Στην αναβάθμιση των προοπτικών του ελληνικού αξιόχρεου από σταθερές σε θετικές, διατηρώντας το αξιόχρεο στην επενδυτική βαθμίδα ΒΒΒ-, προχώρησε ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης S&P Global Ratings.
Οι θετικές προοπτικές αντανακλούν την προσδοκία του S&P ότι το αυστηρό δημοσιονομικό καθεστώς θα συνεχίσει να μειώνει το δημόσιο χρέος, ενώ η ανάπτυξη αναμένεται ότι θα εξακολουθήσει να υπερβαίνει αυτή της Ευρωζώνης.
O οίκος επισημαίνει ότι η ελληνική κυβέρνηση προωθεί ευρεία ατζέντα δομικών μεταρρυθμίσεων ενώ αντιμετωπίζει μακροχρόνιες αδυναμίες.
Παρά την αδυναμία που εμφανίζουν κάποια μακροοικονομικά στοιχεία, η ανάπτυξη ξεπερνά το μέσο όρο της ευρωζώνης, μια τάση που αναμένεται να συνεχιστεί.
Την ίδια στιγμή, το πολύ υψηλό χρέος μειώνεται και θα συνεχίσει να το κάνει εάν επιβεβαιωθούν οι προσδοκίες για δημοσιονομική πειθαρχία και σχετικά υψηλή ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ.
Ο οίκος θα μπορούσε να αναβαθμίσει την αξιολόγηση εντός των επόμενων 24 μηνών εάν ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ υποχωρήσει περαιτέρω για να προσεγγίσει το χρέος χωρών με αντίστοιχη αξιολόγηση. Οι ελληνικές αρχές θα μπορούσαν να το πετύχουν με έναν συνδυασμό οικονομικών μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα, πλήρους ανάπτυξης των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης και διατηρήσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων για μεγάλη χρονική περίοδο.
Στον αντίποδα, το rating θα μπορούσε να υποβαθμιστεί εάν οι εξωγενείς ανισορροπίες όπως το αυξημένο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, επιδεινωθούν σημαντικά πέραν των προβλέψεων. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί εάν οι γεωπολιτικές και εξωγενείς πιέσεις πλήξουν τη χώρα ισχυρότερα των εκτιμήσεων.
Οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη
Τα οικονομικά δεδομένα τα τελευταία τρίμηνα είναι σχετικά μετριασμένα σε σχέση με τις προβλέψεις, με το πραγματικό ΑΕΠ στο υγιές 2% για το 2023. Μεσοπρόθεσμα, ιδίως εάν διατηρηθεί η δυναμική των μεταρρυθμίσεων, η Ελλάδα μπορεί να κινηθεί ταχύτερα από τους εταίρους της στην ευρωζώνη. Ο οίκος προβλέπει ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα ενισχυθεί κατά ένα μέσο 2,4% την περίοδο 2024-7, αντανακλώντας την ενίσχυση των επενδύσεων μέσω και των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης, τη βελτιωμένη κατάσταση των νοικοκυριών και των τραπεζών αλλά και το ότι η ελληνική οικονομία είναι ακόμη 22% μικρότερη από ότι πριν την κρίση χρέους.
Οπως και άλλες μικρές και ανοιχτές οικονομίες, η Ελλάδα παραμένει εκτεθειμένη στις μεταβολές της παγκόσμιας οικονομίας και τα γεωπολιτικά ρίσκα. Αυτά περιλαμβάνουν μια πιθανή επιβράδυνση που θα μπορούσε να επηρεάσει τους σημαντικούς τομείς του τουρισμού και της ναυτιλίας, αλλά και μια αιφνίδια νέα εκτίναξη στις τιμές της ενέργειας. Αυτές οι εξελίξεις θα μπορούσαν να επιβαδύνουν την βελτιωμένη δυναμική του ελληνικού αξιόχρεου. Το rating περιορίζεται ακόμη από τα ακόμη υψηλά επίπεδα χρέους και τη σχετικά αδύναμη ρευστότητα στην οικονομία.
Η Ελλάδα είναι πιθανό να πετύχει τον στόχο πρωτογενούς δημοσιονομικού πλεονάσματος φέτος
Οι ισχυρές επιδόσεις στα έσοδα οδηγούν σε αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, αν και οι πιέσεις στις δαπάνες σύντομα θα αντισταθμίσουν περαιτέρω κέρδη.Το πολύ μεγάλο απόθεμα δημόσιου χρέους της Ελλάδας μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ και έχει πολύ ευνοϊκό προφίλ όσον αφορά τη διάρκεια και το κόστος των τόκων.
