«Βρόχος» για τις επιχειρήσεις αποτελεί η αύξηση των καθυστερήσεων στις πληρωμές, τόσο αυτών που τους οφείλει το δημόσιο όσο και αυτών που τους οφείλουν άλλες επιχειρήσεις. Σύμφωνα με την έκθεση European Payment Report 2016 ο μέσος πραγματικός χρόνος αποπληρωμής των οφειλών του Δημοσίου αυξήθηκε κατά 66 ημέρες σε σύγκριση με πέρυσι, από τις 49 στις 115 ημέρες. Την έκθεση διενεργεί η Intrum Justitia, εταιρεία που δραστηριοποιείται στην είσπραξη οφειλών και στη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων δανείων. Φέτος πραγματοποιήθηκε από τον Φεβρουάριο έως τον Απρίλιο του 2016 σε 9.440 εταιρείες σε 29 ευρωπαϊκές χώρες.
Σε πολύ υψηλά επίπεδα κυμαίνεται και ο μέσος συμβατικός χρόνος πληρωμής, στις 91 ημέρες από 35 πέρυσι. Στις 63 ημέρες από 32 ημέρες πέρυσι αυξήθηκε ο πραγματικός χρόνος πληρωμής στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεις, ενώ στις 41 ημέρες από 21 το 2015 ο μέσος πραγματικός χρόνος πληρωμής οφειλών καταναλωτών προς επιχειρήσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 62% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα δήλωσε ότι έχει αναγκαστεί να δεχθεί επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής από τους πελάτες τους, παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο επηρεάζει αρνητικά τη λειτουργία της επιχείρησης. Η καθυστέρηση των πληρωμών αποτελεί βεβαίως μάστιγα για την απασχόληση. Το 51% δηλώνει ότι εάν οι πληρωμές γίνονταν εγκαίρως θα προσλάμβανε περισσότερους υπαλλήλους.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με την έκθεση, κατέχει μια «πρωτιά»: είναι η χώρα, μεταξύ των «29» που έχει διενεργηθεί η έρευνα, με το μεγαλύτερο ποσοστό επισφαλειών επί των συνολικών εσόδων, 5,8%, που διαγράφονται διότι δεν εισπράττονται ποτέ ή εισπράττονται με πολύ μεγάλη καθυστέρηση.
Το 86% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα θεωρεί ότι οι οφειλέτες του καθυστερούν τις πληρωμές λόγω των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν, ενώ ένα 54% θεωρεί ότι η καθυστέρηση αυτή είναι σκόπιμη.
Οι κυριότερες επιπτώσεις κατά σειρά προτεραιότητας για τις επιχειρήσεις λόγω της καθυστέρησης πληρωμών είναι σύμφωνα με τις απαντήσεις των επιχειρήσεων στην Ελλάδα οι ακόλουθες: έλλειψη ρευστότητας, απώλεια εισοδήματος, παρεμπόδιση ανάπτυξης της επιχείρησης, απειλή για την επιβίωση της επιχείρησης, αδυναμία πρόσληψης νέων υπαλλήλων, αύξηση κόστους λειτουργίας, απολύσεις προσωπικού.
Το φαινόμενο της καθυστέρησης πληρωμών δεν είναι ελληνικό, αλλά πανευρωπαϊκό. Τρία χρόνια δε μετά την υιοθέτηση της κοινοτικής οδηγίας για την καθυστέρηση πληρωμών η οποία ορίζει συγκεκριμένες προθεσμίες και δυνατότητα διεκδίκησης τόκων υπερημερίας, μόλις το 28% στην Ευρώπη δηλώνει ότι γνωρίζει την εν λόγω νομοθεσία και εξ αυτών κάτι λιγότερο από 20% έχει διαπιστώσει θετικές συνέπειες από την εφαρμογή της.
Το πλήγμα από την καθυστέρηση είναι ισχυρότερος για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις , τόσο στις συναλλαγές τους με το δημόσιο όσο και στις συναλλαγές τους με μεγαλύτερους ομίλους. Σύμφωνα με την European Payment Report 2016 το 41% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ευρώπη δηλώνει ότι η μη έγκαιρη πληρωμή τους εμποδίζει την ανάπτυξή τους, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην περίπτωση των μεγάλων ομίλων είναι 30%. Σπανίως δε οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι διασφαλισμένες έναντι των κακοπληρωτών. Το 28% δηλώνει ότι δεν χρησιμοποιούν εργαλεία όπως οι τραπεζικές εγγυήσεις, η ασφάλιση πιστώσεων, εισπρακτικές εταιρείες ή ακόμη και factoring, ποσοστό που στην περίπτωση των μεγάλων επιχειρήσεων είναι πολύ μεγαλύτερο, της τάξης του 10%. Με άλλα λόγια πάνω από το 25% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι εξαιρετικά εκτεθειμένο στους κακοπληρωτές.
Τα «φέσια» διαμορφώνουν μία Ευρώπη «τεσσάρων ταχυτήτων». Έτσι, στη Νότια Ευρώπη (περιλαμβάνει την Ελλάδα, την Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία) περιοχή που χαρακτηρίστηκε από την κρίση χρέους και την ύφεση, το 71% των επιχειρήσεων δηλώνουν ότι τους έχει ζητηθεί από τους πελάτες τους να επιμηκύνουν το χρόνο πληρωμών, αν και πρόκειται για περιοχή όπου έτσι κι αλλιώς παρατηρούνται οι μεγαλύτεροι μέσοι συμβατικοί και πραγματικοί χρόνοι πληρωμής.
Στη Βόρεια Ευρώπη (περιλαμβάνει τις σκανδιναβικές χώρες και τις χώρες της Βαλτικής) οι χρόνοι πληρωμών είναι μεν μικρότεροι σε σχέση με τη Νότια Ευρώπη, παρατηρείται όμως πολύ μεγαλύτερη πίεση από τους μεγάλους πολυεθνικούς ομίλους προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όταν οι πρώτοι είναι πελάτες των δεύτερων.
Στην Κεντρική Ευρώπη (περιλαμβάνει το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ελβετία, την Ολλανδία, την Ιρλανδία, την Ουγγαρία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, το Βέλγιο και την Αυστρία) δεν είναι υψηλά τα ποσοστά των επιχειρήσεων που ζητούν μεγαλύτερο χρόνο αποπληρωμής των οφειλών τους, όμως είναι η περιοχή όπου οι καθυστερήσεις πληρωμών δημιουργούν το μεγαλύτερο κίνδυνο επιβίωσης για τις επιχειρήσεις. Το 31% των επιχειρήσεων στην Κεντρική Ευρώπη δηλώνει ότι η καθυστέρηση πληρωμών προκαλεί απολύσεις, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στη Βόρεια Ευρώπη είναι 8%.
Στην Ανατολική Ευρώπη (περιλαμβάνει τη Σλοβενία, τη Σλοβακία, τη Σερβία, τη Ρουμανία, την Πολωνία, την Τσεχία, την Κροατία, τη Βουλγαρία και τη Βοσνία) το πλέον σημαντικό πρόβλημα είναι η πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση. Μόνο μία στις τρεις επιχειρήσεις στην περιοχή αυτή δηλώνει ότι έχει ικανοποιητική πρόσβαση στην τραπεζική πίστωση.
«Δανεικά κι αγύριστα» για περισσότερες ημέρες
Τι αποκαλύπτει η φετινή έκθεση για τις καθυστερήσεις πληρωμών