Μελέτη της Accenture, η οποία περιλαμβάνει δεδομένα από την έρευνα «New Energy Consumer» του 2024 σε 16.800 οικιακούς καταναλωτές από 18 χώρες, αποκάλυψε ότι 37% των νοικοκυριών παγκοσμίως αντιμετωπίζουν προκλήσεις όσον αφορά την πληρωμή των λογαριασμών ενέργειας. Παράλληλα, μόνο 36% των καταναλωτών ανέφερε ότι είναι ικανοποιημένο με τη βοήθεια των παρόχων για εξοικονόμηση ενέργειας και μείωση των λογαριασμών τους. Τα δεδομένα αυτά αντανακλούν και επιβεβαιώνουν τα αντίστοιχα φαινόμενα που παρατηρούνται και στην ελληνική αγορά.
Λαμβάνοντας υπόψη την ενεργειακή κρίση, η μελέτη «The energy provider’s guide to net zero: Managing consumer affordability and an affordable energy system» στοχεύει στην καλύτερη κατανόηση της τρέχουσας αντίληψης των καταναλωτών αναφορικά με την οικονομική προσιτότητα της ενέργειας, σημειώνει η σχετική ανακοίνωση. Περιλαμβάνει επίσης εκτίμηση του αντικτύπου από τις «πράσινες» επενδύσεις στους λογαριασμούς ενέργειας των νοικοκυριών.
Στην κατεύθυνση αυτή, η μελέτη επισημαίνει πέντε στρατηγικές για τους παρόχους ενέργειας προκειμένου να επιλύσουν το δίλημμα είτε της αύξησης των καταναλωτικών τιμών είτε της επιβράδυνσης των επενδύσεων που συνεπάγεται καθυστέρηση στην επίτευξη των καθαρών μηδενικών στόχων κατά ~35 χρόνια.
Η πρόκληση της οικονομικής προσιτότητας αποτελεί ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Οι καταναλωτές σε όλες τις ηπείρους δυσκολεύονται σημαντικά στο να πληρώσουν τους λογαριασμούς ενέργειας -κυρίως στη Βόρεια Αμερική (45%) και τη Λατινική Αμερική (47%) σε σχέση με την περιοχή της EMEA (33%) και της Ασίας (29%).
Η φιλοδοξία για επίτευξη μηδενικών εκπομπών έως το 2050 θα μπορούσε να υπερδιπλασιάσει το μέσο λογαριασμό ηλεκτρικής ενέργειας, εκτός εάν ληφθούν μέτρα.
Η πρόκληση της οικονομικής προσιτότητας επιδεινώνεται από την ανάγκη των παρόχων ενέργειας να επενδύσουν για την επίτευξη των στόχων μηδενικών εκπομπών έως το 2050. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Accenture απαιτούνται επενδύσεις ύψους $115 τρισ. σε παγκόσμιο επίπεδο μόνο από τον τομέα της ενέργειας.
Ωστόσο, η μετακύλιση αυτών των δαπανών στους καταναλωτές θα μπορούσε να υπερδιπλασιάσει το μέσο ποσό του εισοδήματος των νοικοκυριών που δαπανάται στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας από 6% σε 14% έως το 2050. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για άμεσες και ολοκληρωμένες δράσεις από την πλευρά των παρόχων, όπως η εφαρμογή νέων επιχειρηματικών μοντέλων με επίκεντρο τον πελάτη, καινοτόμες προσεγγίσεις κόστους και παραγωγικότητας και συνδεδεμένες υπηρεσίες για την ενίσχυση της ανάπτυξης.
