Η ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας και η σταθερή δημοσιονομική πολιτική οδήγησαν στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων για το 2023, αναφέρει το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών με αφορμή τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ. Παράλληλα, επισημαίνει ότι προκύπτουν τέσσερα σημαντικά οφέλη για την ελληνική οικονομία από το πρωτογενές πλεόνασμα του 2023.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, το πρωτογενές πλεόνασμα έφτασε τα 4,01 δισ. ευρώ ή 1,9% του ΑΕΠ, όταν την περασμένη χρονιά ήταν μηδενικό.
Με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το ελληνικό χρέος υποχώρησε στα τέλη του 2023 στα 356,7 δισ. ευρώ έναντι 356,8 δισ. ευρώ στα τέλη του 2022. Η μείωση σε απόλυτους αριθμούς είναι οριακή, αλλά ως ποσοστό του ΑΕΠ σημαντική. Συγκεκριμένα από το 172,7% του ΑΕΠ το 2022 περιορίστηκε σε 161,9% του ΑΕΠ στα τέλη του 2023.
Συγκεκριμένα, από το ΥΠΕΘΟ αναφέρονται τα εξής:
«Όπως ανακοίνωσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή, το πρωτογενές αποτέλεσμα Γενικής Κυβέρνησης για το 2023 ανήλθε σε 1,86% του ΑΕΠ, έναντι στόχου για 1,15% του ΑΕΠ που περιλαμβανόταν στην Εισηγητική Έκθεση του προϋπολογισμού. Σε σχέση με τους στόχους του προϋπολογισμού 2024 παρατηρήθηκε υπέρβαση καθαρών φορολογικών εσόδων ύψους 292 εκατ. ευρώ το τελευταίο τρίμηνο του 2023 και ύψους 647 εκατ. ευρώ την περίοδο Ιανουαρίου- Φεβρουαρίου 2024, που καταγράφονται δημοσιονομικά στο έτος 2023, ενώ παρατηρήθηκε συγκράτηση των δαπανών των φορέων Γενικής Κυβέρνησης ύψους 602 εκατ. ευρώ.
Το θετικό αυτό αποτέλεσμα αποδεικνύει τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας, αλλά και τα σταδιακά οφέλη από τη μείωση της φοροδιαφυγής. Είναι ενδεικτικό ότι τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2024, τα 397 εκατ. ευρώ εκ των 647 εκατ. ευρώ που ήταν η υπέρβαση των στόχων, προήλθαν από την καταβολή φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων.
Η υπέρβαση του στόχου αναφορικά με το πρωτογενές πλεόνασμα έχει αντανάκλαση σε 4 πεδία:
Πρώτον, στην ταχύτερη μείωση του δημοσίου χρέους. Με βάση το ανωτέρω αποτέλεσμα, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ μειώθηκε από 172,7% το 2022 σε 161,9% το 2023.
Δεύτερον, στη δημιουργία μιας καλύτερης αφετηρίας για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του 2024, παρά τις διεθνείς αναταράξεις και την επιβράδυνση των διεθνών και ευρωπαϊκών ρυθμών ανάπτυξης,
Τρίτον, στη δημιουργία περισσότερων περιθωρίων ευελιξίας αναφορικά με τον 4ετή δημοσιονομικό προγραμματισμό της χώρας λόγω της συγκράτησης του χρέους.
Τέταρτον, το αποτέλεσμα αυτό στέλνει ένα ισχυρό σήμα στις διεθνείς αγορές ότι η ελληνική οικονομία ισχυροποιείται και αναπτύσσεται πέραν των στόχων, παρά τις δυσκολίες και τα έκτακτα γεγονότα που αντιμετώπισε η χώρα (φυσικές καταστροφές, διεθνείς κρίσεις, διπλές εθνικές εκλογές κ.λπ.) κατά το προηγούμενο έτος».