Καμπανάκι κινδύνου για την πορεία της ελληνικής οικονομίας από την υπερβολική έμφαση στις αυξήσεις φόρων που αποφασίστηκε στο πλαίσιο της πρώτης αξιολόγησης σημαίνει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας στην έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2015 – 2016, που υπέβαλε την Τετάρτη στον Πρόεδρο της Βουλής. «Μια μεγαλύτερη του αναμενομένου υφεσιακή επίπτωση του αυξημένου φορολογικού βάρους θα είχε ως δευτερογενή επίδραση την απόκλιση των δημοσιονομικών στόχων για τα έσοδα» γράφει στο εισαγωγικό του σημείωμα.
Παράλληλα τονίζει ότι «τυχόν καθυστέρηση στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων που προβλέπονται στο πρόγραμμα θα περιορίσει την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα αναζωπύρωση της αβεβαιότητας, υπονόμευση του κλίματος εμπιστοσύνης και εξασθένηση των προοπτικών οριστικής εξόδου από την κρίση».
Προειδοποιεί ακόμα ότι «τυχόν επιδείνωση της προσφυγικής κρίσης θα μπορούσε να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στον τουρισμό και το εμπόριο, επιβραδύνοντας την ανάκαμψη της οικονομίας».
Επανέρχεται, ακόμα στο θέμα μείωσης του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 2%. Σύμφωνα με πληροφορίες ο κ. Στουρνάρας στην έκθεση μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι σενάρια που εξέτασε η κεντρική Τράπεζα δείχνουν ότι η βιωσιμότητα χρέους είναι επιτεύξιμη και με 2% του ΑΕΠ τελικό πρωτογενές πλεόνασμα και μια μάλλον ήπια ανακούφιση χρέους που δεν επιβάλλει ζημιές στους δανειστές. Αυτή θα αφορά την επέκταση των λήξεων κατά 20 χρόνια και την κεφαλαιοποίηση αναβαλλόμενων τόκων σε ισόποσες δόσεις κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 20 ετών. Ο Έλληνας κεντρικός τραπεζίτης με παρεμβάσεις του έχει επανειλημμένως χαρακτηρίσει ως “μη ρεαλιστικό και κοινωνικά ανέφικτο” τον στόχο να απαιτείται πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ από το 2018 και έπειτα. Για την ΤτΕ χρειάζεται «ένα πιο ισορροπημένο μείγμα οικονομικής πολιτικής, με έμφαση στη μείωση της φορολόγησης, ενθάρρυνση των ιδιωτικών επενδύσεων και συνεισφορά σε βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης».