Ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS έδωσε σήμερα την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα στα ελληνικά ομόλογα, αναβαθμίζοντας το αξιόχρεό τους στην κατηγορία ΒΒΒ(low) με σταθερές προοπτικές από ΒΒ(high) με σταθερές προοπτικές. Είναι ο πρώτος από τους τέσσερις αναγνωρισμένους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα οίκους, ο οποίος δίνει στην Ελλάδα ξανά την επενδυτική βαθμίδα μετά από 13 χρόνια.
Την επόμενη Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου, αναμένεται η αξιολόγηση της Moody's, που διατηρεί την Ελλάδα τρεις βαθμίδες κάτω από την επενδυτική (Ba3), με θετικές προοπτικές. Στις 20 Οκτωβρίου αναμένεται η αξιολόγηση από τον οίκο Standad & Poor's και ο κύκλος των αξιολογήσεων για φέτος κλείνει με την τρίτη αξιολόγηση της Fitch την 1η Δεκεμβρίου.
«Σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία για την πατρίδα μας, σε μια στιγμή που η σκέψη όλων μας είναι στα θύματα των άνευ προηγουμένου φυσικών καταστροφών και τις οικογένειές τους, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για την Ελλάδα μετά από πολλά χρόνια, είναι μια πολύ σημαντική εξέλιξη για τη χώρα μας», δήλωσε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, μετά την ανακοίνωση του οίκου DBRS Morningstar για την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα.
«Ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar, ένας από τους τέσσερις διεθνείς οίκους που αναγνωρίζονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δίνει στην Ελλάδα τη λεγόμενη επενδυτική βαθμίδα και με αυτόν τον τρόπο την κατατάσσει σε μια διαφορετική πλέον κατηγορία από πλευράς πιστοληπτικής αξιολόγησης. Το άλμα αυτό δεν ήταν εύκολο, αλλά ούτε και τεχνικού χαρακτήρα. Προϋπέθετε αφενός τη συστηματική προσπάθεια που έγινε τα τελευταία τέσσερα χρόνια σε οικονομικό επίπεδο και η οποία είχε επιβραβευτεί μέχρι τώρα με αλλεπάλληλες πιστοληπτικές αναβαθμίσεις. Σημαίνει επίσης περαιτέρω βελτίωση των όρων δανεισμού, περισσότερες επενδύσεις στη χώρα, ανάπτυξη και νέες θέσεις εργασίας.
Η ανακοίνωση του οίκου DBRS είναι αρκετά εύγλωττη για να γίνουν πολλά περαιτέρω σχόλια. Μιλάει τόσο για την επιτυχία της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης σε διαφορετικά επίπεδα (αύξηση των επενδύσεων, των εξαγωγών, μείωση της ανεργίας, μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ), όσο και για τον συνδυασμό της πολιτικής σταθερότητας με την υπεύθυνη οικονομική πολιτική που δημιουργεί ένα κατάλληλο κλίμα για την περαιτέρω ενδυνάμωση και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Δουλειά μας είναι να συνεχίσουμε με σοβαρότητα τις προσπάθειές μας στο επίπεδο της δημοσιονομικής πολιτικής όσο και των διαρθρωτικών αλλαγών, για να πείθουμε τόσο τους οίκους αξιολόγησης, όσο και τις αγορές και τους επενδυτές ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα που αξίζει κανείς να επενδύει και να ανοίγει καινούργιες δουλειές. Το οφείλουμε σε όλους τους Έλληνες πολίτες, το οφείλουμε στην πατρίδα μας», δήλωσε ο κ. Χατζηδάκης.
Η αιτιολόγηση της αναβάθμισης
Η αναβάθμιση αντανακλά την άποψη της DBRS Morningstar ότι, σύμφωνα με το εντυπωσιακό ιστορικό της Ελλάδας, οι ελληνικές αρχές θα παραμείνουν προσηλωμένες στη δημοσιονομική ευθύνη, διασφαλίζοντας ότι ο δείκτης του δημόσιου χρέους θα παραμείνει σε πτωτική τάση.
Τα μέτρα στήριξης που σχετίζονται με την ενέργεια δεν εμπόδισαν το πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο να φτάσει σε πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ το 2022. Αναμένεται πλεόνασμα 1,1% φέτος και 2,1% το 2024.
Από την κορύφωσή του το 2020, ο δείκτης δημόσιου χρέους έχει υποχώρησε κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.), εκ των οποίων οι 23 π.μ. πέρυσι, επωφελούμενοι από τη δημοσιονομική αποκατάσταση και την ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ. Η σημαντική βελτίωση των δημοσιονομικών αποτελεσμάτων και του χρέους ενισχύεται από την ισχυρή δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης στην εφαρμογή ενός συνετού δημοσιονομικού σχεδίου που οδηγεί στην αναβάθμιση της αξιολόγησης.
