Με τη συζήτηση στη Βουλή του νέου φορολογικού και συνταξιοδοτικού νομοσχεδίου, που ξεκίνησε την τρέχουσα εβδομάδα των Παθών, προστίθενται νέα επεισόδια στη διαρκώς αναβαλλόμενη ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης του 3ου Μνημονίου, υπογραμμίζει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο του δελτίο.
Οπως αναφέρει στο εβδομαδιαίο του δελτίο ο ΣΕΒ, η αποτυχία ολοκλήρωσης των διαπραγματεύσεων μεταξύ Θεσμών και Κυβέρνησης για τη λήψη πρόσθετων μέτρων, δυνητικής εφαρμογής, ύψους μέχρι και €3,6 δισ., ώστε να διασφαλισθεί η επίτευξη του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ μέχρι το 2018, προκαλούν τεράστια αβεβαιότητα στην οικονομία και φέρνουν μνήμες του εφιαλτικού πρώτου εξαμήνου του 2015.
Παράλληλα, φαίνεται να στενεύουν και τα χρηματοδοτικά περιθώρια εν όψει των αναγκών εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους που κορυφώνονται τον Ιούλιο του 2015, όπως υποδηλώνει η συγκέντρωση των αποθεματικών δημόσιων φορέων στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Στο πλαίσιο αυτό, θεωρείται πλέον βέβαιο ότι η οικονομία εισέρχεται σε μία νέα υφεσιακή φάση, με ένα μίγμα πολιτικής που στηρίζεται σε υπερβολική επιβάρυνση των συνεπών φορολογουμένων στην τρέχουσα περίοδο, έτσι ώστε η αναγκαία, αν και μη ορθολογικά σχεδιασμένη, περικοπή των συνταξιοδοτικών δαπανών να διολισθήσει προς το μέλλον.
Χωρίς να λαμβάνονται μέτρα άμεσης επανεκκίνησης της οικονομίας και περιστολής της φοροδιαφυγής, το μίγμα αυτό των μέτρων είναι αδιέξοδο και απειλεί με περαιτέρω φτωχοποίηση την κοινωνία. Η επιμονή της κυβέρνησης στην αύξηση φόρων αντί της περιστολής δαπανών και ο υφεσιακός αντίκτυπος που θα έχουν στην οικονομία, οδηγεί μυωπικά την Τρόικα να εμμένει στη λήψη επιπλέον εφεδρικών μέτρων που, δυστυχώς, ενισχύουν περαιτέρω το υφεσιακό κύμα και θα δώσουν τη χαριστική βολή στην οικονομία.
Χωρίς την άμεση αλλαγή πλεύσης προς την κατεύθυνση ενίσχυσης της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας και ανάκαμψης των ιδιωτικών επενδύσεων, η αποτυχία της οικονομικής πολιτικής είναι προδιαγεγραμμένη, και η καθήλωση της ελληνικής οικονομίας στη στασιμότητα απολύτως προβλέψιμη, σημειώνει ο ΣΕΒ.
Το λάθος μείγμα
Το μάθημα της τελευταίας 7ετίας συνεπώς είναι ότι η συνεχής αύξηση των φορολογικών βαρών σε όσους εργάζονται παραγωγικά στην Ελλάδα τελικά χειροτερεύει τα πράγματα για όλους. Μάλιστα, πλέον τα χειροτερεύει στο βαθμό που η ικανότητα του κοινωνικού κράτους να προσφέρει τα βασικά σε αυτούς που πραγματικά έχουν ανάγκη αμφισβητείται.
Στο πλαίσιο αυτό, τονίζει ο ΣΕΒ, θα περίμενε κανείς τόσο η κυβέρνηση όσο και οι δανειστές να τα καταφέρουν καλύτερα αυτή τη φορά από το:
- Να τιμωρήσουν για άλλη μια φορά με αυξημένους φόρους όσους ακόμα επιχειρούν και εργάζονται παραγωγικά στη χώρα μας.
- Να προστατέψουν για άλλη μια φορά ειδικά τους πρόωρους συνταξιούχους με μεγάλες συντάξεις εις βάρος των νέων που εργάζονται, και που σε αντίθεση με τους πρώτους έχουν λόγω ηλικίας την ευκαιρία να «ρίξουν μαύρη πέτρα πίσω τους» και να μειώσουν ακόμα περισσότερο τις τάξεις όσων μένουν στη χώρα για να «πληρώσουν το μάρμαρο».
Αντίθετα, θα περίμενε κανείς μια γενναία απόφαση ώστε:
- Η υπέρμετρη φορολόγηση όσων εργάζονται παραγωγικά και συνεισφέρουν τα περισσότερα στα κρατικά έσοδα να εκλογικευτεί, ώστε να έχουν κίνητρο να παραμείνουν στη χώρα και να εργαστούν για να αυξήσουν τα εισοδήματα τους, συνεισφέροντας στα δημόσια έσοδα όχι πρόσκαιρα μέσω αυξημένων συντελεστών, αλλά διαχρονικά με υγιή τρόπο μέσω της μεγέθυνσης της φορολογητέας ύλης.
- Να γίνει μια εκλογίκευση των αδιακρίτως εφαρμοζόμενων και παράλογα υψηλών, για χώρα που βρίσκεται στα πρόθυρα της κοινωνικής κατάρρευσης, φορολογικών προνομίων (θυμίζουμε ότι το οριζόντιο αφορολόγητο όπως ισχύει «κοστίζει» περί τα €6,5 δισ. το χρόνο). Οι ενισχύσεις αυτές πρέπει να προσφέρονται στοχευόμενα σε εκείνους που πραγματικά τα έχουν ανάγκη λόγω πολύ χαμηλού εισοδήματος, οικογενειακής κατάστασης ή μεγάλης ηλικίας.
- Την εκλογίκευση των φόρων στην παραγωγή, την επιχειρηματική δραστηριότητα και τα κέρδη, ώστε να ενθαρρυνθεί η εισροή επενδύσεων, η αύξηση της παραγωγής και η ενίσχυση των εξαγωγών, τις οποίες έχει απόλυτη ανάγκη η χώρα για να ανακάμψει.