Η ελληνική οικονομία διατηρεί την ανοδική προοπτική της υπεραποδίδοντας έναντι της ζώνης του ευρώ κατά 1,5-2 ποσοστιαίες μονάδες, κατά μέσο όρο, σε πραγματικούς όρους, αναφέρει σε έκθεσή της η Wood. Η προσδοκία του οίκου είναι ότι η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να υπεραποδίδει σημαντικά της ευρωζώνης και να αναπτύσσεται κατά 2% ή περισσότερο τα επόμενα χρόνια χάρη στην ενίσχυση των επενδύσεων και των σταδιακών βελτιώσεων του τουρισμού και του βιομηχανικού τομέα. Όπως σημειώνει παράλληλα, η Ελλάδα είναι καλύτερα προστατευμένη έναντι της επιδείνωσης των εμπορικών εντάσεων παγκοσμίως από τις περισσότερες άλλες χώρες της ΕΕ.
Οι δαπάνες των νοικοκυριών αυξήθηκαν σε πραγματικούς όρους το πρώτο εξάμηνο του 2024 κατά 2%, κατά μέσο όρο, καλύτερα από το 1,6% του 2023, αλλά υστερούν σε σχέση με αυτό που θα περιμέναμε να δούμε, δεδομένης της συνεχιζόμενης μείωσης του ποσοστού ανεργίας.
Ο λόγος γι' αυτό είναι ουσιαστικά αμφίπλευρος: οι έρευνες για τα νοικοκυριά δεν αποκαλύπτουν καμία αντιληπτή βελτίωση στην πραγματική αγοραστική δύναμη από το 2019 και οι μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες παραμένουν σε μια μακρά διαδικασία βελτίωσης των ισολογισμών τους, η οποία αρχίζει να αποφέρει σημαντικά κέρδη, αλλά όχι αρκετά εκτεταμένα για να προσφέρει σημαντική βελτίωση στις προοπτικές για τους μισθούς των εργαζομένων.
Ποια είναι η κατάσταση της εγχώριας ζήτησης;
Καταναλωτές: Αυτό που κάνει την κατάσταση των ελληνικών νοικοκυριών να ξεχωρίζει στο πλαίσιο της ΕΕ είναι ότι οι έρευνες αποκαλύπτουν στάσιμες προσδοκίες για την οικονομία, στάσιμες προσδοκίες για τη μελλοντική προσωπική οικονομική θέση ή τις αποταμιεύσεις και δεν υπάρχει καμία σημαντική πτώση του πληθωρισμού που να γίνεται αντιληπτή ή να αναμένεται.
Αυτή η απογοητευτική εικόνα έρχεται σε αντίθεση με τις επιδόσεις ανάπτυξης του ΑΕΠ και είναι ίσως κάπως απαισιόδοξη, δεδομένου ότι έχει πραγματοποιηθεί κάποια ανάκαμψη στην αύξηση της κατανάλωσης κατά τη διάρκεια του 2024.
Προσδοκούμε ότι η οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται κατά 2% ή περισσότερο τα επόμενα χρόνια σε πραγματικούς όρους, κυρίως λόγω των αυξανόμενων επενδύσεων και της σταδιακής βελτίωσης της εικόνας του τουριστικού και βιομηχανικού τομέα. Η διάθεση για προσλήψεις στην Ελλάδα έχει μειωθεί από το ιστορικό υψηλό της, υψηλότερο σημείο τον Απρίλιο του 2024, αλλά παραμένει υψηλή σε ένα ιστορικό πλαίσιο και θα συνεχίσει να υποστηρίζει σταθερά κέρδη στην απασχόληση και την αργή βελτίωση των μισθών.
Η παραγωγικότητα της εργασίας, μετρούμενη από τη μεταβολή του λόγου ονομαστικού ΑΕΠ και απασχόλησης, αυξήθηκε κατά 4%, κατά μέσο όρο, το 2024 και κατά 7,6% σε ετήσια βάση το 2023.
Τα τελευταία χρόνια, οι τιμές των ακινήτων έχουν αυξηθεί απότομα και ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί σημαντικά, στα 830 ευρώ/μήνα επί του παρόντος και πιθανότατα θα αυξάνεται σταθερά πάνω από τον ρυθμό πληθωρισμού τα επόμενα χρόνια, γράφει η Wood. Ως αποτέλεσμα, η εκτίμησή μας είναι ότι ο εταιρικός τομέας έχει βελτιωθεί μέχρι στιγμής, αλλά απομένουν πολλά να γίνουν.
Επενδύσεις: Το ποσοστό επενδύσεων στην Ελλάδα έχει αυξηθεί στο 18,5% του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο του 2024, από 14,6% ένα χρόνο νωρίτερα, επιβεβαιώνοντας ότι ο συνδυασμός των πόρων της ΕΕ, των άμεσων ξένων επενδύσεων και των καλύτερων εταιρικών ισολογισμών βελτιώνει την εικόνα.
Η Ελλάδα είναι επιλέξιμη για συνολική κατανομή του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ύψους 36,1 δισεκατομμυρίων ευρώ για την περίοδο 2021-2026 και, μέχρι στιγμής, έχει αξιοποιήσει την τέταρτη δόση (συνολικά 17,2 δισεκατομμύρια ευρώ), αφήνοντας άφθονα περιθώρια για θετική στήριξη της ανάπτυξής της τα επόμενα δύο χρόνια.
Δημοσιονομική στάση: Σύμφωνα με την Εθνική Μεσοπρόθεσμη Δημοσιονομική Στρατηγική 2025-2028, η Ελλάδα στοχεύει να διατηρήσει πρωτογενές ισοζύγιο 2-2,5% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια, με στόχο την εξυγίανση του ελλείμματος του γενικού προϋπολογισμού από 1% του ΑΕΠ το 2024 σε 0,6% του ΑΕΠ το 2025.
Ο συνολικός πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 2,4% σε ετήσια βάση τον Οκτώβριο, μετριάζοντας από μια σύντομη επιτάχυνση στο 3% το καλοκαίρι και, κατά την άποψή μας, θα κυμανθεί γύρω στο 2-2,5% τους επόμενους μήνες.
Αν και ο μετρούμενος ρυθμός πληθωρισμού δεν είναι υψηλός, αρκεί για να τροφοδοτήσει τη δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων και είναι ένας από τους λόγους για την πρόσφατη απεργία των εργαζομένων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, που πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο του 2024, επισημαίνει η Wood.