Σύμφωνα με τον καναδικό οίκο, παρά τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες το 2022, η ελληνική οικονομία έδειξε ανθεκτικότητα, σημειώνοντας ανάπτυξη 5,9% με επίσης συνεχείς βελτιώσεις στην αγορά εργασίας, υποστηριζόμενη από την ισχυρή ιδιωτική κατανάλωση και επενδύσεις και την ανάκαμψη στον τουριστικό τομέα.
Καθώς το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRP ή Ελλάδα 2.0) συνεχίζει να εφαρμόζεται, οι επενδύσεις θα παραμείνουν σημαντική πηγή ανάπτυξης, αν και υπάρχουν εξωτερικοί καθοδικοί κίνδυνοι. Η βελτιωμένη πιστοληπτική ικανότητα αντικατοπτρίζει επίσης την ενίσχυση σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και τους θεσμούς του συστήματος του ευρώ, που προέρχεται από παλαιότερες δημοσιονομικές εξυγιάνσεις και μεταρρυθμίσεις. Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα συνεχίζει να επωφελείται από ισχυρά οφέλη υποστήριξης και χρηματοδότησης σε περιόδους κρίσεων, ιδίως με τα νέα εργαλεία και μέσα του συστήματος ΕΕ/ευρώ που έχουν εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια. Οι βελτιώσεις στα δομικά στοιχεία «Δημοσιονομική Διαχείριση και Πολιτική» και «Χρέος και Ρευστότητα» είναι οι βασικοί λόγοι για την αναβάθμιση της αξιολόγησης.
Η αξιολόγηση BBB (χαμηλή) και η σταθερή τάση της Ελλάδας υποστηρίζονται από τη συμμετοχή της στην ΕΕ και στη ζώνη του ευρώ και από την εφαρμογή προηγούμενων οικονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας. Η χώρα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο στην εκτέλεση του RRP της, το οποίο συνίσταται σε μεταρρυθμίσεις που θα τονώσουν την ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς και τις επενδύσεις, μειώνοντας έτσι το επενδυτικό χάσμα μεταξύ της Ελλάδας και των ομοτίμων της στη ζώνη του ευρώ.
Η DBRS Morningstar πιστεύει ότι οι πόροι της ΕΕ θα συνεχίσουν να παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, υποστηρίζοντας παράλληλα την ανάπτυξη των επενδύσεων με κεφάλαια που διοχετεύονται επίσης μέσω του ενισχυμένου τραπεζικού συστήματος. , τον πολύ υψηλό δείκτη δημόσιου χρέους, το ακόμη σημαντικό επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) και το υψηλό ποσοστό ανεργίας.
Οι αξιολογήσεις θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν εάν συμβεί ένα ή συνδυασμός των παρακάτω:
(1) συνεχιζόμενη εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις, βελτιώνοντας έτσι τις μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές.
(2) διαρκής δέσμευση για δημοσιονομική ευθύνη, που οδηγεί σε διαρκή μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους.
Οι πιθανοί παράγοντες ενεργοποίησης για μια υποβάθμιση περιλαμβάνουν ένα ή συνδυασμό των παρακάτω:
(1) παρατεταμένη αποδυνάμωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας που θέτει τον δείκτη του δημόσιου χρέους σε μια διαρκή ανοδική τάση
(2) αντιστροφή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
(3) ανανεωμένη αστάθεια του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Όπως εκτιμά ο οίκος η νέα κυβέρνηση διασφαλίζει τη συνέχεια της πολιτικής που ενισχύει την εφαρμογή του σχεδίου Ανάκαμψης, το οποίο με τη σειρά του υποστηρίζει την οικονομία .
