Ανατροπές στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης φέρνει το τεράστιο κόστος των θεομηνιών (πρώτα οι πυρκαγιές και στη συνέχεια οι πλημμύρες) που έπληξαν τη χώρα, εξέλιξη η οποία θέτει σε νέες βάσεις τόσο το «καλάθι» των παροχών όσο και την ασκούμενη δημοσιονομική διαχείριση.
Αν και είναι ακόμα πολύ νωρίς τόσο για την επακριβή αποτίμηση του κόστους αποκατάστασης των ζημιών όσο και του ύψους των κονδυλίων που θα έχει στη διάθεσή της η κυβέρνηση από τον προϋπολογισμό και τους ευρωπαϊκούς πόρους, το μόνο βέβαιο είναι ότι θα πρέπει και οι πληγέντες να στηριχθούν και οι δημοσιονομικοί στόχοι να τηρηθούν.
Υπό αυτό το πρίσμα, όλα τα μέτρα (το market pass του τελευταίου διμήνου 2023, η χορήγηση έκτακτου επιδόματος στους συνταξιούχους με προσωπική διαφορά, επίδομα Χριστουγέννων σε οικονομικά ευάλωτες κοινωνικές ομάδες κ.αλ.) τα οποία βρίσκονταν στο ούτως ή άλλως μικρό «καλάθι» της ΔΕΘ επανεξετάζονται.
Πρώτιστο μέλημα της κυβέρνησης, η αύξηση της «χρηματοδοτικής δύναμης» για να υλοποιηθεί το σχέδιο αποκατάστασης των πληγέντων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, είναι θέμα ημερών η κατάθεση νέου (τρίτου κατά σειρά φέτος) συμπληρωματικού προϋπολογισμού με πρόσθετες δαπάνες έως και 700 εκατ. ευρώ για αποζημιώσεις από φυσικές καταστροφές.
Στην παρούσα συγκυρία, θεωρείται σχεδόν δεδομένο ότι θα αντληθούν χρήματα και από το «μαξιλάρι» των περίπου 35 δισ. ευρώ.
Η κυβέρνηση βρίσκεται ήδη σε ανοικτή επικοινωνία με τις Βρυξέλλες, τις οποίες και ενημέρωσε ότι έχει εξαντληθεί σε προηγούμενες ανάγκες το αποθεματικό του προϋπολογισμού και προκειμένου να καλυφθούν οι πρώτες παρεμβάσεις κρατικής αρωγής προς τους πληγέντες το κόστος των συμπληρωματικών κεφαλαίων που φθάνει στο 0,5% του ΑΕΠ θα καλυφθεί από την δεξαμενή με τα ταμειακά διαθέσιμα.
Ωστόσο, το κόστος από τις καταστροφές στην αγροτική παραγωγή, στο ζωικό κεφάλαιο, στον αστικό ιστό (σπίτια, κατοικίες), στις επιχειρήσεις (επαγγελματικοί χώροι) αλλά και στις υποδομές (δρόμοι, δίκτυα, κ.ά) είναι πολύ μεγαλύτερο και εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 2,5 δισ. ευρώ.
Αρμόδιες πηγές εκφράζουν έντονο προβληματισμό και ανησυχία για τη μεγάλη ζημιά που υπέστη η παραγωγή (φυτική και ζωική) στον Θεσσαλικό κάμπο που αποτελεί βασικό κινητήρα της ανάπτυξης καθώς η συμμετοχή στο ΑΕΠ φθάνει στο 5,2% του ΑΕΠ.
Εν όψει και της νέας αξιολόγησης του ελληνικού αξιόχρεου από τον οίκο Moody’s την Παρασκευή, στο οικονομικό επιτελείο προσπαθούν να αποφύγουν κάθε είδους δαπάνη που θα επιβαρύνει το πρωτογενές αποτέλεσμα αναζητώντας πηγές χρηματοδότησης με το μικρότερο δημοσιονομικό αποτύπωμα.
Ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ φέτος θεωρείται αδιαπραγμάτευτος. Το Πρόγραμμα Σταθερότητας προέβλεπε πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ, αλλά με τα σημερινά δεδομένα κρίνεται ανέφικτο.
Πηγή: ertnews.gr