Το πακέτο των μέτρων ύψους 1% του ΑΕΠ ή περίπου 1,8 δις ευρώ που θα πρέπει να ληφθούν για να κλείσει το δημοσιονομικό κενό της διετίας 2017 – 2018 και να καταστεί περισσότερο πιθανή η επίτευξη του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018, θα απασχολήσει αυτή την εβδομάδα τις τεχνικές ομάδες της κυβέρνησης – κυρίως – και των δανειστών.
Οι θεσμοί θα πιάσουν δουλειά από τα μέσα της εβδομάδας, δεδομένης της αργίας του Καθολικού Πάσχα και στο τέλος της θα επιστρέψουν στην Αθήνα, με στόχο να ξεκινήσουν εκ νέου οι διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση από τις 4 Απριλίου. Μέχρι τότε, όμως, οι δύο πλευρές θα πρέπει να έχουν καταλήξει σε ένα πακέτο μέτρων ύψους 1% του ΑΕΠ, ώστε οι από κοντά συζητήσεις να καταγράψουν γρήγορη πρόοδο.
Στα μέτρα αυτά, περιλαμβάνεται η αύξηση της φορολόγησης μεγάλης μερίδας των βασικών αγαθών και υπηρεσιών. Σε τέτοιο βαθμό που στο οικονομικό επιτελείο φοβούνται ότι η επίπτωση των εν λόγω μέτρων θα είναι περισσότερο αρνητική για την οικονομία, παρά θετική για τον προϋπολογισμό. Για το λόγο αυτό και στο υπουργείο Οικονομικών περνούν από «κόσκινο» τις δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού, ώστε να εντοπίσουν κωδικούς που θα μπορούσαν να μειωθούν τα προς διάθεση κονδύλια και να δοθεί μία «ανάσα» στην υπέρμετρη φορολόγηση.
Και στην τρόικα, όμως, παραδέχονται ότι οι παρεμβάσεις που εξετάζονται για την κάλυψη του 1% του ΑΕΠ και αφορούν στην επιβολή επιπλέον φόρων είναι αρκετά «βαριές» για μία οικονομία που προσπαθεί να ανακάμψει και για νοικοκυριά που ήδη θα κληθούν να σηκώσουν νέα βάρη εξαιτίας της αύξησης της φορολογίας εισοδήματος.
Υπενθυμίζεται ότι μεταξύ των βασικότερων μέτρων που εξετάζεται να εφαρμοστούν περιλαμβάνεται η αύξηση των εσόδων από τον ΕΝΦΙΑ στη μεγάλη ακίνητη περιουσία κατά 200 εκατ. ευρώ (πέραν της αύξησης κατά 350 εκατ. ευρώ για να καλυφθεί η μείωση των εσόδων από την πρόσφατη αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών), η αύξηση της φορολογίας στην αμόλυβδη βενζίνη και τα καύσιμα κίνησης, η αύξηση του χαμηλού συντελεστή ΦΠΑ για κάποια προϊόντα (όπως τα βιβλία και οι εφημερίδες), η επιβολή τέλους στη συνδρομητική τηλεόραση και η αύξηση της φορολογίας στην κινητή τηλεφωνία.