Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών αναστέλλει επ’ αόριστον τα σχέδιά του «για τον καθορισμό πλαισίου φορολόγησης και ελέγχου των κρυπτονομισμάτων και ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων (digital assets)», καθώς με απόφαση που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ καταργήθηκε η ομάδα εργασίας που .δημιουργήθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο με αντικείμενο τη μελέτη και την υποβολή προτάσεων για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από κρυπτονομίσματα.
Ο δικαιολογία είναι πως υπάρχει «ανάγκη επανεξέτασης του αντικειμένου της ομάδας εργασίας» και σύμφωνα με αρμόδιες πηγές το ζήτημα θα επανεξετασθεί όταν ωριμάσουν οι συνθήκες. Μέχρι τότε δεν θα υπάρχει η παραμικρή πρόβλεψη φορολόγησης των κερδών από αγοραπωλησίες κρυπτονομισμάτων ενώ θα παραμείνει «θολό» το τοπίο αναφορικά με την κάλυψη τεκμηρίων από σχετικές υπεραξίες.
Το κενό αυτό εκμεταλλεύονται πολλοί επενδυτές, ενώ από την άλλη ελάχιστοι δηλώνουν τα υπερκέρδη από συναλλαγές τέτοιων νομισμάτων στο Ε1 της φορολογικής δήλωσης. Όσοι δηλώνουν έσοδα είναι κυρίως άνεργοι ή φορολογούμενοι χωρίς εισοδήματα, αλλά με σημαντική ακίνητη περιουσία, προκειμένου να καλύψουν τα τεκμήρια διαβίωσης.
Μία από τις παραδοχές είναι ότι τα εισοδήματα από κρυπτονομίσματα είναι κέρδη από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου και συνεπώς θα πρέπει να φορολογούνται σύμφωνα με το άρθρο 43 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, δηλαδή με συντελεστή 15%. Ωστόσο κομβικό σημείο αποτελεί η δήλωση της πραγματικής αξίας κτήσης ή πώλησης και όχι η πλασματική και για το λόγο αυτό θα επιδιωχθεί συνεργασία με τις ψηφιακές πλατφόρμες για την άντληση των στοιχείων με τις πραγματικές συναλλαγές. Σύμφωνα με τα μεγάλα λογιστικά γραφεία όσοι έχουν κρυπτονομίσματα θα πρέπει να δηλώνουν την αξία αγοράς και πώλησης στους κωδικούς 742 και 781 αντίστοιχα και εν συνεχεία την υπεραξία στον κωδικό 865 καταβάλλοντας φόρο 15%.
Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) βρίσκεται πάντως σε επαφές με τις φορολογικές διοικήσεις άλλων κρατών για διεθνή συνεργασία και ειδικά με την αμερικάνικη εφορία IRS με σκοπό την φορολόγηση και την ανάπτυξη τεχνογνωσίας για την παρακολούθηση της φοροδιαφυγής μέσα από τα ψηφιακά πορτοφόλια καθώς θεωρείται δύσκολος ο εντοπισμός αυτών των κερδών με τον παραδοσιακό φορολογικό έλεγχο.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο σχετική Κοινοτική Οδηγία δεν υπάρχει. Το μοναδικό που υπάρχει είναι μια απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία στις αγοραπωλησίες κρυπτονομισμάτων δεν επιβάλλεται ΦΠΑ. Με την απόφαση στην υπόθεση C-264/14 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα κρυπτονομισμάτα αποτελούν συνάλλαγμα, γιατί ο κύριος σκοπός τους είναι να χρησιμοποιούνται ως μέσο πληρωμής και έκρινε ότι οι συναλλαγές ανταλλαγής κρυπτονομισμάτων με συμβατικά νομίσματα, αλλά και το αντίθετο, θεωρούνται ως παροχή υπηρεσιών σύμφωνα με το Άρθρο 2(1) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας, οι οποίες είναι εξαιρούμενες από τον ΦΠΑ σύμφωνα με το Άρθρο 135(1)(e).
Επί ελληνικού εδάφους, πέρυσι η Διεύθυνση Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών κλήθηκε να εξετάσει την περίπτωση ενός ζευγαριού φορολογουμένων στο εκκαθαριστικό των οποίων είχαν βεβαιωθεί φόροι εισοδήματος 72.775 ευρώ στον σύζυγο και 33.320 ευρώ στη σύζυγο. Το ζευγάρι των φορολογουμένων είχε πιαστεί στην τσιμπίδα των τεκμηρίων για την κάλυψη των οποίων επικαλέστηκε κέρδη (182.500 ευρώ ) από πώληση κρυπτονομισμάτων. Είχε προηγηθεί η κρίση της Εφορίας ότι δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη αυτά τα εισοδήματα. Κρίση η οποία θεωρήθηκε σωστή και ορθή από τη ΔΕΔ.