαν να αποκλειστούν εντελώς από τις αγορές χρέους. Οι υποβαθμίσεις θα μπορούσαν επίσης να προκαλέσουν ανεπιθύμητες διατάξεις σε συμφωνίες δανεισμού ή άλλες πολύπλοκες συμβάσεις.