Έπειτα από περισσότερο από μία δεκαετία η Ελλάδα επέστρεψε στην επενδυτική βαθμίδα, επισημαίνει η Morgan Stanley στη νέα έκθεσή της για τις προοπτικές των οικονομιών της Ευρώπης το 2024. Θεωρεί ότι είναι θέμα χρόνου η Ελλάδα να αναβαθμιστεί σε επενδυτική βαθμίδα και από τις Moody’s και Fitch, το αργότερο μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2024. Ένα από τα άμεσα οφέλη είναι η είσοδος της χώρας στους δείκτες ομολόγων, ενώ η επενδυτική βαθμίδα αναμένεται να ωφελήσει την ελληνική οικονομία γενικότερα, μειώνοντας το κόστος δανεισμού και προσελκύοντας περισσότερες επενδύσεις.
Σύμφωνα με την Morgan Stanley η ανάπτυξη στην Ελλάδα θα συνεχιστεί και θα ξεπεράσει τις επιδόσεις της ευρωζώνης, με τη δημοσιονομική εξυγίανση να προχωράει. Ο δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ της χώρας αναμένεται να μειωθεί στο 148% έως το 2025. Η αύξηση των μισθών θα στηρίξει την κατανάλωση και αναμένει ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 2,3% φέτος και 2,4% το 2024. Η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται με ισχυρούς ρυθμούς, συμβάλλοντας σε μεγάλο μέρος της ανάπτυξης του 2023, καθώς και σε περίπου τη μισή από την ανάπτυξη του 2024 και του 2025.
Σύμφωνα με την ανάλυση, τα ελληνικά πραγματικά εισοδήματα θα πρέπει να επωφεληθούν από το συνδυασμό της μείωσης του πληθωρισμού και της αύξησης των μισθών. Μία από τις βασικές προτεραιότητες της Νέας Δημοκρατίας στο προεκλογικό της πρόγραμμα ήταν η αύξηση του κατώτατου μισθού από 780 ευρώ τώρα σε 950 ευρώ έως το 2027.
Μια τέτοια αύξηση θα πρέπει τελικά να οδηγήσει σε υψηλότερους μισθούς και να ωφελήσει τις προοπτικές της ιδιωτικής κατανάλωσης. Αυτό είναι πολύ καλύτερο από την Ευρωζώνη, με την ιδιωτική κατανάλωση να συνεχίζει να αυξάνεται με σταθερό ρυθμό, αποτελώντας ένα μεγάλο μέρος της ανάπτυξης του 2023 και περίπου το ήμισυ του 2024 και του 2025.
Πάντως, όπως σημειώνεται, η αύξηση του κόστους των στεγαστικών δανείων θα μπορούσε να επιβαρύνει τα νοικοκυριά. Τα στεγαστικά δάνεια είναι σε μεγάλο βαθμό κυμαινόμενου επιτοκίου, αλλά τα ελληνικά νοικοκυριά εμφανίζουν χαμηλότερα επίπεδα μόχλευσης σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη -μόνο ένα πολύ μικρό μερίδιο του πληθυσμού έχει στεγαστικό δάνειο. Αυτό αναμένεται να περιορίσει τις επιπτώσεις από την αυστηρότερη νομισματική πολιτική μέσω του καναλιού των στεγαστικών δανείων, τονίζει η Morgan Stanley.
Παράλληλα, η Morgan Stanley εκτιμά ότι οι επενδύσεις θα γίνουν η βασική κινητήριος δύναμη της ανάπτυξης το 2024 και το 2025, χάρη στην αύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων και της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων του Ταμείου Ανάκαμψης. Αυτό αντισταθμίζει σε σημαντικό βαθμό τις επιπτώσεις από τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής και την αύξηση του κόστους δανεισμού. Το σχέδιο ανάκαμψης της Ελλάδας αντιστοιχεί στο 17% του ΑΕΠ, με τη χώρα να έχει εκταμιεύσει 12,8 δισ. ευρώ ήδη και άλλα 23 δισ. ευρώ να αναμένονται έως το τέλος του 2026, προσθέτει η M.S.
Η Morgan Stanley εκτιμά ότι σε μία διετία, δηλαδή το 2025, ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ θα υποχωρήσει κάτω από το 150%. Μάλιστα, η μείωση θα ξεπεράσει τις 20 ποσοστιαίες μονάδες, από το 171,3% που ήταν στα τέλη του 2022. Ειδικότερα, αναμένει πρωτογενές πλεόνασμα 2% ήδη από το 2024, ενώ το χρέος/ΑΕΠ θα παραμείνει σε καθοδική τροχιά, υποχωρώντας στο 148% έως τα τέλη του 2025. Ακόμα και εάν τα επιτόκια παραμείνουν υψηλά, το χρέος αποτελείται κυρίως από δάνεια του επίσημου τομέα σε σταθερά επιτόκια, κάτι που σημαίνει ότι το κόστος δεν είναι ιδιαίτερα "ευαίσθητο" στις αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ.