Τη θέση του στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγών, παραχωρεί σύντομα το γνωστό χαρτόσημο, πλήρες ημερών, καθώς κλείνει σχεδόν 100 χρόνια. Περνά πλέον οριστικά στην ψηφιακή εποχή ενώ καταργείται για πολλές περιπτώσεις και τίθεται ανώτατο όριο φορολογικής επιβάρυνσης για ορισμένες κατηγορίες τέλους συναλλαγής.
Με νομοσχέδιο του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, το οποίο αναμένεται να παρουσιαστεί από τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας Κωστή Χατζηδάκη και στη συνέχεια θα τεθεί σε διαβούλευση, προωθούνται ριζικές αλλαγές με στόχο την απλοποίηση της διαδικασίας των συναλλαγών, τον περιορισμό της γραφειοκρατίας σε σειρά δικαιοπραξιών, τη διευκόλυνση των επενδύσεων και των ιδιωτικών συναλλαγών, και κυρίως: την εξοικονόμηση πόρων για το Δημόσιο.
Ο μετασχηματισμός του χαρτοσήμου σε «ψηφιακό τέλος συναλλαγής» είναι έργο που έχει ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψηςκαι γίνεται για πρώτη φορά καθώς πρόκειται για μία δύσκολη μεταρρύθμιση λόγω της πολυπλοκότητας της νομοθεσίας, η οποία χρονολογείται από το 1836. Πρόκειται για μία μεταρρύθμιση η οποία εκκρεμεί από την εποχή της μνημονίων. Περιλαμβανόταν στη γνωστή «εργαλειοθήκη» η οποία αποτελούσε τον οδηγό των μεταρρυθμίσεων για την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας. Το έργο – όπως και πολλές άλλες ψηφιακές αλλαγές – έχει ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Ο προϋπολογισμός του 2024 προβλέπει εισπράξεις από την επιβολή του χαρτοσήμου 355 εκατ. ευρώ εκ των οποίων τα 145 εκατ. ευρώ θα προέλθουν από την επιβάρυνση στα ενοίκια και τα 151 εκατ. ευρώ από λοιπά τέλη χαρτοσήμου.
Πού επιβάλλεται το χαρτόσημο
Το τέλος χαρτοσήμου είναι ο πρώτος φόρος που επέβαλε το νέο ελληνικό κράτος το 1836 , επεκτάθηκε το 1931 και από τότε επιβαρύνει πάνω απο 500 συναλλαγές και συμβάσεις καθώς επιβάλλεται σε κάθε συμφωνία που καταγράφεται σε χαρτί. Ενδεικτικά επιβάλλεται σε εκατοντάδες περιπτώσεις συναλλαγών – όπως π.χ. δάνεια, επαγγελματικα μισθώματα ( δηλαδή πλην κατοικιών), επιδοτήσεις, οικονομικές ενισχύσεις, διανομές κληρονομιάς, εγγραφές στα βιβλία επιτηδευματιών – μόνο εφόσον συντάσσονται γι’ αυτές, σε χαρτιά – έγγραφα, συμφωνίες, συμβάσεις ή συμβόλαια (εξ ου και η ονομασία «χαρτόσημο»). Συναλλαγές που δεν βασίζονται σε έγγραφες συμφωνίες δεν επιβαρύνονται με τέλος χαρτοσήμου.
Ο υπολογισμός του γίνεται με δύο συντελεστές, 2,4% και 3,6% (οι βασικοί συντελεστές είναι 2% και 3%, επιβάλλεται όμως και εισφορά 20% επί του χαρτοσήμου υπέρ του ΟΓΑ).
Με τη νέα μεταρρύθμιση το «ψηφιακό τέλος συναλλαγής»:
- Αντικαθιστά το σημερινό, απαρχαιωμένο πλαίσιο
- Επιβάλλεται μόνο στις συμβάσεις και συναλλαγές που καθορίζονται ρητώς στον νόμο
- Αποκλείεται η επιβολή του σε συναλλαγές που υπόκεινται σε άλλους έμμεσους φόρους
- Επιβάλλεται σε συναλλαγές, όπου ο ένας τουλάχιστον συναλλασσόμενος είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος ή έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα
- Ρυθμίζει πολλά ζητήματα που το σημερινό, απαρχαιωμένο πλαίσιο δεν είχε ρυθμίσει με σαφήνεια:
α) υποκείμενο της φορολογικής υποχρέωσης
β) υπόχρεος προς απόδοση του φόρου
γ) βαρυνόμενος με τον φόρο