Πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 5.683 εκατ. ευρώ, έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 1.655 εκατ. ευρώ και πρωτογενούς πλεονάσματος 3.558 εκατ. ευρώ για την ίδια περίοδο το 2023 καταγράφει το υπουργείο Οικονομικών στα προσωρινά στοιχεία Ιουλίου.
Όπως επισημαίνει ωστόσο στη σχετική ανακοίνωση, μέρος της διαφοράς στις εισπράξεις των φορολογικών εσόδων ύψους 647 εκατ. ευρώ προσμετράται στο δημοσιονομικό αποτέλεσμα του έτους 2023 και ποσό ύψους 2.323 εκατ. ευρώ που αφορά ετεροχρονισμό των μεταβιβαστικών πληρωμών προς ΟΚΑ κατά 1.693 εκατ. ευρώ, όπως επίσης και των δαπανών που αφορούν τα εξοπλιστικά προγράμματα ύψους 630 εκατ. ευρώ, δεν επηρεάζει το αποτέλεσμα σε δημοσιονομικούς όρους.
Εξαιρουμένων των ανωτέρω ποσών, η υπέρβαση του στόχου στο πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού για την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου ανέρχεται σε 1.058 εκατ. ευρώ.
Επομένως το πρωτογενές αποτέλεσμα σε δημοσιονομικούς όρους διαφέρει από το αποτέλεσμα σε ταμειακούς όρους. Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω αφορούν στο πρωτογενές αποτέλεσμα της Κεντρικής Διοίκησης και όχι στο σύνολο της Γενικής Κυβέρνησης, που περιλαμβάνει και τα δημοσιονομικά αποτελέσματα των Νομικών Προσώπων και των υποτομέων των ΟΤΑ και ΟΚΑ.
Επιπλέον, τα ανωτέρω αφορούν τη σύγκριση σε σχέση με τους στόχους της εισηγητικής έκθεσης του Προϋπολογισμού 2024. Κατά την κατάρτιση του Προγράμματος Σταθερότητας τον Απρίλιο του 2024, έχει ήδη ληφθεί υπόψη ότι ποσό ύψους 1.238 εκατ. ευρώ σε δημοσιονομική βάση που προέρχεται από καλύτερη πρόβλεψη των φορολογικών εσόδων του 2024, αντικρίζονται με αυξημένες δαπάνες του τακτικού Προϋπολογισμού των φορέων Γενικής Κυβέρνησης, καθώς και του Εθνικού σκέλους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.
Την περίοδο Ιανουαρίου – Ιουλίου 2024, το ύψος των καθαρών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού ανήλθε σε 39.205 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 881 εκατ. ευρώ ή 2,3% έναντι του στόχου που έχει περιληφθεί για το αντίστοιχο διάστημα στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2024, παρότι στη στοχοθεσία της εισηγητικής έκθεσης είχε συμπεριληφθεί :
α) η είσπραξη τον μήνα Μάρτιο ποσού ύψους 1.797 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), το οποίο στο μεγαλύτερο μέρος του, ήτοι ποσό 1.687 εκατ. ευρώ, είχε εισπραχθεί τον Δεκέμβριο του 2023 και επιπλέον ποσό 159 εκατ. ευρώ εισπράχθηκε τον Ιανουάριο 2024 και
β) η είσπραξη τον μήνα Ιούνιο τιμήματος ύψους 1.350 εκατ. ευρώ από την σύμβαση παραχώρησης υπηρεσιών για τη χρηματοδότηση, λειτουργία, συντήρηση και εκμετάλλευση του αυτοκινητοδρόμου της Εγνατίας Οδού και των τριών κάθετων οδικών αξόνων, η οποία υπογράφηκε στις 29.03.2024 και τα επόμενα βήματα της διαδικασίας έως την καταβολή του τιμήματος αναμένεται να ολοκληρωθούν τους επόμενους μήνες.
Σημειώνεται ότι τα ανωτέρω αφορούν τη σύγκριση σε σχέση με τους στόχους του Προϋπολογισμού. Κατά την κατάρτιση του Προγράμματος Σταθερότητας τον Απρίλιο του 2024 έχει ήδη ληφθεί υπόψη αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 1.238 εκατ. ευρώ. Τα εν λόγω έσοδα αντικρίζονται με αυξημένες δαπάνες για το έτος 2024 του τακτικού Προϋπολογισμού των φορέων Γενικής Κυβέρνησης, καθώς και του Εθνικού σκέλους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, όπως αποτυπώνεται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας.
