Του Ανέστη Ντόκα
Ανενεργό έχει καταστεί το άρθρο 99, με αποτέλεσμα η Κυβέρνηση να επισπεύδει την κατάθεση νέου πτωχευτικού κώδικα. Οι πληροφορίες λένε ότι ένα προσχέδιο νέου Πτωχευτικού θα είναι έτοιμο το Σεπτέμβριο. Με την ψήφιση του νέου νομοσχεδίου θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για το μαζικό διακανονισμό όλων των ανοικτών υποθέσεων στα τραπεζικά δανειακά χαρτοφυλάκια. Η αφαίμαξη της ρευστότητας στις επιχειρήσεις που αδυνατούν πλέον να επιβιώσουν, αφού οι τράπεζες απορρίπτουν σχεδόν καθολικά τα σχέδια αναδιάρθρωσης δανεισμού, έχει καταργήσει στην πράξη το άρθρο 99 του πτωχευτικού κώδικα, καθώς οι υπερδανεισμένες εταιρείες είναι αντιμέτωπες με το εξής δίλημμα: είτε να παραδώσουν οι ιδιοκτήτες την εταιρεία τους δίνοντας ως ενέχυρο τις μετοχές και το σήμα (brand name) στις πιστώτριες τράπεζες που θα τοποθετήσουν νέα διοίκηση με στόχο την εξυγίανση, είτε να εξαγορασθούν από τους leaders (πρωταθλητές) του κλάδου τους, οι οποίοι όμως θα αποκτήσουν τα υγιή κομμάτια των επιχειρήσεων (δίκτυο, εγκαταστάσεις). Ειδικότερα, η εικόνα στους κλάδους ακτοπλοΐας, ιχθυοκαλλιεργειών, μετάλλου και ενδύματος είναι απελπιστική.
Οι αιτήσεις εταιρειών για υπαγωγή στο άρθρο 99 έχουν ανασταλεί από το Νοέμβριο του 2013, αφού το δεύτερο εξάμηνο του 2013 στο Πρωτοδικείο Αθηνών κατατέθηκαν μόλις 8 αιτήσεις έναντι 46 του πρώτου εξαμήνου του 2013. Όπως δηλώνουν στο www.businessnews.gr οι εκπρόσωποι μεγάλων δικηγορικών γραφείων της Αθήνας, που εξειδικεύονται στο πτωχευτικό δίκαιο, «οι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων έρχονται στα γραφεία μας και μας αφήνουν ως ενέχυρο περιουσιακά στοιχεία (αυτοκίνητα, σπίτια), αρκεί να μην οδηγηθούν σε προφυλάκιση λόγω των χρεών τους, αφού οι τράπεζες απορρίπτουν τις αιτήσεις για αναδιάρθρωση του δανεισμού τους που δεν συνοδεύονται από επικυρωμένο business plan εγνωσμένης εταιρείας συμβούλων». Οι τράπεζες υπό το βάρος των stress tests που διενήργησε η Black Rock αλλά και των επιτρόπων δεν εγκρίνουν πλέον αναδιαρθρώσεις, ενώ όπως τονίζει δικηγόρος μεγάλου γραφείου στο κέντρο της Αθήνας, «ακόμη και αξιόπιστο business plan να καταθέσουμε στις τράπεζες, έχουν αλλάξει οι διευθύνσεις των τμημάτων για τα δάνεια και οι νέοι προϊστάμενοι, υπό το φόβο να βρεθούν υπόλογοι κατ’ αρχάς στους επιτρόπους και αργότερα στη Δικαιοσύνη για παλαιότερα δάνεια στην ίδια εταιρεία, δεν υπογράφουν τις συμβάσεις αναδιάρθρωσης και έτσι οι εταιρείες οδηγούνται στη χρεοκοπία».
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι θα αλλάξει ο νόμος της πτωχευτικής διαδικασίας, αφού στόχος του άρθρου 99 ήταν να δοθεί μία τετραετής «ασυλία» στους υπερδανεισμένους επιχειρηματίες, με σκοπό να σώσουν την εταιρεία και τις θέσεις των εργαζομένων. Οι τράπεζες έχουν αποφασίσει να προχωρήσουν στην πώληση αρχικά επιχειρηματικών δανείων που είτε τα έχουν διαγράψει είτε έχουν σχηματίσει υψηλές προβλέψεις. Οι τράπεζες θα ξεκινήσουν τις πωλήσεις από προβληματικά δάνεια χωρίς αξιόλογες εγγυήσεις, έστω και με ζημία, ή από τις περιπτώσεις εταιρειών που μέρος των δανείων έχει ήδη κεφαλαιοποιηθεί, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να έχουν καταστεί μέτοχοι.
Όπως εξηγούν στελέχη εταιρειών με εξειδίκευση στις τραπεζικές αναλύσεις, «δεν μπορεί η τράπεζα να βρεθεί με επιχειρήσεις στην κατοχή της. Δεν είναι η δουλειά της να κάνει τον επιχειρηματία». Η εντολή που δίνεται από τις πιστώτριες τράπεζες είναι να προχωρήσουν άμεσα στην πώληση βιομηχανικών εγκαταστάσεων ή δικτύων διανομής, προκειμένου να εξασφαλίσουν την απαιτούμενη ρευστότητα. Τα πρόσφατα παραδείγματα πτώχευσης των εισηγμένων της Fintexport, της Nutriart, της Sprider Stores, της Alapis, της Shelman, της Χ.Κ.Τεγόπουλος και της «Πετζετάκις» Βορείου Ελλάδος τη διετία 2013-2014 αποτυπώνουν το αρνητικό κλίμα στον επιχειρηματικό κόσμο. Το μήνυμα για το μέλλον των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων έδωσε και ο πρώην ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιώργος Προβόπουλος, τονίζοντας τα εξής: «Θα ήταν “ανώφελο και επικίνδυνο” να αφεθούν να λειτουργούν χρόνια αδύναμες, υποκεφαλαιοποιημένες, υπερχρεωμένες επιχειρήσεις. Οι εταιρείες πρέπει να στραφούν σε εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης, αφού οι τραπεζικές χορηγήσεις, βραχυχρόνια, θα παραμείνουν περιορισμένες, ενώ δεν πρέπει να επαναληφθούν συνθήκες άπλετης και ενίοτε ελαστικής χρηματοδότησης».