Βέβαιος ότι η ελληνική οικονομία θα επιτύχει στο τέλος του έτους τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ, δηλώνει ο Κωστής Χατζηδάκης. Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών επισημαίνει - σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ- πως, σε σχέση με τις προηγούμενες εκτιμήσεις, στο τελικό κείμενο του προϋπολογισμού που κατατίθεται την Τρίτη, αλλάζουν σημαντικά προς το θετικότερο αφ' ενός οι επενδύσεις (αναμένεται να αυξηθούν το 2024 με ρυθμό 15,1% έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για αύξηση 12,1%), και αφ' ετέρου η μεγάλη αύξηση των δαπανών για την Υγεία και την Παιδεία, με πόρους που θα προέλθουν από την προσπάθειά μας για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής. Όλα αυτά δείχνουν ότι η κυβέρνηση συνδυάζει στην πράξη την οικονομική και δημοσιονομική σοβαρότητα με την κοινωνική ευαισθησία.
Παρά το γεγονός ότι το 2023 ήταν μία εκλογική χρονιά και ακόμα περισσότερο μία χρονιά με μεγάλες φυσικές καταστροφές και αντίστοιχες υποχρεώσεις του Δημοσίου, ο προϋπολογισμός υπεραποδίδει, διότι υπεραποδίδει η οικονομία! Και η οικονομία υπεραποδίδει διότι τέσσερα χρόνια τώρα εφαρμόζουμε μία σοβαρή οικονομική πολιτική: με μείωση των φόρων και των εισφορών, απλοποίηση των αδειοδοτικών διαδικασιών, προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, προσέλκυση περισσότερων επενδύσεων.
Ερωτηθείς για πιθανές αλλαγές στον νέο τρόπο φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο, μετά τη δημόσια διαβούλευση, για αλλαγές, λέγοντας ότι «όπως συμβαίνει σε κάθε δημόσια διαβούλευση θα εξετάσουμε όλα τα σχόλια ειλικρινά και απροκατάληπτα». Ωστόσο, προσθέτει, ότι «οι όποιες αλλαγές θα είναι σημειακές», επισημαίνοντας πως η Πολιτεία δεν μπορεί να συνεχίσει να «ευλογεί» τη φοροδιαφυγή.
Το φορολογικό νομοσχέδιο είναι βασική μεταρρυθμιστική πολιτική της κυβέρνησης. Αντανακλά τη βούλησή της να αντιμετωπίσει το θέμα της φοροδιαφυγής με έναν τρόπο αποτελεσματικό και ισορροπημένο. Με 11 διαφορετικές πρωτοβουλίες. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός ήταν πολύ ξεκάθαρος στις πρόσφατες δηλώσεις του. Όπως ο ίδιος σημείωσε, η κυβέρνηση θα επιμείνει στη βασική φιλοσοφία του νομοσχεδίου.
Η κυβέρνηση λοιπόν θα προχωρήσει μπροστά δείχνοντας σε όλους τους Έλληνες πολίτες ότι κατανοεί, αλλά και αντιμετωπίζει το πρόβλημα με σοβαρότητα. Και θα ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρον να δούμε αν θα υπάρξει «κίνημα» υπέρ της φοροδιαφυγής στην πατρίδας μας!
Είναι αλήθεια ότι η φοροδιαφυγή είναι ένα διαχρονικό πρόβλημα, συνεχίζει ο κ. Χατζηδάκης και προσθέτει: Δεν αληθεύει, ωστόσο, ότι δεν έχει υπάρξει καμία πρόοδος. Δείτε τα ηλεκτρονικά τιμολόγια και τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, τα οποία προχώρησαν την περασμένη τετραετία. Δείτε το λεγόμενο «κενό ΦΠΑ»- τα έσοδα δηλαδή που χάνουμε ετησίως από τον ΦΠΑ- το οποίο έχει μειωθεί από το 23% το 2018 στο 15% σήμερα. Και το οποίο θέλουμε με τις πρωτοβουλίες μας να το μειώσουμε στον μέσο όρο της ΕΕ που είναι το 9%.
Υπάρχει λοιπόν πρόοδος. Το πρόβλημα, ωστόσο, της φοροδιαφυγής είναι σοβαρό. Και γι' αυτόν τον λόγο επιχειρούμε να παρέμβουμε σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα, προκειμένου να υπάρξουν χειροπιαστά αποτελέσματα: Διευρύνουμε τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, περιορίζουμε τη χρήση των μετρητών, υιοθετούμε αυστηρά μέτρα για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου, εκσυγχρονίζουμε το πλαίσιο για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, προωθούμε ένα δικαιότερο σύστημα φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών. Με αυτήν την πολύπλευρη προσπάθεια, είμαστε αισιόδοξοι ότι θα καταφέρουμε πράγματι να περιορίσουμε την κοινωνική μάστιγα της φοροδιαφυγής.
