Στη μεγαλύτερη ναυτιλιακή έκθεση στον κόσμο -αυτήν των «ΠΟΣΕΙΔΩΝΙΩΝ» που ανοίγει σήμερα τις πύλες της- δίνεται η δυνατότητα στη χώρα να θέσει τις προτεραιότητες για τον κλάδο, οι οποίες είναι η ποιοτική ναυτιλία, η προστασία του περιβάλλοντος και η αναβάθμιση της εργασίας.
Αυτό τονίζει ο Θοδωρής Δρίτσας, υπογραμμίζοντας πως η Ελλάδα, η οποία έχει την πρωτοκαθεδρία στη ναυτιλία παγκοσμίως, δύναται να πρωταγωνιστήσει στα εν λόγω ζητήματα, όχι μόνον ως ισότιμη δύναμη, αλλά ως δύναμη που ανοίγει δρόμους.
Ο υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο, υπογραμμίζει ότι το μέλλον της ελληνικής ναυτιλίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη διατήρηση του ενεργού ναυτεργατικού δυναμικού και εκτιμά ότι σήμερα έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για να ληφθούν σημαντικές και γενναίες αποφάσεις προς αυτήν την κατεύθυνση.
Ολόκληρη η συνέντευξη έχει ως εξής:
Ερώτηση: Σήμερα εγκαινιάζεται η ναυτιλιακή έκθεση των ΠΟΣΕΙΔΩΝΙΩΝ. Τι προσδοκά το υπουργείο από την έκθεση αυτή και ποιο μήνυμα θέλει να μεταφέρει προς τις ξένες αντιπροσωπείες;
Πράγματι είναι η μεγαλύτερη ναυτιλιακή έκθεση στον κόσμο. Αυτή τη φορά, τα ΠΟΣΕΙΔΩΝΙΑ ξεπερνούν σε συμμετοχή και σε θεματική παρουσίαση - σεμιναριακή και συνεδριακή- κάθε άλλη προηγούμενη διοργάνωση. Πράγματι, είναι μια πολύ καλή δυνατότητα- να μην την πω ευκαιρία- να θέσει η Ελλάδα, και αυτό θα κάνει το υπουργείο, τις προτεραιότητες για τον κλάδο της ναυτιλίας: ποιοτική ναυτιλία, προστασία του περιβάλλοντος και αναβάθμιση της εργασίας. Κανόνες διεθνείς, έτσι ώστε ο ανταγωνισμός, που είναι παγκοσμιοποιημένος και σκληρός, να διεξάγεται μέσα σε πλαίσιο. Να αναπτύσσεται το θαλάσσιο εμπόριο, η μεταφορική διαδικασία επωφελεία των κοινωνιών, των χωρών, των κρατών, κάτι που είναι και ο κοινωνικός ρόλος της ναυτιλίας.
Σε αυτό τον τομέα η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα, την πρωτοκαθεδρία της ναυτιλίας παγκοσμίως. Με το σημαντικό ρόλο που παίζει στον IMO, έχει τη δυνατότητα να πρωταγωνιστήσει σε όλα αυτά τα ζητήματα, όχι απλώς και μόνο ως ισότιμη δύναμη, αλλά και ως δύναμη που θέτει ζητήματα και ανοίγει δρόμους. Οι συνεργασίες είναι πολύ θετικές προς αυτή την κατεύθυνση.
Ερώτηση: Αυτήν τη στιγμή έχουμε απεργιακές κινητοποιήσεις στα λιμάνια του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης. Οι εργαζόμενοι ζητούν κατοχύρωση των εργασιακών τους σχέσεων. Πως θα τις εξασφαλίσει το υπουργείο;
Η ελληνική κυβέρνηση έχει σταθεί με πολύ καθαρούς όρους σε αυτά τα ζητήματα και έχει στείλει σε κάθε κατεύθυνση τα σωστά μηνύματα. Η ανάπτυξη των λιμανιών του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, οι επενδύσεις, το άνοιγμα νέων αγορών, νέων πελατών για τα λιμάνια, η αξιοποίηση του δυναμισμού που, ούτως ή άλλως, έχει το λιμάνι του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση αλλαγή προς το χειρότερο των εργασιακών σχέσεων.
