«Το μεγαλύτερο ζήτημα είναι ο φόβος αντιποίνων σε περίπτωση προσκόμισης στοιχείων όσον αφορά την κατάσταση και τις πρακτικές παρασκευής», επισήμανε η Κριστέλ Ντελμπέργκ, επικεφαλής της συνομοσπονδίας λιανεμπόρων και χονδρεμπόρων της Ευρωπαικής Ένωσης, μιλώντας στην εκπομπή “PRIME” του ΕΡΤNews και τον Ηλία Σιακαντάρη, δεδομένων των πλεονεκτικών για τις ίδιες τις πολυεθνικές χειρισμών για ενιαία αγορά στις προμήθειες, αλλά «κατακερματισμένη» αγορά στις πωλήσεις.
Ενώ είπε, ακόμη: «Έχει διεξαχθεί έρευνα για τον ανταγωνισμό. Ο πρώην Ιταλός πρωθυπουργός Ενρίκο Λέτα, σε μα έκθεση που κυκλοφόρησε πριν από έναν μήνα μίλησε για τους εδαφικούς περιορισμούς εφοδιασμού και τη σημασία της άρσης αυτών των ηθελημένων πρακτικών για να βοηθηθούν οι καταναλωτές και να δημιουργηθεί όφελος για τον καταναλωτή».
Η ίδια επισήμανε πως το θέμα υπάρχει στην ατζέντα του EuroCommerce εδώ και δέκα χρόνια. «Η σύγχρονη κρίση κόστους ζωής, το θέμα της αγοραστικής δύναμης σε συνδυασμό με τις εκλογές, θέτουν τα θεμέλια για να ανοίξει το θέμα, να συζητηθεί δημοσίως, ώστε να αποφασιστούν δράσεις και να ακουστεί από τους πολιτικούς (…)» πρόσθεσε μεταξύ άλλων.
Ακολουθεί η συνέντευξη:
Κυρία Ντελμπέργκ, σήμερα, πολυεθνικές εταιρείες παραγωγής εκμεταλλεύονται την ευρωπαϊκή ενιαία αγορά. Ψάχνουν και αγοράζουν από τον φθηνότερο προμηθευτή, οπουδήποτε στην ΕΕ, αρνούνται, όμως, το προνόμιο της ενιαίας αγοράς στους καταναλωτές. Ορίζουν τιμές, σε διαφορετικές περιοχές της ΕΕ, λες και υπάρχει κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία, εμποδίζοντας τον ανταγωνισμό και τη διαιτησία. Γιατί αυτή η κατάφωρη ανισορροπία, που κοστίζει στους καταναλωτές, δεν έχει αντιμετωπιστεί τα τελευταία χρόνια της ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς; Πώς έχει καταφέρει να μείνει κάτω από το ραντάρ;
Ευχαριστώ που μου δίνετε την ευκαιρία να συζητήσω ανοιχτά ένα θέμα που υπάρχει στην ατζέντα του EuroCommerce εδώ και χρόνια. Η σύγχρονη κρίση κόστους ζωής, το θέμα της αγοραστικής δύναμης και οι εκλογές θέτουν τα θεμέλια για να ανοίξει το θέμα, να συζητηθεί δημοσίως, ώστε να αποφασιστούν δράσεις, και να ακουστεί από τους πολιτικούς. Αυτή η ατζέντα αποτελεί τον πυρήνα του EuroCommerce για αρκετό καιρό.
Πώς προχωρά; Ποια είναι η εμπειρία σας μέχρι στιγμής;
Έχουμε προβεί σε πολλές δράσεις. Το θέμα αυτό είναι στην ατζέντα μας εδώ και δέκα χρόνια. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το έχει μελετήσει. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το μελετά εδώ και πολλά χρόνια. Έχει διεξαχθεί έρευνα για τον ανταγωνισμό. Ο πρώην Ιταλός πρωθυπουργός, Ενρίκο Λέτα, σε μια έκθεση που κυκλοφόρησε πριν από έναν μήνα, επίσης μίλησε για τους εδαφικούς περιορισμούς εφοδιασμού (TSC) και τη σημασία της άρσης αυτών των ηθελημένων πρακτικών για να βοηθηθούν οι καταναλωτές και για να δημιουργηθεί όφελος για τον καταναλωτή. Από την εμπειρία της συνεργασίας με τους εταίρους, θεωρούμε πως το μεγαλύτερο ζήτημα είναι ο φόβος αντίποινων σε περίπτωση προσκόμισης στοιχείων όσον αφορά την κατάσταση και τις πρακτικές παρασκευής. Για τους λιανέμπορους, είναι ουσιώδες να υπάρχει στο ράφι το προϊόν που περιμένει να βρει ο καταναλωτής. Γι’ αυτούς, μια ανοιχτή διένεξη με τους προμηθευτές είναι αληθινό ρίσκο. Η πιθανότητα αντίποινων από τους προμηθευτές… είναι πολύ μεγάλο ρίσκο.
Το πρόβλημα των εδαφικών περιορισμών εφοδιασμού στην ελληνική αγορά είναι έντονο και επώδυνο, καθώς τα εισοδήματα εδώ έχουν μειωθεί δραματικά με την κρίση. Ποιο είναι το σχόλιό σας; Στον ευρωπαϊκό χάρτη, ποιες χώρες και ποιες αγορές αποτελούν ζώνες κινδύνου λόγω των TSC;
Όντως. Η Ελλάδα έχει πληγεί σοβαρά από την τωρινή κατάσταση, τον υψηλό πληθωρισμό και την κρίση κόστους ζωής. Είναι μια ιδιαίτερη κατάσταση. Τα ζητήματα των εδαφικών περιορισμών εφοδιασμού, που ευθύνονται και για την κρίση του κόστους ζωής, είναι πλέον ορατά σε περισσότερες χώρες. Οι χώρες που έχουν ασχοληθεί περισσότερο με το εν λόγω ζήτημα είναι το Βέλγιο, η Ολλανδία και το Λουξεμβούργο. Είναι, όμως, και στην ατζέντα της Αυστρίας εδώ και καιρό. Σήμερα, το ουσιώδες είναι η επιστολή του Πρωθυπουργού σας για συζήτηση του θέματος στο Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας. Η Ελλάδα θέτει το ζήτημα στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο. Σήμερα, η Ελλάδα το θέτει προς συζήτηση σε αυτό το επίπεδο με έναν συνασπισμό άλλων επτά χωρών. Πολιτικά, το θέμα τραβά προσοχή σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Θεωρείτε ότι θα αποδώσει καρπούς σύντομα; Κάποιες δράσεις που θεωρούσατε ότι θα κέρδιζαν έδαφος τώρα. Ποια είναι τα επόμενα βήματα που αναμένετε;
Αναμένουμε δράσεις από την Επιτροπή για τις προτάσεις που συζητιούνται. Σήμερα, ένας συνασπισμός οκτώ χωρών ζητά κανονισμό για τον περιορισμό εφοδιασμού και για την παύση των πρακτικών που ηθελημένα κατακερματίζουν την ενιαία αγορά. Τώρα, έπειτα από τη συζήτηση του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας περιμένουμε να πάρει πρωτοβουλία η Επιτροπή και να κάνει προτάσεις για την παύση αυτών των πρακτικών.
Κυρία Ντελμπέργκ, είναι ρεαλιστικό να περιμένουμε αλλαγή ή οι μεγάλες κατασκευαστικές θα μπορούν πάντα να επηρεάζουν κυβερνήσεις, για να προστατεύουν την τρέχουσα κερδοφορία τους;
Ναι, όντως. Οι κυβερνήσεις, όμως, έχουν τη δυνατότητα να προτείνουν νομοθεσίες. Και η Επιτροπή μπορεί να προτείνει νομοθεσίες. Υπάρχει και μια άλλη πτυχή η δυνατότητα ενίσχυσης της εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού. Είδαμε τη δημοσίευση και την ανακοίνωση από την αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον Ανταγωνισμό, την κυρία Βεστάγκερ. Ανακοίνωσε το πρόστιμο των 340 εκατ. ευρώ στη Mondelēz. Η υπόθεση καλύπτει πολλές ευρωπαϊκές χώρες και πολλά προϊόντα. Ελπίζουμε ότι αυτό θα στείλει ένα μήνυμα στις πολυεθνικές. Δεν μιλάμε για ανεπίσημα στοιχεία, μιλάμε για διαδεδομένη πρακτική, η οποία πρέπει να σταματήσει. Οι Αρχές Ανταγωνισμού εξετάζουν εξονυχιστικά την αγορά και μπορούν να αναλάβουν δράση. Αυτό είναι το σημαντικό μήνυμα από την πρόσφατη υπόθεση.
Πηγή: ΕΡΤnews.gr