Κάτω από τις 50 μονάδες, το όριο δηλαδή που χωρίζει την ύφεση από την ανάκαμψη, και συγκεκριμένα στις 48,4 μονάδες βρέθηκε για πρώτη φορά σε διάστημα τριών μονάδων ο δείκτης PMI στην Ελλάδα (Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της Markit για τον τομέα μεταποίησης). Μάλιστα, στην ανάλυση που συνοδεύει τα στοιχεία του δείκτη, ο Samuel Agass οικονομολόγος της Markit, ο οποίος καταρτίζει την έρευνα του ελληνικού PMI αναφέρει μεταξύ άλλων χαρακτηριστικά: “Δεδομένου ότι οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό και τη φορολογία έχουν ήδη προκαλέσει οικονομικές αντιξοότητες, οι προοπτικές εξόδου από την εν λόγω τεχνική κρίση φαίνονται προς το παρόν πολύ μακρινές”.
Πιο συγκεκριμένα, οι όγκοι παραγωγής των Ελλήνων παραγωγών αγαθών συρρικνώθηκαν για δεύτερο συνεχή μήνα κατά τη διάρκεια του Φεβρουαρίου. Ωστόσο, ο ρυθμός μείωσης ήταν σχετικά μέτριος. Οι ίδιοι οι επιχειρηματίες που λαμβάνουν μέρος στην έρευνα της Markit συνέδεσαν τη μείωση της παραγωγής με την οικονομική και πολιτική αβεβαιότητα για την οικονομία. Τα τελευταία στοιχεία υπέδειξαν περαιτέρω υποχώρηση των εισερχόμενων νέων εργασιών και με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον περασμένο Σεπτέμβριο, ενώ οι νέες παραγγελίες από την εξωτερική αγορά επίσης συρρικνώθηκαν. Ειδικά το τελευταίο αποδίδεται στις δυσκολίες που παρουσιάστηκαν στις μεταφορές ως αποτέλεσμα των πρόσφατων αγροτικών κινητοποιήσεων. Επιπλέον, οι Έλληνες κατασκευαστές, έχοντας λάβει μικρότερους όγκους νέων εργασιών, επικεντρώθηκαν στην αποπεράτωση των αδιεκπεραίωτων εργασιών. Ο αριθμός των εργαζομένων στον μεταποιητικό τομέα της Ελλάδας περιορίστηκε κατά τη διάρκεια του Φεβρουαρίου για πρώτη φορά σε διάστημα τριών μηνών, παρότι ο ρυθμός μείωσης ήταν οριακός. Ανεπιβεβαίωτα στοιχεία υπέδειξαν ότι ο μειωμένος αριθμός των εργαζομένων ήταν αποτέλεσμα των απολύσεων που πραγματοποιήθηκαν στον τομέα.
Οι Έλληνες κατασκευαστές εξακολούθησαν να περιορίζουν την αγοραστική τους δραστηριότητα κατά τη διάρκεια του Φεβρουαρίου, λόγω της μειωμένης ζήτησης. Η υποχώρηση αυτή ήταν εμφανής στη μείωση του όγκου αποθεμάτων προμηθειών. Οι μέσοι χρόνοι παράδοσης προμηθειών που αντιμετώπισαν οι παραγωγοί αγαθών στην Ελλάδα επιμηκύνθηκαν για δέκατο πέμπτο συνεχή μήνα. Επιπλέον, τα στοιχεία της έρευνας του Φεβρουαρίου υπέδειξαν τη σημαντικότερη επιδείνωση της απόδοσης των προμηθευτών που έχει καταγραφεί από τον Σεπτέμβριο του 2015 με τις καθυστερήσεις να αποδίδονται επίσης στις αγροτικές κινητοποιήσεις και στα προβλήματα που αυτές προκάλεσαν στις μεταφορές εμπορευμάτων.
Οι τιμές εκροών στον μεταποιητικό τομέα της Ελλάδας μειώθηκαν και πάλι τον Φεβρουάριο. Ο ρυθμός υποχώρησης ήταν έντονος και επέκτεινε την τρέχουσα τάση μείωσης των τιμών σε 60 συνεχείς μήνες. Υπήρξαν ενδείξεις ότι οι περιορισμένες τιμές χρέωσης ήταν αποτέλεσμα της μείωσης των τιμών εισροών, οι οποίες υποχώρησαν με τον ταχύτερο ρυθμό από τον Ιανουάριο του 2009. Τέλος, τα αποθέματα ετοίμων προϊόντων μειώθηκαν τον Φεβρουάριο, μολονότι με τον πιο ανεπαίσθητο ρυθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα οκτώ μηνών.
Πέραν των όσων αναφέρθηκαν στην αρχή, ο Samuel Agass επισημαίνει ακόμη σχετικά με τον κλάδο της μεταποίησης στην Ελλάδα, αλλά και την πορεία της εθνικής οικονομίας γενικότερα: “Το τρέχον οικονομικό κλίμα θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα οικείο για τους Έλληνες παραγωγούς αγαθών, δεδομένου ότι ο δείκτης PMI υπέδειξε περαιτέρω επιδείνωση των λειτουργικών συνθηκών. Ο κύριος δείκτης κατέγραψε τιμή κάτω από το κρίσιμο σημείο μηδενικής μεταβολής των 50.0 μονάδων τον Φεβρουάριο, ενώ φαίνεται ότι έχουν ξεθωριάσει τα ελπιδοφόρα σημάδια τα οποία διαφάνηκαν κατά τη διάρκεια των δύο προηγούμενων περιόδων της έρευνας. Οι βασικοί τομείς που καλύπτονται από την έρευνα παρείχαν ανησυχητικές ενδείξεις για τη σημερινή κατάσταση της υγείας του μεταποιητικού κλάδου στην Ελλάδα. Η παραγωγή συρρικνώθηκε περαιτέρω λόγω της σταθερής μείωσης των εισερχόμενων νέων εργασιών, ενώ οι περικοπές των θέσεων εργασίας ήταν εμφανείς μετά την καταγραφή ακόμα μιας σημαντικής μείωσης των επιπέδων αδιεκπεραίωτων εργασιών. Η σύγκριση των αποτελεσμάτων του δείκτη PMI με τις τελευταίες τιμές του ΑΕΠ σκιαγραφεί μία ακόμα απαισιόδοξη εικόνα της τρέχουσας κατάστασης της οικονομίας. Η κατά 0,6% συρρίκνωση στη διάρκεια του τέταρτου τριμήνου του 2015 ήταν η δυσμενέστερη που καταγράφηκε από τα μέλη της ευρωζώνης, ενώ συνέβαλε στην αυξανόμενη αβεβαιότητα σχετικά με το μέλλον της Ελλάδας”.