Θέλουμε σε αυτήν τη νέα περίοδο, και στον Πειραιά και στη Θεσσαλονίκη, οι εργασιακές σχέσεις να παραμείνουν ασφαλείς και σταθερές. Είμαστε δύο μήνες τώρα, σε διαρκείς διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των συνδικαλιστικών ενώσεων, ώστε εργαλεία που υπάρχουν να αξιοποιηθούν, και σε αυτά να προστεθούν και άλλα εργαλεία, μέσα σε ένα πλαίσιο διαμόρφωσης μιας στέρεης βάσης, σεβασμού των εργασιακών σχέσεων και δικαιωμάτων.
Οι εργαζόμενοι στον Πειραιά και στη Θεσσαλονίκη, είναι εργαζόμενοι που πολλοί από αυτούς έχουν προσληφθεί μέσω ΑΣΕΠ και έχουν μια διαδρομή διανύσει. Όλα αυτά πρέπει να γίνουν σεβαστά και η κυβέρνησή μας επιδιώκει να ενισχύσει τα εργαλεία προς αυτή την κατεύθυνση πάντα με καθαρούς όρους και πάντα λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα που διαμορφώνει το νέο περιβάλλον.
Ερώτηση: Μιλήσατε για λιμάνι με ιδιαίτερο δυναμισμό όσον αφορά στο εμπόριο. Ο ΣΥΡΙΖΑ όταν ήταν στην αντιπολίτευση είχε ταχθεί κατά της ιδιωτικοποίησης. Τι μεσολάβησε;
Η ευρωπαϊκή πρακτική μέχρι στιγμής, θέλει μια λειτουργία των λιμανιών, και αυτή είναι μια παράδοση ευρωπαϊκή, που τα λιμάνια διοικούνται είτε από την αυτοδιοίκηση, είτε από τα επιμελητήρια, είτε από δημόσιους φορείς, είτε από ενώσεις χρηστών. Kαι όλο αυτό δείχνει τον κοινωνικό δυναμισμό σε κάθε λιμάνι. Αυτήν την παράδοση δεν πρέπει να τη χάσουμε.
Ο τρόπος με τον οποίο εξελίχθηκαν τα πράγματα, έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι διαγωνιστικές διαδικασίες για την πώληση του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών στον Πειραιά και στην Θεσσαλονίκη είχαν ξεκινήσει, είχαν δρομολογηθεί και είχαν διανύσει και ένα σημαντικό τμήμα της διαδρομής από το προηγούμενο διάστημα. Στο συμβιβασμό που έγινε πέρυσι το καλοκαίρι με τους εταίρους, συμπεριελήφθησαν και οι ιδιωτικοποιήσεις των εννέα σημαντικών παραγωγικών δραστηριοτήτων, μεταξύ των οποίων, και τα δύο λιμάνια. Δεν ήταν στην προγραμματική μας φαρέτρα αυτό.
Στα νέα δεδομένα και μέσα από τη δέσμευση που αναλάβαμε, δεν εννοούμε ότι η πορεία θα πάψει να έχει κοινωνικό πρόσημο και όφελος και να υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον. Θέλουμε την αναβάθμιση του δυναμισμού. Και το λιμάνι της Θεσσαλονίκης και το λιμάνι του Πειραιά είναι δυναμικά λιμάνια χρόνια τώρα. Δεν είναι σε πτώση. Είναι σε διαρκή παρουσία στη διεθνή λιμενική βιομηχανία με πολλές προσδοκίες και φιλοδοξίες.
Εύχομαι η νέα πορεία να τα αναβαθμίσει ακόμα περισσότερο, με κοινωνικό πρόσημο και κοινωνικό όφελος και εξασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος. Σε αυτήν την κατεύθυνση νομίζω ότι θα βοηθήσουν μια σειρά εργαλείων που με μεγάλη προσπάθεια και σοβαρότητα θεσμοθετήσαμε.
Ερώτηση: Αυτή τη στιγμή γύρω στους 1.400 πρόσφυγες εξακολουθούν να διαμένουν στο λιμάνι του Πειραιά. Πότε θα μετακινηθούν προς κέντρα φιλοξενίας;
Δημοσίως είχα τοποθετηθεί ότι στόχος μας είναι μέχρι το Πάσχα το λιμάνι του Πειραιά να αδειάσει. Ποτέ δεν θεωρήσαμε το λιμάνι του Πειραιά μόνιμο χώρο παραμονής, διαμονής και μόνιμο καταυλισμό. Από αυτήν την άποψη με βάση το στόχο που βάλαμε πετύχαμε πολλά. Μειώσαμε από 5.500 με 6.000 περίπου, τον αριθμό που τότε υπήρχε, σε αυτό που αναφέρετε, κάτω από 2.000 σε 1.400. Δεν πετύχαμε μέχρι στιγμής να αδειάσει το λιμάνι. Είμαστε, όμως, στη διαδρομή και το επόμενο διάστημα είναι προγραμματισμένο αυτό να γίνει. Όλα εξαρτώνται από τη δυνατότητα να αναπτύσσονται οι νέοι χώροι φιλοξενίας, όπου θα εγκατασταθούν αυτοί οι άνθρωποι. Από την Ειδομένη είδαμε την εξέλιξη, από το Ελληνικό εκκρεμεί και από τον Πειραιά.
