Η ισχυρότερη ζήτηση στις υπηρεσίες και η πρόοδος στη μείωση του πληθωρισμού έχουν αυξήσει την πιθανότητα να αποφύγει η παγκόσμια οικονομία την ύφεση, τονίζει η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, προειδοποιώντας παράλληλα ότι παραμένουν πολλά ρίσκα.
Όπως μεταδίδει το Reuters, η Γκεοργκίεβα υπογραμμίζει ότι τα διαδοχικά σοκ από το 2020 και έπειτα έχουν διαγράψει 3,7 δισ. δολάρια από το παγκόσμιο ΑΕΠ, η παγκόσμια ανάπτυξη παραμένει κάτω από τα προ πανδημίας επίπεδα και ότι οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές της ανάπτυξης έχουν αποδυναμωθεί περαιτέρω.
Ο επίμονος πληθωρισμός σημαίνει ότι τα επιτόκια πρέπει να παραμείνουν ψηλά για μεγαλύτερο διάστημα και ο οικονομικός κατακερματισμός απειλεί να επιφέρει μεγαλύτερο πλήγμα στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες, σημειώνει σε κείμενο που προετοίμασε για ομιλία που θα δώσει στο Αμπιτζάν της Ακτής Ελεφαντοστού.
Η Γκεοργκίεβα αναφέρει ότι οι νέες προβλέψεις του ΔΝΤ θα δείξουν μια άνιση και αδύναμη ανάκαμψη, με μεγάλες διαφορές μεταξύ των διάφορων περιοχών στην υφήλιο.
«Η παγκόσμια οικονομία έχει επιδείξει μοναδική ανθεκτικότητα και το πρώτο μισό του 2023 έχει φέρει κάποια καλά νέα, σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας της πιο ισχυρής από την αναμενόμενη ζήτησης για υπηρεσίες και της αισθητής προόδου στη μάχη κατά του πληθωρισμού» υπογραμμίζει. «Αυτό αυξάνει την πιθανότητα ομαλής προσγείωσης στην παγκόσμια οικονομία. Αλλά δεν μπορούμε να επαναπαυτούμε» προσθέτει.
Η Γκεοργκίεβα προειδοποιεί ότι η παγκόσμια ανάπτυξη παραμένει «σχετικά αδύναμη», αρκετά κάτω από το 3,8% πριν την πανδημία και ότι ο πληθωρισμός πιθανότατα θα παραμείνει πάνω από τον στόχο σε κάποιες χώρες ώς το 2025.
«Η μάχη κατά του πληθωρισμού είναι βασική προτεραιότητα» αναφέρει η Γκεοργκίεβα, σημειώνοντας ότι οι υψηλές τιμές υπονομεύουν την καταναλωτική και επενδυτική εμπιστοσύνη και επιφέρουν μεγαλύτερο πλήγμα στα πιο φτωχά στρώματα.
Η ίδια προειδοποιεί ότι μια απότομη αναθέρμανση του πληθωρισμού μπορεί να οδηγήσει σε σύσφιξη των χρηματοδοτικών συνθηκών και ότι τα υψηλότερα επιτόκια έχουν αυξήσει το βάρος του χρέους.