Ωστόσο, δεν αποτελεί έκπληξη, δεδομένων των τρεχουσών οικονομικών συνθηκών, ότι οι περισσότεροι ερωτηθέντες στην έρευνα είναι επιφυλακτικοί στο να επωμιστούν το κόστος για τη μετάβαση σε καθαρή ενέργεια. Συγκριμένα, 54% των ερωτηθέντων ανέφερε ότι δεν επιθυμεί ή δεν μπορεί να υποστηρίξει την καταβολή ενός premium καθαρής ενέργειας, με 48% να αναφέρει την οικονομική προσιτότητα της ενέργειας ως κύρια αιτία. Εξαίρεση αποτελεί το 29% του δείγματος, κυρίως νέοι, αστικοί καταναλωτές, που ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν ένα premium άνω του 15%.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι οικιακοί καταναλωτές δεν ενδιαφέρονται για τη μετάβαση σε καθαρότερη ενέργεια. Αντίθετα μάλιστα, 81% επιβεβαίωσε ότι ενδιαφέρεται. Απλώς δεν θεωρούν απαραιτήτως ευθύνη ή υποχρέωσή τους να χρηματοδοτήσουν αυτές τις πρωτοβουλίες μέσω του λογαριασμού τους, αν και οι ερωτηθέντες κατά μέσο όρο δήλωσαν πρόθυμοι να πληρώσουν 9% έως 10% αύξηση στο μέσο μηνιαίο λογαριασμό τους για την «πράσινη» μετάβαση.
Οι πάροχοι ενέργειας οφείλουν να άρουν το αδιέξοδο και να συμβάλλουν σε μια δίκαιη μετάβαση
Υπάρχουν θετικά σημάδια ότι οι καταναλωτές θα αγκαλιάσουν την καθαρή ενέργεια, στη λογική όμως να μειώσουν παράλληλα τη χρήση ενέργειας και τους λογαριασμούς τους. Στην πραγματικότητα, 87% των οικιακών πελατών είναι θετικά προσκείμενο σε προϊόντα και υπηρεσίες που σχετίζονται με την καθαρή ενέργεια, από τη φόρτιση ηλεκτρικών οχημάτων και την αποθήκευση ενέργειας (μπαταρίες) έως τους ηλιακούς συλλέκτες. Ωστόσο, κύριο κίνητρό τους αποτελεί η εξοικονόμηση χρημάτων μέσω της μείωσης της ενέργειας που καταναλώνεται μακροπρόθεσμα.
Ο Δρ. Γιωργής Κριτσωτάκις, επικεφαλής του τομέα ενέργειας της Accenture στην Ελλάδα δήλωσε σχετικά: «Οι υψηλότεροι λογαριασμοί κοινής ωφέλειας προέκυψαν σε μια περίοδο ευρύτερων πληθωριστικών πιέσεων (ενδεικτικά σε στέγαση, διατροφή, μεταφορές και άλλα βασικά αγαθά). Το γεγονός αυτό υποχρεώνει τους παρόχους ενέργειας να κατανοήσουν καλύτερα και συνολικότερα τις ανάγκες των καταναλωτών, οικοδομώντας εμπιστοσύνη σύμφωνα με τους όρους τους. Είναι η κατάλληλη χρονική στιγμή να επανεφεύρουν τους οργανισμούς τους, υιοθετώντας μια πιο πελατοκεντρική προσέγγιση. Πώς όμως μπορούν να αντιμετωπίσουν το δίλημμα: δυσβάσταχτο κόστος για τον καταναλωτή ή σημαντικές καθυστερήσεις στην επίτευξη των στόχων αειφορίας; Απαιτεί σίγουρα έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης και δράσης.
Αυτό που βλέπουμε είναι ότι οι πάροχοι, βασιζόμενοι σε έναν ισχυρό ψηφιακό πυρήνα και αξιοποιώντας δεδομένα, AI και Generative AI, μπορούν να κατανοήσουν καλύτερα τις προσδοκίες των καταναλωτών για καθαρή ενέργεια, βελτιώνοντας παράλληλα την οικονομική προσιτότητά της. Ως Accenture, λαμβάνοντας υπόψη τις συζητήσεις με τους πελάτες μας και τα έργα που υλοποιούμε, βλέπουμε να αναπτύσσεται και στη χώρα μας ένα θετικό momentum και είμαι προσωπικά αισιόδοξος ότι οι πάροχοι ενέργειας θα κινηθούν ακόμα πιο δυναμικά προς την κατεύθυνση αυτή».