Ερώτηση: Πρόσφατα ξεκίνησαν συνομιλίες μεταξύ της Πανελλήνιας Ναυτικής Ομοσπονδίας και της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών αναφορικά με τις σχέσεις εργασίας στην ποντοπόρο ναυτιλία.
Επίσημη ενημέρωση για αυτή την εξέλιξη δεν έχω. Επομένως θα περιοριστώ σε αυτά που έχουν διανυθεί όλο αυτό το διάστημα που είμαι υπουργός. Τόσο στην ανάληψη των καθηκόντων μας τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο του 2015, όσο και το Σεπτέμβριο, και στη Βουλή στις προγραμματικές δηλώσεις, και στην τελετή παράδοσης- παραλαβής στο υπουργείο, αλλά και με πολλές άλλες ευκαιρίες, έστειλα παντού το μήνυμα ότι το υπουργείο ενθαρρύνει και είναι έτοιμο να προσφέρει τις καλές τους υπηρεσίες και προς την εργοδοσία και προς τη ναυτεργασία για τη σύναψη μιας συλλογικής σύμβασης εργασίας που θα περιλαμβάνει όχι μόνο τα θεματικά, τα συνήθη μισθολογικά εργασιακά και όλα τα άλλα, αλλά θα περιλαμβάνει και ένα συμβόλαιο-να το πω έτσι-διετούς, τριετούς, πενταετούς διάρκειας για τη δραστική αύξηση συμμετοχής των Ελλήνων ναυτικών στα πλοία με ελληνική σημαία και στα ελληνόκτητα πλοία. Και όταν λέω των Ελλήνων ναυτικών εννοώ και της πρώτης και της δεύτερης και της τρίτης τάξης αξιωματικών, αλλά και τις άλλες ειδικότητες και τα κατώτερα πληρώματα.
Το μέλλον της ελληνικής ναυτιλίας συνδέεται άρρηκτα κατά την άποψη μας με τη διατήρηση του ενεργού ναυτεργατικού πληθυσμού. Χωρίς Έλληνες ναυτικούς, η ελληνική ναυτιλία μπορεί να παραμείνει δυνατή, ωστόσο θα είναι περισσότερο ελληνόκτητη παρά ελληνική. Και από αυτή την άποψη, θα έχει μεγάλη σημασία και για τον δικό της ανταγωνισμό. Πέρα από το ό,τι είναι μια αναγκαία πράξη δικαιοσύνης για τους Έλληνες ναυτικούς και για μέλλον της εργασίας και την ανάπτυξη της χώρας. Από εκεί και πέρα όλα τα υπόλοιπα είναι ζητήματα των δύο μερών. Τη διαβούλευση δεν την κάνει το υπουργείο την κάνουν τα δύο μέρη.
Ερώτηση: Εκτιμάται ότι στην περίοδο που διανύουμε με τη μεγάλη ανεργία θα πρέπει και τα δύο μέρη να βάλουν νερό στο κρασί τους;
Εκτιμώ ότι είναι ώριμα τα πράγματα για να υπάρξουν γενναίες και πολύ σημαντικές αποφάσεις σε αυτή την κατεύθυνση. Γιατί ισχύει αυτό που σας είπα πριν. Από αυτό εξαρτάται το μέλλον της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής ναυτιλίας και από την άλλη η ανάγκη για εργασία στη θάλασσα είναι περισσότερο προφανής και επιτακτική από ποτέ άλλοτε. Από αυτή την άποψη δεν μπορούμε να περιμένουμε. Νομίζω ότι πρέπει να βγει από όλες αυτές τις διαβουλεύσεις, που εσείς αναγγείλατε, ένα θετικό μήνυμα με πραγματικούς όρους και κανόνες σεβασμού στον κόσμο της ναυτεργασίας.