Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να εμφανίζει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα μετά από μία πολύμηνη δοκιμασία σε ένα περιβάλλον υψηλής αβεβαιότητας, περιορισμού στην κίνηση κεφαλαίων, περιορισμένης ρευστότητας και εφαρμογής νέων δημοσιονομικών μέτρων, υπογραμμίζει η διεύθυνση οικονομικής ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας.
Η πορεία του ΑΕΠ -ακόμη και μετά την αναμενόμενη κάμψη κατά το 4ο τρίμηνο του 2015- επιβεβαιώνει τα πλέον αισιόδοξα σενάρια, σημειώνοντας εκτιμώμενη μείωση χαμηλότερη του 1,5% ετησίως το Β' εξάμηνο του 2015 συγκριτικά με 5% που ήταν οι επίσημες προβλέψεις -για την ίδια περίοδο- που δημοσιεύτηκαν μετά την επιβολή των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων.
Σε ετήσια βάση η ύφεση αναμένεται να είναι περίπου -0,3% έναντι αρχικών προβλέψεων για ύφεση -2,3% το 2015.
Παράλληλα, σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον η απασχόληση συνεχίζει να αυξάνεται (+2,2%, ετησίως την περίοδο Ιουλίου-Οκτωβρίου, με τη μισθωτή εργασία να αντιστοιχεί στο σύνολο σχεδόν των νέων θέσεων εργασίας και την αυτοαπασχόληση να μειώνεται) ενώ η ανάκαμψη των εσόδων από το ΦΠΑ (+10,5% ετησίως το Β' εξάμηνο, εκτός καυσίμων, στοιχεία προσαρμοσμένα για εποχικότητα) υπερέβη σημαντικά την αναμενόμενη απόδοση από τη μεταβολή των συντελεστών που εφαρμόστηκε τον περασμένο Ιούλιο.
Η Δ/ση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ επιχειρεί να ερμηνεύσει τις ανωτέρω τάσεις που διέπουν την περίοδο μετά την επιβολή των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων και τους περιορισμούς στη χρήση μετρητών. Από την ανάλυση διαπιστώνεται ότι το άλμα στις ηλεκτρονικές συναλλαγές -οι οποίες σχεδόν διπλασιάστηκαν σε ετήσια βάση το Β' εξάμηνο του 2015, κυρίως μέσω χρεωστικών και πιστωτικών καρτών αλλά και μέσω ηλεκτρονικής τραπεζικής- συνετέλεσε στη συρρίκνωση της παραοικονομίας και στήριξε τις ανταγωνιστικότερες (κυρίως μεγαλύτερες σε μέγεθος) επιχειρήσεις και το ΑΕΠ.
Ως εκ τούτου, αποτέλεσε βασικό ερμηνευτικό παράγοντα της πολύ πιο ήπιας, από το αναμενόμενο, ύφεσης σε συνδυασμό με τις χαμηλές τιμές πετρελαίου.
Η ανθεκτικότητα της οικονομικής δραστηριότητας και κυρίως της ιδιωτικής κατανάλωσης δεν μπορεί να ερμηνευτεί βάσει των συνήθων ερμηνευτικών παραγόντων
Πιο συγκεκριμένα, η πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης, όπως αποτυπώνεται τόσο στην αύξηση, σε ετήσια βάση, της καταναλωτικής δαπάνης το 3ο τρίμηνο του 2015, όσο και στην ήπια κάμψη των λιανικών πωλήσεων το δίμηνο Οκτωβρίου-Νοεμβρίου, δε μπορεί να ερμηνευτεί βάσει των συνήθων θεμελιωδών παραγόντων προσδιορισμού της καταναλωτικής συμπεριφοράς (διαθέσιμο εισόδημα, καταναλωτική εμπιστοσύνη, δημοσιονομικές επιδράσεις και τιμές του πετρελαίου), συνηγορώντας στην ύπαρξη και άλλων υποστηρικτικών παραγόντων που επενέργησαν στην οικονομία κατά το Β' εξάμηνο του 2015.
Τα μακροοικονομικά δεδομένα δεν φαίνεται να υποστηρίζουν ερμηνείες που αποδίδουν την αντοχή σε έκτακτες αγορές λόγω αβεβαιότητας και στην υποκατάσταση εισαγωγών με εγχώρια παραγωγή μετά την επιβολή των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων
Δύο έκτακτες επιδράσεις αυτής της περιόδου που θα μπορούσαν να αποτελέσουν πρόσφορες ερμηνείες της ανθεκτικότητας της κατανάλωσης, δηλαδή i) οι αναφορές σε έκτακτες αγορές από τα νοικοκυριά/επιχειρήσεις υπό την πίεση της αβεβαιότητας για Grexit ή κούρεμα καταθέσεων και ii) η ενδεχόμενη σημαντική στροφή της καταναλωτικής δαπάνης προς εγχώρια αγαθά και υπηρεσίες, δε φαίνεται να υποστηρίζονται από τα οικονομικά στοιχεία.