«Η ελληνική οικονομία παραμένει σε τροχιά ικανοποιητικών ρυθμών ανάπτυξης και παρά τις νέες σημαντικές αβεβαιότητες και τους κινδύνους που δημιουργούν τα πρόσφατα γεγονότα δεν θα υπάρξουν, σε βραχυχρόνιο ορίζοντα, σημαντικές αποκλίσεις από τη δυναμική, που αντανακλάται στα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου του έτους».
Αυτό αναφέρει το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών δημοσιοποιώντας τις «προβλέψεις του υποδείγματος παραγόντων για τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας».
Όπως αναφέρει το ΚΕΠΕ: «Στην παρούσα συγκυρία η Ελλάδα έχει έρθει αντιμέτωπη με ακραία φυσικά φαινόμενα, τα οποία λόγω της πρωτοφανούς έκτασής τους θα έχουν και σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις. Ο βαθμός και ο χρονικός ορίζοντας στον οποίο οι καταστροφές, και ιδιαίτερα οι πλημμύρες στη Θεσσαλία, θα επηρεάσουν την εξέλιξη του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας δεν είναι αυτή τη στιγμή δυνατόν να εκτιμηθούν, και η όποια πρόβλεψη σε σχέση με τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για το υπόλοιπο του τρέχοντος έτους μπορεί να βασιστεί μόνον στα οικονομικά δεδομένα που είναι επί του παρόντος διαθέσιμα και αφορούν την περίοδο πριν από την εκδήλωση των καταστροφικών φαινομένων. Με βάση τα δεδομένα αυτά, η επικαιροποιημένη πρόβλεψη του υποδείγματος παραγόντων του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) εκτιμά τον μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής του πραγματικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) της Ελλάδας για το έτος 2023 στο 2,4%, εκτίμηση η οποία συνιστά μία μικρή προς τα πάνω αναθεώρηση της αντίστοιχης προηγούμενης πρόβλεψης του ΚΕΠΕ (2,2%).
Ενώ με βάση τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία που ενσωματώθηκαν στην ανωτέρω πρόβλεψη, δηλαδή τα στοιχεία του δεύτερου τριμήνου του 2023, η ελληνική οικονομία παρέμενε σταθερά σε τροχιά ικανοποιητικών ρυθμών ανάπτυξης και οι εξελίξεις σε βασικά μεγέθη και δείκτες ήταν ως επί το πλείστον θετικές, οι κίνδυνοι που επηρεάζουν τις οικονομικές προοπτικές της χώρας είναι την παρούσα συγκυρία σημαντικοί, όχι μόνον εξαιτίας των πρόσφατων φυσικών καταστροφών, αλλά και λόγω άλλων παραγόντων που σχετίζονται με τις ασθενείς επιδόσεις της ευρωπαϊκής οικονομίας, τη διατήρηση των πληθωριστικών πιέσεων διεθνώς, τις επιπτώσεις του αυξημένων επιτοκίων και την αβεβαιότητα σχετικά με τις εξελίξεις στις αγορές ενέργειας και τροφίμων.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και αρκετοί παράγοντες που μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση των προοπτικών για το ΑΕΠ της Ελλάδας, όπως οι συνεχιζόμενες θετικές εξελίξεις στον τουριστικό τομέα, η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ για την ενδυνάμωση των παραγωγικών επενδύσεων, η ενίσχυση της ανθεκτικότητας της οικονομίας μέσα από την εκπλήρωση των δημοσιονομικών στόχων και η ανάκτηση επενδυτικής βαθμίδας για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα».