Συμβιβαστική «φόρμουλα» για να ξεπεραστεί ο σκόπελος της προληπτικής επιβολής πρόσθετων μέτρων ύψους 3,6 δισ. ευρώ κατέθεσε η κυβέρνηση στους «θεσμούς».
Σύμφωνα με πληροφορίες, η πρόταση προβλέπει ότι θα κατατεθεί στη Βουλή νομοθετική διάταξη που θα προβλέπει ότι την άνοιξη του 2017 και την άνοιξη του 2018, με το που θα δημοσιεύονται τα τελικά στοιχεία για την πορεία του πρωτογενούς πλεονάσματος του προηγούμενου έτους από την Ελληνική Στατιστική Αρχή αλλά και την Eurostat, o υπουργός Οικονομικών θα προχωρεί σε αυτόματη περικοπή των δημοσίων δαπανών σε περίπτωση αποκλίσεων έναντι των στόχων (1,75% πλεόνασμα το 2017 και 3,5% το 2018).
Η διάταξη, θα προβλέπει αυστηρές κυρώσεις ακόμη και για τον ίδιο τον υπουργό Οικονομικών σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τη νομοθετική ρύθμιση προκειμένου να ενισχυθεί η αξιοπιστία της ελληνικής πλευράς.
Προκειμένου να μην δεσμευτεί η ελληνική πλευρά ότι τα μέτρα θα προέρχονται αποκλειστικά από το σκέλος των δαπανών –κάτι που παραπέμπει ευθέως σε μειώσεις μισθών στο δημόσιο αλλά και συντάξεων- η ίδια διάταξη προτείνεται να εξουσιοδοτεί τον υπουργό Οικονομικών να προτείνει ισοδύναμα μέτρα και από το σκέλος των εσόδων (δηλαδή επιβολή πρόσθετων φόρων).
Με τη συγκεκριμένη πρόταση, η ελληνική πλευρά ελπίζει ότι θα αποφύγει την υποχρέωση να κατονομάσει τώρα (πόσο μάλλον να ψηφίσει) μέτρα ύψους 3,6 δισ. ευρώ τα οποία λόγω του ποσού θεωρείται δεδομένο ότι θα προκαλέσουν θύελλα αντιδράσεων ακόμη και στο εσωτερικό της κοινοβουλευτικής ομάδας.
Σύμφωνα με κυβερνητικά στελέχη, η ελληνική πρόταση ουσιαστικά πληροί τις απαιτήσεις του Eurogroup που ζήτησε νομοθέτηση, αξιοπιστία, αυτοματισμό και αντικειμενικότητα.
Η νέα νομοθετική ρύθμιση, ουσιαστικά προτείνεται να «εμπλουτίσει» την ακόλουθη πρόβλεψη του μνημονίου:
«Οι αρχές δεσμεύονται να λάβουν περαιτέρω διαρθρωτικά μέτρα (σ.σ αναφέρει τον Οκτώβριο του 2016) αν κριθούν αναγκαία για να διασφαλιστούν οι στόχοι του 2017 και του 2018. Τα εν λόγω μέτρα θα περιλαμβάνουν τις αμυντικές δαπάνες, την προγραμματισμένη μεταρρύθμιση του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και το πάγωμα των υποχρεωτικών δαπανών».