Στη συγκρότηση ειδικής ομάδας 30 εμπειρογνωμόνων για την Ελλάδα προχωράει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), προκειμένου να επισπευτεί η διαδικασία απορρόφησης του αναπτυξιακού πακέτου Γιούνκερ.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του «EuroActiv», η πολυμελής αυτή ομάδα ειδικών θα παρέχει εξειδικευμένη βοήθεια στους ενδιαφερόμενους ώστε να καταστήσει την πρότασή τους ελκυστική για επενδύσεις και εν τέλει να πάρει το πράσινο φως από την ΕΤΕπ.
Σημειώνεται ότι το πακέτο Γιούνκερ ,ύψους 315 δισ. ευρώ, αφορά σε μεγάλα έργα που προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα αλλά και μέσω σύμπραξης του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα (ΣΔΙΤ). Το μίνιμουμ ύψος της επένδυσης αγγίζει τα 10 εκατ. ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι τα έργα θα πρέπει να είναι μεγάλης εμβέλειας και έκτασης. Ωστόσο, υπάρχει πρόβλεψη και για έργα που προέρχονται από μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Όμως, στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να βρεθεί και ένας ενδιάμεσος φορέας για την υλοποίησή τους, όπως για παράδειγμα, μια τράπεζα.
Στην κορυφή της λίστας των χωρών που έχουν εκμεταλλευτεί το πακέτο Γιούνκερ βρίσκεται η Γαλλία, με 8 μεγάλα έργα υποδομών ύψους 1,2 δισ. ευρώ , τα οποία αναμένεται να δημιουργήσουν έως και 17.000 θέσεις εργασίας. Συγκεκριμένα, ένα από αυτά αφορά τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης περί των 40.000 κτιρίων. Η εν λόγω επένδυση είναι άμεσα ανταποδοτική, καθώς όχι μόνο θα μειώσει δραστικά το ύψος των λογαριασμών ηλεκτρισμού και θέρμανσης, αλλά θα έχει και σημαντικό περιβαλλοντικό αντίκτυπο.
Ενδιαφέρουσα είναι και η ισπανική περίπτωση, η οποία προωθεί την επέκταση των δικτύων διανομής φυσικού αερίου στη χώρα. Το έργο έχει συνολικό κόστος 160 εκατ. ευρώ και αναμένεται να δημιουργήσει 3.000 θέσεις εργασίας κατά τη διάρκεια της κατασκευής και 60 μόνιμες θέσεις εργασίας. Άλλες χώρες που έχουν εκμεταλλευθεί το πακέτο Γιούνκερ είναι η Ιταλία, η Βρετανία, το Βέλγιο, η Δανία, η Ολλανδία και η Πολωνία.
Όσον αφορά στην Ελλάδα, είναι σημαντικό ότι το πακέτο Γιούνκερ έχει συμπεριλάβει και έργα στον τουριστικό τομέα, γεγονός που θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί η χώρα στη δυσμενή αυτή οικονομική περίοδο, όπου οι πηγές χρηματοδότησης έχουν μειωθεί δραματικά.