Αν και μετριάζεται, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών παραμένει αυξημένο και προβλέπουμε ότι θα διατηρηθεί κατά μέσο όρο στο 5,3% την περίοδο 2024-2027.
Οι δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας παραμένουν ισχυρές. Αναμένουμε ότι το πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο θα καλύψει τον μεσοπρόθεσμο στόχο της κυβέρνησης του 2,1% του ΑΕΠ φέτος, υποδεικνύοντας το τέλος της εντυπωσιακής περιόδου εξυγίανσης της Ελλάδας μετά την πανδημία. Η υπεραπόδοση των εσόδων ήταν κεντρικής σημασίας για τη βελτίωση της δημοσιονομικής θέσης, με τις προσπάθειες να αυξηθεί η ψηφιοποίηση να προσφέρει «μέρισμα» με τη μορφή υψηλότερης φορολογικής συμμόρφωσης.
Οι τράπεζες
Αφότου καθάρισαν περίπου 80 δισ. ευρώ από επισφαλή στοιχεία ενεργητικού από τους ισολογισμούς των ελληνικών τραπεζών μετά το 2019, η ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε μελλοντικούς κραδασμούς έχει βελτιωθεί σημαντικά. Η πτώση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κάτω από το 8% των συνολικών δανείων (από πάνω από 49% το 2016) αντανακλά κυρίως το πρόγραμμα Ηρακλής. Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι ο νέος σχηματισμός NPL εμφανίζεται μικρός. Ενώ οι τέσσερις συστημικές τράπεζες συνεχίζουν να έχουν αναβαλλόμενες πιστώσεις φόρου (DTC) που αποτελούν ένα σημαντικό ποσοστό του κεφαλαίου τους, η επιστροφή στην κερδοφορία συνεπάγεται ότι αυτά τα DTC θα αντικατασταθούν τελικά από υψηλής ποιότητας μορφές κεφαλαίου.
Με τη βελτίωση της κατάστασης στο τραπεζικό σύστημα, η ιδιωτική πίστη άρχισε επιτέλους να επεκτείνεται σε καθαρούς όρους, αντιστρέφοντας την τάση συρρίκνωσης του καθαρού δανεισμού από το 2010. Αυτό εξηγείται εν μέρει από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης που διοχετεύονται μέσω του τραπεζικού συστήματος (η Ελλάδα είναι κάπως «μοναδική» στην εκτέλεσή του με αυτόν τον τρόπο σημειώνει η S&P), αλλά σε μεγαλύτερο βαθμό, αντανακλά την πρόοδο στους ισολογισμούς που έχει σημειωθεί μέχρι στιγμής, με αποτέλεσμα την αύξηση της ικανότητας στήριξης της οικονομίας.
Χατζηδάκης: Περαιτέρω αναβάθμιση από S&P, απάντηση στη μικρόψυχη κριτική
«Η περαιτέρω αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από την Standard & Poor’s μέσα σε πολύ λίγους μήνες (αφού η Ελλάδα ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα οι «προοπτικές» μετατράπηκαν από σταθερές σε θετικές) είναι μία ακόμα απόδειξη ότι οι προσπάθειες της Ελλάδας πιάνουν τόπο», δήλωσε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, μετά την τελευταία θετική αξιολόγηση του ελληνικού αξιόχρεου και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας από την Standard & Poor’s .
Όπως πρόσθεσε: «Είναι όμως και μία απάντηση σε όσους συνεχώς γκρινιάζουν και προσπαθούν να υποβαθμίσουν τις θετικές εξελίξεις των τελευταίων πέντε ετών: την χωρίς προηγούμενο αύξηση των εξαγωγών, το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει σημειώσει ρεκόρ στις άμεσες ξένες επενδύσεις, τη μεγάλη μείωση της ανεργίας κατά επτά ποσοστιαίες μονάδες και το ότι τελευταία έχουμε πενταπλάσιους ρυθμούς ανάπτυξης από τον μέσο όρο της ευρωζώνης.
Η αναγνώριση της σημαντικής προόδου από όλους τους διεθνείς οργανισμούς και τους οίκους αξιολόγησης δεν μας εφησυχάζει. Αντίθετα, μας δίνει δύναμη να συνεχίσουμε την προσπάθεια και να προωθήσουμε όλες τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν την ελληνική οικονομία ακόμη πιo ψηλά. Προσπερνάμε την μικρόψυχη κριτική και προχωρούμε μπροστά με ταχύτητα και αποφασιστικότητα».