Κατά τη διάρκεια της πανδημίας και των lockdown σχεδόν 700.000 ελεύθεροι επαγγελματίες και επιχειρήσεις ενισχύθηκαν με 8,3 δισ. ευρώ, μέσω των επτά κύκλων της επιστρεπτέας προκαταβολής. Μετά το «κούρεμα» έως και 70% των δανείων που έλαβαν, κλήθηκαν να επιστρέψουν στο κράτος περίπου 3 δισ. ευρώ σε έως και 96 άτοκες δόσεις. Δηλαδή περίπου 5,5 δισ. ευρώ αποτέλεσαν ουσιαστικά επιδότηση του κράτους το κόστος της οποίας ανέλαβε ο προϋπολογισμός.
Το Δημόσιο προκειμένου να διασφαλίσει ότι θα εισπράξει τα ποσά που καλούνται να επιστρέψουν οι λήπτες της Επιστρεπτέας, προωθήθηκε στη Βουλή διάταξη (στο νομοσχέδιο για την καθιέρωση συμπληρωματικού φόρου 15% στα κέρδη πολυεθνικών), σύμφωνα με την οποία προβλέπεται συγκεκριμένη διαδικασία στην περίπτωση γεγονότων που καθιστούν αδύνατη την είσπραξη του ποσού από τον δικαιούχο.
Σύμφωνα με τη ρύθμιση, καθίσταται σαφές ότι από τη στιγμή που η οφειλή έχει βεβαιωθεί στην Εφορία, το χρέος κληρονομείται σε συνυπόχρεους ενώ αν η επιχείρηση εξαγοράστηκε ή συγχωνεύθηκε, το διάδοχο σχήμα φέρει και την ευθύνη της εξόφλησης του επιστρεπτέου τμήματος της ενίσχυσης..
Σύμφωνα με τη διάταξη, ο ΑΦΜ φυσικού προσώπου που απεβίωσε, καθώς και νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας που λύθηκε ή ολοκλήρωσε τις εργασίες της εκκαθάρισης ή διαγράφηκε από το Γενικό Εμπορικό Μητρώο, χρησιμοποιείται:
-Για τη βεβαίωση του επιστρεπτέου ποσού ενίσχυσης υπό μορφή επιστρεπτέας προκαταβολής, που χορηγήθηκε,
-για τη βεβαίωση του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού της ενίσχυσης,
-για τη βεβαίωση των νόμιμων τόκων επί των ποσών,
-των χρηματικών κυρώσεων για τη μη τήρηση των όρων της ενίσχυσης που χορηγήθηκε καθώς και
-για την είσπραξη του επιστρεπτέου ποσού.
Για την καταβολή των οφειλών αυτών ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα με το νομικό πρόσωπο ή τη νομική οντότητα που τις οφείλει, τα πρόσωπα που έχουν μια από τις ιδιότητες της παρ. 1 του άρθρου 50 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ., ν. 4987/2022, Α΄ 206) κατά τον χρόνο διάλυσης ή συγχώνευσής τους, ανεξάρτητα από τον χρόνο βεβαίωσης αυτών.
Αλληλέγγυα πρόσωπα
Η παράγραφος 1 του άρθρου 50 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας ορίζει ότι «Τα πρόσωπα που είναι εκτελεστικοί πρόεδροι, διευθυντές, γενικοί διευθυντές, διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι, εντεταλμένοι στη διοίκηση και εκκαθαριστές των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, καθώς και τα πρόσωπα που ασκούν εν τοις πράγμασι τη διαχείριση ή διοίκηση νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα για την πληρωμή του φόρου εισοδήματος, παρακρατούμενου φόρου, κάθε επιρριπτόμενου φόρου, Φ.Π.Α. και του ΕΝ.Φ.Ι.Α., που οφείλονται από αυτά τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες, ανεξάρτητα από τον χρόνο βεβαίωσής τους, ως και για τους τόκους, πρόστιμα, προσαυξήσεις και οποιεσδήποτε διοικητικές χρηματικές κυρώσεις επιβάλλονται επ’ αυτών, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
α) τα ανωτέρω πρόσωπα είχαν μια από τις ανωτέρω ιδιότητες είτε κατά τη διάρκεια λειτουργίας του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας είτε κατά τον χρόνο λύσης, διάλυσης ή συγχώνευσής τους είτε κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισής τους,
β) οι οφειλές κατέστησαν ληξιπρόθεσμες κατά τη διάρκεια της θητείας τους υπό κάποια εκ των ανωτέρω ιδιοτήτων με την επιφύλαξη των επόμενων εδαφίων.
Αν οι οφειλές διαπιστώνονται μετά από έλεγχο, ως αλληλεγγύως υπεύθυνα πρόσωπα κατά την έννοια της παρούσας παραγράφου νοούνται μόνο τα πρόσωπα στα οποία συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις των περ. α’ και γ’ κατά το φορολογικό έτος ή την περίοδο στην οποία ανάγονται οι οφειλές αυτές. Σε περίπτωση που οι φορολογικές οφειλές της παρούσας παραγράφου έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, η αλληλέγγυα ευθύνη βαραίνει και τα πρόσωπα στα οποία συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις των περ. α’ και γ’ κατά τον χρόνο που κάθε δόση της ρύθμισης κατέστη ληξιπρόθεσμη ή η ρύθμιση απωλέσθηκε. Για τα ποσά των τόκων, των προσαυξήσεων, των προστίμων και των λοιπών χρηματικών κυρώσεων, η αλληλέγγυα ευθύνη βαραίνει τα πρόσωπα που είναι αλληλεγγύως υπεύθυνα για την κύρια οφειλή επί της οποίας υπολογίζονται και επιβάλλονται τα ποσά αυτά,
γ) οι εν λόγω οφειλές δεν καταβλήθηκαν ή δεν αποδόθηκαν στο Δημόσιο από υπαιτιότητα των ανωτέρω προσώπων. Το βάρος απόδειξης για τη μη ύπαρξη υπαιτιότητας φέρουν τα πρόσωπα της παρούσας παραγράφου. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή δύνανται να ορίζονται ενδεικτικά περιπτώσεις έλλειψης υπαιτιότητας.»
Σε περίπτωση νομικών προσώπων που συγχωνεύονται κατόπιν διάσπασης ή απορρόφησης, για τις οφειλές, οι οποίες βαρύνουν νομικό πρόσωπο το οποίο διαλύθηκε, ευθύνεται κατά το πρώτο εδάφιο και το νομικό πρόσωπο που το απορρόφησε ή το νέο νομικό πρόσωπο που συστήθηκε.
Η Φορολογική Διοίκηση βεβαιώνει τη σχετική οφειλή σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και εκδίδει την ατομική ειδοποίηση την οποία κοινοποιεί στον οφειλέτη και στα συνυπόχρεα πρόσωπα.
Οι διατάξεις έχουν ισχύ για βεβαιώσεις που πραγματοποιούνται από την 1ή Ιανουαρίου 2023 και εφεξής.