Οι επιστροφές εσόδων ανήλθαν σε 3.898 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 4 εκατ. ευρώ από τον στόχο (3.894 εκατ. ευρώ).
Τα έσοδα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) ανήλθαν σε 3.003 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 944 εκατ. ευρώ από τον στόχο (2.059 εκατ. ευρώ).
Η ακριβής κατανομή μεταξύ των κατηγοριών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού θα πραγματοποιηθεί με την έκδοση του οριστικού δελτίου, σημειώνει το υπουργείο Οικονομικών.
Ειδικότερα, τον Ιούλιο 2024 το σύνολο των καθαρών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού ανήλθε στα 7.739 εκατ. ευρώ, αυξημένο κατά 1.168 εκατ. ευρώ έναντι του μηνιαίου στόχου.
Τα έσοδα από φόρους ανήλθαν σε 7.794 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 1.059 εκατ. ευρώ ή 15,7% έναντι του στόχου του Προϋπολογισμού, εξαιτίας κυρίως της καλύτερης απόδοσης στην είσπραξη του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων του φορολογικού έτους 2023. Σημειώνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος του εν λόγω αποτελέσματος όπως προαναφέρθηκε έχει προβλεφθεί στους στόχους του Προγράμματος Σταθερότητας.
Οι επιστροφές εσόδων ανήλθαν σε 674 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 123 εκατ. ευρώ από τον στόχο (551 εκατ. ευρώ).
Τα έσοδα του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) ανήλθαν σε 215 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 168 εκατ. ευρώ από τον στόχο (47 εκατ. ευρώ).
Οι δαπάνες
Οι δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού για την περίοδο του Ιανουαρίου – Ιουλίου 2024 ανήλθαν στα 39.326 εκατ. ευρώ και παρουσιάζονται μειωμένες κατά 2.743 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου (42.070 εκατ. ευρώ), που έχει περιληφθεί στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2024. Επίσης είναι αυξημένες, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2023, κατά 743 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της αύξησης των πληρωμών τόκων.
Στο σκέλος του Τακτικού Προϋπολογισμού οι πληρωμές παρουσιάζονται μειωμένες έναντι του στόχου κατά 2.860 εκατ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται κυρίως στον ετεροχρονισμό των μεταβιβαστικών πληρωμών προς ΟΚΑ κατά 1.693 εκατ. ευρώ, όπως επίσης και των δαπανών που αφορούν τα εξοπλιστικά προγράμματα ύψους 630 εκατ. ευρώ, οι οποίες δεν επηρεάζουν το αποτέλεσμα σε δημοσιονομικούς όρους. Αντίρροπα, δηλαδή αυξητικά σε σχέση με τον στόχο, κινήθηκαν οι πληρωμές τόκων εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους κατά 436 εκατ. ευρώ.
Ως αξιοσημείωτες μεταβιβαστικές πληρωμές μπορούν να αναφερθούν: η καταβολή 120 εκατ. ευρώ από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στον ΕΛΓΑ για την αποζημίωση των πληγεισών αγροτικών εκμεταλλεύσεων από πλημμυρικά φαινόμενα εξαιτίας των θεομηνιών DANIEL-ELIAS περιόδου Σεπτεμβρίου 2023, η επιχορήγηση 191 εκατ. ευρώ από το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών σε συγκοινωνιακούς φορείς (ΟΑΣΑ, ΟΑΣΘ και ΟΣΕ), η επιχορήγηση 207 εκατ. ευρώ από το Υπουργείο Υγείας στην Εθνική Κεντρική Αρχή Προμηθειών Υγείας (ΕΚΑΠΥ) για την κάλυψη της δαπάνης προμήθειας φαρμάκων για τις ανάγκες των νοσοκομείων του ΕΣΥ και του Γ.Ν. Παπαγεωργίου και η επιχορήγηση 98 εκατ. ευρώ στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Ε.Ι.) για λειτουργικές δαπάνες γενικά.
Οι πληρωμές στο σκέλος των επενδυτικών δαπανών ανήλθαν στα 6.099 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση ύψους 117 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο, καθότι παρουσιάστηκε υπέρβαση του στόχου στο ΠΔΕ.