Για τους ισχυρισμούς των ελεύθερων επαγγελματιών ότι με το ν/σ τελικά μπαίνει ένας κεφαλικός φόρος, ο κ. Χατζηδάκης, απαντά: Προκαλώ τον οποιονδήποτε να έρθει να μου δείξει πού στο νομοσχέδιο αναφέρεται η οποιαδήποτε αύξηση των φορολογικών συντελεστών, ή η οποιαδήποτε επιβολή νέου φόρου! Αυτό το οποίο επιχειρούμε να κάνουμε, είναι να εφαρμόσουμε κανόνες κοινής λογικής στο ζήτημα της φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών. Σήμερα, από τους 500.000 ελεύθερους επαγγελματίες που έχουν εισοδήματα μόνο από την άσκηση του επαγγέλματός τους, οι μισοί (54%) δηλώνουν μηδενικό εισόδημα, ενώ το 85% δηλώνει ετήσιο εισόδημα κάτω από το εισόδημα που δηλώνουν οι εργαζόμενοι με τον κατώτατο μισθό!
Εμείς λέμε ότι δεν είναι νοητό ένας ελεύθερος επαγγελματίας και μάλιστα επί σειρά ετών να επιβιώνει με ζημιές ή να δηλώνει λιγότερα από έναν εργαζόμενο που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό. Αλλά, επίσης, ότι δεν μπορεί αυτή η κατηγορία να πληρώνει μεσοσταθμικά φόρους 867 ευρώ ετησίως, ενώ ο μέσος εργαζόμενος πληρώνει ετησίως 1.160 ευρώ σε φόρους! Για να το πω απλά: Θέλουμε οι μισθωτοί να πληρώνουν περισσότερο από όσο πληρώνουν τα αφεντικά τους; Αν το θέλουμε, ας συμφωνήσουμε ως κοινωνία ότι θα πορευτούμε με το υπάρχον σύστημα. Αλλά σε αυτήν την περίπτωση, παρακαλώ, ας σταματήσουμε και τη συζήτηση γύρω από το πρόβλημα της φοροδιαφυγής στην πατρίδα μας.
Όπως τονίζει, το νομοσχέδιο αναγνωρίζει την πιθανότητα ένας ελεύθερος επαγγελματίας για κάποιο διάστημα να μην μπορεί να αντεπεξέλθει στις επαγγελματικές του υποχρεώσεις. Γι' αυτόν τον λόγο, από την αρχή είπαμε ότι το τεκμήριο θα είναι μαχητό. Και συμπεριλάβαμε συγκεκριμένες προβλέψεις όπως, ιδίως, λόγοι ανωτέρας βίας, λόγοι υγείας, φυσικές καταστροφές, στρατιωτική θητεία, εγκυμοσύνη κλπ. Μπορεί, όμως, ακριβώς επειδή το τεκμήριο είναι μαχητό, κάθε ελεύθερος επαγγελματίας που θεωρεί ότι αδικείται και δεν καλύπτεται ούτε από αυτές τις εξαιρέσεις να πάει στις αρμόδιες αρχές και να το αποδείξει με αντίστοιχο έλεγχο φυσικά. Όπως ακριβώς ισχύει και με το τεκμήριο διαβίωσης σήμερα για το λεγόμενο «Ε1». Μόνο που δεν είναι πολλοί εκείνοι που το κάνουν!
Υπενθυμίζει επίσης, ότι την ίδια ώρα προβλέπεται μηδενικό τεκμήριο για νέους επαγγελματίες για τα 3 πρώτα χρόνια λειτουργίας τους και μόνο από τον έκτο χρόνο θα πληρώνουν το 100% του φόρου τού τεκμηρίου. Προβλέπεται, επίσης, μειωμένο τεκμήριο κατά 50% για όσους κατοικούν σε χωριά κάτω των 500 κατοίκων ή σε νησιά κάτω των 3.100 κατοίκων και μηδενικό τεκμήριο για άτομα με αναπηρία. Εν κατακλείδι, με το νομοσχέδιο αυτό αναγνωρίζουμε τις ειδικές συνθήκες στις οποίες ένας ελεύθερος επαγγελματίες θα μπορούσε να περιέλθει και του δίνουμε όπου απαιτείται ειδικές διευκολύνσεις και εξαιρέσεις!
Παράλληλα, ο υπουργός δείχνει να μην συμμερίζεται τις ανησυχίες της Τραπέζης της Ελλάδος για νέα αύξηση των «κόκκινων» δανείων λόγω πληθωρισμού και υψηλών επιτοκίων, λέγοντας ότι «δεν φαίνεται ότι στον ορατό ορίζοντα θα έχουμε νέα άνοδό τους (σ.σ. των επιτοκίων από την ΕΚΤ)». Και δηλώνει πως «η ώθηση που η πολιτική μας δίνει στην οικονομία είναι και η καλύτερη άμυνα» για τα «κόκκινα» δάνεια, ενώ υπάρχει και ένα δεύτερο αντίβαρο, το νυν θεσμικό πλαίσιο που ενισχύεται.
Ασφαλώς και είναι ένα πρόβλημα τα υψηλά επιτόκια, αναφέρει ο υπουργός, από εκεί και πέρα, όμως, έχουμε δύο σημαντικά αντίβαρα. Το πρώτο είναι ότι η ελληνική οικονομία πάει καλά. Αναπτύσσεται με υψηλότερους ρυθμούς από τις άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, πήρε την επενδυτική βαθμίδα, ανοίγουν νέες δουλειές, μειώνεται η ανεργία, αυξάνεται το διαθέσιμο εισόδημα και υπεραποδίδει ο προϋπολογισμός με αποτέλεσμα να μπορούμε να επιστρέφουμε το πλεόνασμα στην κοινωνία.
Η ώθηση που η πολιτική μας δίνει στην οικονομία είναι και η καλύτερη άμυνα για όσα συζητάμε. Ταυτόχρονα, έχουμε και ένα δεύτερο αντίβαρο, που είναι το θεσμικό πλαίσιο που υπάρχει- και το οποίο επιχειρούμε να ενισχύσουμε- στη χώρα μας. Με τις ρυθμίσεις που υιοθετήθηκαν την προηγούμενη τετραετία επιτεύχθηκε η απαλλαγή σε μεγάλο βαθμό του τραπεζικού συστήματος από το αγκάθι των «κόκκινων» δανείων. Επιπλέον, θεσπίστηκε ο νόμος για τη ρύθμιση οφειλών και την παροχή δεύτερης ευκαιρίας που αποτέλεσε πραγματική μεταρρύθμιση για τη χώρα, θεσπίζοντας μόνιμα εργαλεία ρύθμισης οφειλών, όπως είναι ο εξωδικαστικός μηχανισμός. Τώρα με το νομοσχέδιό μας που βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση, επιχειρούμε να ενισχύσουμε έτι περαιτέρω το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο, επισημαίνει.
Η επιτάχυνση των ρυθμίσεων μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού με βελτίωση της προστασίας για τους πραγματικά- και όχι τους δήθεν-ευάλωτους, η θέσπιση αυστηρού πλαισίου κανόνων διαφάνειας για τους servicers, η τόνωση του ανταγωνισμού στο τραπεζικό σύστημα και η συστηματική παρακολούθηση της εξέλιξης του ιδιωτικού χρέους, είναι τα βασικά εργαλεία που αξιοποιούμε, συνδυάζοντας το στόχο της οικονομικής εξυγίανσης με την κοινωνική προστασία, σημειώνει.
Αναφορικά με την πώληση του 22% που κατείχε το ΤΧΣ στην Εθνική Τράπεζα, ο κ. Χατζηδάκης σχολιάζει πως είναι μία ακόμη απόδειξη ότι η ελληνική οικονομία πάει καλά. Διότι, αν η ελληνική οικονομία και οι τράπεζες παρέπαιαν κανείς δεν θα ερχόταν να επενδύσει. Είναι ενδεικτικό ότι η συγκεκριμένη συναλλαγή ήταν η πιο επιτυχημένη την τελευταία τριετία στην ΕΕ ως προς τη ζήτηση που εκδηλώθηκε και την ελαχιστοποίηση της έκπτωσης στην τιμή διάθεσης. Μας γεμίζει αισιοδοξία, λοιπόν, αυτή η εξέλιξη. Εξέλιξη που συνδυάζεται με πρόσφατες ανάλογες θετικές εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα, με τις αλλεπάλληλες πιστοληπτικές αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας τους τελευταίους μήνες και τις αντίστοιχες θετικές αξιολογήσεις για τη χώρα από διεθνείς οργανισμούς!
Για το Σύμφωνο Σταθερότητας, εκτιμά ότι σημειώθηκε πρόοδος όσον αφορά στα εκκρεμή ζητήματα και συμφωνήσαμε την εντατικοποίηση των διεργασιών σε όλα τα επίπεδα με στόχο την επίτευξη συμφωνίας το συντομότερο δυνατόν.
Η θέση της Ελλάδας είναι ότι οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες θα πρέπει να διασφαλίζουν ταυτόχρονα τη δημοσιονομική πειθαρχία και την οικονομική ανάπτυξη, ενώ θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα για τις χώρες με υψηλές αμυντικές δαπάνες, όπως είναι η Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η Ελλάδα, ανεξάρτητα από το τελικό περιεχόμενο της συμφωνίας, θα συνεχίσει στο δρόμο της δημοσιονομικής σοβαρότητας. Είμαι αισιόδοξος ότι σύντομα θα καταλήξουμε σε μια ισορροπημένη συμφωνία!