Μετά από δύο διαδοχικές γενικές εκλογές, τον Ιούνιο του 2023, το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ) εξασφάλισε την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Το εκλογικό αποτέλεσμα φέρνει μια άλλη περίοδο πολιτικής σταθερότητας στην Ελλάδα και εξασφαλίζει τη συνέχεια της πολιτικής
Η DBRS Morningstar θεωρεί ότι η πολιτική ατζέντα της νέας κυβέρνησης ευθυγραμμίζεται σε γενικές γραμμές με τις προσδοκίες. Επιπλέον, η νέα κυβέρνηση αναμένεται να παραμείνει προσηλωμένη στη δημοσιονομική πειθαρχία. Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2023, η κυβέρνηση προβλέπει ότι το χρέος θα μειωθεί στο 162,6% του ΑΕΠ στο τέλος του 2023 και στο 135,2% μέχρι το τέλος του 2026. Η Ελλάδα επίσης αποπληρώνει το χρέος του επίσημου τομέα και αυξάνει το μερίδιό της στο χρέος του ιδιωτικού τομέα. Οι κυβερνητικές προτεραιότητες επικεντρώνονται στην επιτυχή εφαρμογή του οικονομικού προγράμματος Greece 2.0, με αρκετές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις στο δρομολόγιο. Επιπλέον, η νέα κυβέρνηση σχεδιάζει να εκσυγχρονίσει το σύστημα δικαιοσύνης και το σύστημα δημόσιας υγείας, το οποίο μαζί με τις βελτιώσεις στην εκπαίδευση θα συμβάλει στην επίτευξη μακροπρόθεσμων οφελών. Η DBRS Morningstar θεωρεί ότι η βελτίωση του πολιτικού περιβάλλοντος και η δέσμευση της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει τις μακροχρόνιες προκλήσεις της Ελλάδας δικαιολογεί μια θετική ποιοτική προσαρμογή στην αξιολόγηση του δομικού στοιχείου του «Πολιτικού Περιβάλλοντος»
Η ανάπτυξη των επενδύσεων οδηγεί την οικονομική απόδοση φέτος
Αφού γνώρισε ισχυρή ανάκαμψη το 2021, η ελληνική οικονομία συνέχισε σε σταθερή βάση το 2002 με το πραγματικό ΑΕΠ να αυξάνεται κατά 5,9%, ξεπερνώντας τους μέσους όρους της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ. Το 2021, η οικονομία αναπτύχθηκε κατά 8,4%, υποστηριζόμενη από την ισχυρή ανάπτυξη των επενδύσεων και των εξαγωγών, καθώς και από τη συσσωρευμένη ιδιωτική κατανάλωση.
Η οικονομία παρέμεινε ισχυρή το 2022 σημειώνοντας αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ 5,9% λόγω των συνεχιζόμενων βελτιώσεων στην αγορά εργασίας και των μέτρων κρατικής στήριξης.
Φέτος, η ανάπτυξη προβλέπεται να συγκρατηθεί, καθώς τα σταθερά έσοδα από τον τουρισμό και η επιτάχυνση της επενδυτικής δραστηριότητας θα στηρίξουν την οικονομία. Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2023, η κυβέρνηση προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,3% φέτος, κυρίως λόγω των επενδύσεων. Υποστηριζόμενες επίσης από τα Ταμεία Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), οι επενδυτικές δαπάνες αυξάνονται από το 2019, αυξάνοντας το μερίδιο των επενδύσεων στο ΑΕΠ από 10,7% σε 13,7% στο τέλος του 2022. Κατά την άποψη της DBRS Morningstar, η εφαρμογή των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων έχει ενισχύσει την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Η Ελλάδα συνεχίζει να σημειώνει καλή πρόοδο με την εφαρμογή του σχεδίου Ελλάδα 2.0 αξιοποιώντας τόσο τη συνιστώσα επιχορήγησης όσο και τη συνιστώσα δανείου του NGEU. Αυτό συμβάλλει επίσης στην αύξηση του κεφαλαίου, το οποίο το 2022 έγινε θετικό, για πρώτη φορά από το 2009.
Μέχρι στιγμής, η Ελλάδα έχει λάβει 5,75 δισ. ευρώ επιχορηγήσεις και 5,35 δισ. ευρώ για τη συνιστώσα του δανείου. Στα τέλη Αυγούστου, η κυβέρνηση ζήτησε να τροποποιήσει το σχέδιό της και να προσθέσει πρόσθετο κεφάλαιο στο κεφάλαιο REPowerEU.
Το συνολικό κονδύλιο αναμένεται να φτάσει σχεδόν τα 36 δισεκατομμύρια ευρώ για μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, γεγονός που προβλέπεται να συμβάλει στη κάλυψη του επενδυτικού χάσματος μεταξύ της Ελλάδας και των ομοτίμων της στην ΕΕ και στη βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης. Αυτό αποτελεί παράγοντα που συμβάλλει στις πιστωτικές βελτιώσεις κατά την άποψη της DBRS Morningstar.
Η διάθεση κονδυλίων της ΕΕ, εάν συνδυαστεί με την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, θα βελτιώσει τις προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας και θα δικαιολογήσει μια θετική ποιοτική προσαρμογή στην αξιολόγηση του δομικού στοιχείου «Οικονομική Δομή και Απόδοση». Επιπλέον, το αποτέλεσμα του εκλογικού αποτελέσματος του Ιουνίου 2023 θα φέρει άλλα τέσσερα χρόνια πολιτικής σταθερότητας, επιτρέποντας στην κυβέρνηση να προχωρήσει με ταχύτητα με μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις.