Συρρίκνωση του ελληνικού ΑΕΠ κατά 1% «βλέπει» για φέτος το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), στην τριμηνιαία έκθεσή του για την πορεία της οικονομίας.
Σύμφωνα με την ανάλυση του ΙΟΒΕ, τα νέα μέτρα, τα οποία λήφθηκαν στο πλαίσιο της πρώτης αξιολόγησης, αναμένεται να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην ιδιωτική κατανάλωση και ακολούθως, στην απασχόληση κλάδων προϊόντων - υπηρεσιών για τον τελικό καταναλωτή.
Το Ίδρυμα εκτιμά παράλληλα, ότι η ανεργία θα διαμορφωθεί το τρέχον έτος, στο 24,7% και ότι ο πληθωρισμός θα περιοριστεί στο -0,3%.
Από την έρευνα, προκύπτει ότι ένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική οικονομία, είναι η ανεπάρκεια των εγχωρίων αποταμιεύσεων για τη στήριξη ενός επενδυτικού προγράμματος, το οποίο θα εξασφαλίζει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανόδου και παράλληλα, θα ικανοποιεί τους φιλόδοξους δημοσιονομικούς στόχους που έχουν τεθεί στο πρόγραμμα προσαρμογής που ακολουθείται.
Το πρόβλημα - σύμφωνα με το ΙΟΒΕ - επιτείνει η αδυναμία του τραπεζικού συστήματος να διαδραματίσει τον διαμεσολαβητικό του ρόλο και να ενισχύσει τη διαδικασία μετατροπής αποταμιεύσεων σε επενδύσεις. Η εισροή πόρων από το εξωτερικό είναι απαραίτητη προϋπόθεση και ουσιαστικά η μόνη λύση για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας και την οριστική της έξοδο από την κρίση.
Επομένως - προστίθεται στην ανάλυση - εκείνο που απαιτείται τώρα είναι η ενίσχυση της αξιοπιστίας της χώρας ώστε να καταστεί ένας ασφαλής επενδυτικός προορισμός και να προσελκυστούν οι απαραίτητοι πόροι. Η παραχώρηση των μετοχών του ΟΛΠ στην COSCO και στη συνέχεια η ανάπτυξη του λιμένα Πειραιώς μπορεί να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση, στέλνοντας ένα ισχυρό σήμα στις διεθνείς αγορές ότι η Ελλάδα είναι ένας ασφαλής και ελκυστικός επενδυτικός πόλος.
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ άλλωστε, η ανάπτυξη του λιμένα Πειραιώς και η δημιουργία ενός κέντρου διεθνούς εμβέλειας για το διαμετακομιστικό εμπόριο, αλλά και για τον τουρισμό και την κρουαζιέρα, αναμένεται να έχει πολλαπλές θετικές επιδράσεις στην εγχώρια οικονομία και στην κοινωνία μέσω των άμεσων επενδυτικών επιδράσεων, των συνεργειών, καθώς και των λοιπών καθετοποιημένων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που θα αναπτυχθούν.
Η ύφεση στην ελληνική οικονομία συνεχίστηκε για τρίτο τρίμηνο στην περίοδο Ιανουαρίου - Μαρτίου φέτος και κλιμακώθηκε, φθάνοντας το 1,4%, έναντι υποχώρησης του ΑΕΠ κατά 0,9% στο αμέσως προηγούμενο τρίμηνο και ήπιας ανόδου του στο πρώτο τρίμηνο πέρυσι (+0,4%).
Σε ότι αφορά τις τάσεις στις επιμέρους συνιστώσες του ΑΕΠ κατά το αρχικό τρίμηνο του 2016, η εγχώρια κατανάλωση ήταν 1,3% χαμηλότερη έναντι του ίδιου τριμήνου του 2015, κατά το οποίο διευρύνθηκε οριακά (+0,3%). Η κάμψη των καταναλωτικών δαπανών ήταν παραπλήσιας έκτασης στα νοικοκυριά και το δημόσιο τομέα (-1,3% και -1,5% αντίστοιχα), όπως και η μικρή αύξησή τους πέρυσι (0,7% και 0,4%).
Επενδύσεις
Η υποχώρηση των επενδύσεων επιβραδύνθηκε σημαντικά στο πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους σε σύγκριση με το αμέσως προηγούμενο, στο 0,3% από 14,5%. Καθώς στο ίδιο τρίμηνο πέρυσι οι επενδύσεις αυξήθηκαν σημαντικά, κατά 12,4%, η τάση τους στο αρχικό τρίμηνο φέτος αποτελεί αφομοίωση της περυσινής τους ανόδου.
Από τις επιμέρους κατηγορίες κεφαλαίου, σε συνάφεια με την αύξηση των πληρωμών του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων κατά 7,0% στο τρίμηνο Ιανουαρίου - Μαρτίου, την υποχώρηση συγκράτησαν οι υψηλότερες δημόσιες επενδύσεις, καθώς στις λοιπές κατασκευές, στις οποίες υπάγονται και τα δημόσια έργα, σημειώθηκε η μεγαλύτερη άνοδος σε απόλυτο μέγεθος στο περασμένο τρίμηνο Ιανουαρίου – Μαρτίου (3,3% ή 58 εκατ.).
Η αύξηση στα αγροτικά μηχανήματα, ήταν πολύ μικρότερης έκτασης (1 εκατ.). Η ευρύτερη μείωση σημειώθηκε -για άλλο ένα τρίμηνο- στις κατοικίες (17,2%), ενώ ακολούθησαν σε πτώση ο εξοπλισμός τεχνολογίας πληροφορικής - επικοινωνίας και ο εξοπλισμός μεταφορών (11,2% και 5,9% αντίστοιχα).
Εξαγωγές
Οι εξαγωγές περιορίστηκαν για πρώτη φορά στο τρίμηνο Ιανουαρίου - Μαρτίου από το 2010, κατά 11,3%, κάμψη που ήταν η μεγαλύτερη ανεξαρτήτως τριμήνου μετά το 2009 και τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση, όταν στο πρώτο τρίμηνο του 2015 είχαν διευρυνθεί κατά 3,7%.
Η συρρίκνωση των εξαγωγών προήλθε αποκλειστικά από την έντονη υποχώρηση των εξαγωγών υπηρεσιών, η οποία κυμαίνεται σταθερά μεταξύ 22% και 24% από το τρίτο περυσινό τρίμηνο, εξαιτίας της επίπτωσης των capital controls κυρίως στην παροχή διεθνών μεταφορικών υπηρεσιών (44,9% στο α' τρίμηνο φέτος, σε τρέχουσες τιμές). Οι εξαγωγές αγαθών διευρύνθηκαν κατά 1,7%, ωστόσο πριν ένα έτος η άνοδός τους ήταν της τάξης του 5,7%.
Δημοσιονομική προσαρμογή
Η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης υλοποίησης του τρίτου Προγράμματος Δημοσιονομικής Προσαρμογής ήρε αρκετά την αβεβαιότητα ως προς τα επιπλέον δημοσιονομικά μέτρα, σχετικά με την υλοποίηση ορισμένων μεταρρυθμίσεων (διαχείριση «κόκκινων δανείων», νέο Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων), αλλά και ευρύτερα, ως προς τη διάθεση εφαρμογής του νέου Προγράμματος το οποίο συμφωνήθηκε τον περασμένο Αύγουστο.
Πάρα ταύτα, δεν κατέστη εφικτό από τις διαπραγματεύσεις να επιτευχθεί μια συμφωνία σχετικά με το δημόσιο χρέος, εξέλιξη η οποία σαφώς θα ενίσχυε περισσότερο την εμπιστοσύνη στη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Η πλειονότητα των δημοσιονομικών παρεμβάσεων που αποφασίστηκαν αφορά στα νοικοκυριά ή και σε αυτά (περικοπή συντάξεων πάνω από ένα όριο, μείωση αφορολόγητου εισοδήματος, αλλαγή συντελεστών φορολογίας εισοδήματος, αύξηση ΦΠΑ και ασφαλιστικών εισφορών κ.ά.), επομένως θα περιορίσει επιπλέον το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημά τους.
Σε ότι αφορά τις επιχειρήσεις, λήφθηκαν αποφάσεις για σημαντικά ζητήματα τα οποία τις επηρεάζουν (π.χ. ΦΠΑ, ασφαλιστικές εισφορές). Eκκρεμεί στο πλαίσιο της επόμενης αξιολόγησης το μείζον ζήτημα των αλλαγών στις εργασιακές σχέσεις, κρίσιμη παράμετρος της οργάνωσης των επιχειρήσεων.
Εξέλιξη άμεσα συνδεδεμένη με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, η οποία υπό προϋποθέσεις μπορεί να επηρεάσει σημαντικά μεσοπρόθεσμα τη ρευστότητα της ελληνικής οικονομίας αποτελεί η επαναποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως εγγυήσεων από την ΕΚΤ (επαναφορά του waiver), καθώς επιτρέπει στις τράπεζες να αντλήσουν ρευστότητα από το σχετικό βασικό μηχανισμό της ΕΚΤ, με κόστος πολύ χαμηλότερο σε σχέση με τον ELA.
Αυτή η δυνατότητα, εφόσον όμως οδηγήσει σε επιστροφή μέρους των κατάθέσεων του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας, θα ενισχύσει αρκετά την δανειοδοτική τους ικανότητα.
Ωστόσο, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία, κατά το τέλος της πρώτης αξιολόγησης, τον περασμένο Μάιο, οι καταθέσεις των νοικοκυριών και των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων παρέμεναν σε επίπεδο ελαφρώς υψηλότερο μετά τα capital controls (1,2 δισ.). Το επικείμενο Brexit και η ανησυχία που έχει δημιουργήσει αποτελούν πρόσθετο ανασταλτικό παράγοντα στην επιστροφή των καταθέσεων.
Συνεπώς, μάλλον δεν αναμένεται βραχυπρόθεσμα σημαντική μεταβολή της έως τώρα πιστοδοτικής πολιτικής των τραπεζών. Όσο το επίπεδο των κατάθέσεων θα παραμένει χαμηλό, δεν θα είναι εφικτή και μια περαιτέρω σημαντική άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, παρά την άντληση ρευστότητας από το βασικό μηχανισμό της ΕΕ.
Από την άλλη πλευρά, σταδιακή ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων θα επέλθει κατόπιν της πρώτης αξιολόγησης του νέου προγράμματος από την επιτάχυνση της εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του κράτους προς τους προμηθευτές του, καθώς τα 3,5 δισ. από τη δόση η οποία συνδέεται με την πρόσφατα ολοκληρωθείσα αξιολόγηση, προβλέπεται να διατεθούν για αυτόν το σκοπό. Ο δημόσιος τομέας παρέχει από την αρχή του 2016 ελαφρώς μεγαλύτερη από πέρυσι υποστήριξη στις επενδύσεις μέσω της υλοποίησης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (143 εκατ. ή 14,7% στο πεντάμηνο Ιανουαρίου - Μαΐου).
Αποκρατικοποιήσεις
Από τις έως τώρα ενέργειες φέτος στο πεδίο των αποκρατικοποιήσεων (ΟΛΠ, αναδιαπραγμάτευση Ελληνικού κ.ά.), αναμένεται αναθέρμανση των επενδύσεων κυρίως από το προσεχές έτος, καθώς απαιτείται η παρέλευση ορισμένου χρόνου για την εκκίνηση και κλιμάκωση των σχετικών επενδυτικών σχεδίων. Πάρα ταύτα, το ΤΑΙΠΕΔ, πέραν της ολοκλήρωσης διαδικασιών παραχώρησης ή πώλησης που είχαν δρομολογηθεί τα προηγούμενα χρόνια, συνεχίζει να μην παρουσιάζει πρόοδο στους υπόλοιπους διαγωνισμούς, με εξαίρεση την ανάδειξη πλειοδοτών για ορισμένα ακίνητα και την πώληση δύο αεροσκαφών Αirbus.
Σε ότι αφορά το νέο ταμείο αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας (Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.), συγκροτήθηκε με το πρόσφατο πολυνομοσχέδιο (ν. 4389/2016). Όμως, ο εσωτερικός κανονισμός της ΕΕΣΠ Α.Ε. δεν έχει διαμορφωθεί και αποτελεί προαπαιτούμενο για τη λήψη της δεύτερης υποδόσης. Για την ολοκλήρωση αυτών και άλλων διαδικαστικών ζητημάτων τα οποία εκκρεμούν, η δραστηριότητα της ΕΕΣΠ δεν θα ξεκινήσει νωρίτερα από το τελευταίο τρίμηνο του 2016.
Brexit
Σε ότι αφορά τις άμεσες επιδράσεις του επικείμενου Brexit στην ελληνική οικονομία, αναμένεται να εκδηλωθούν στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, εξαιτίας της υποτίμησης της στερλίνας έναντι του ευρώ. Το 2015, οι εξαγωγές προϊόντων προς το Ηνωμένο Βασίλειο έφτασαν τα 1,08 δισ., παρουσιάζοντας άνοδο 10,1% έναντι του 2014, με το μερίδιό τους στο σύνολο των εξαγωγών αγαθών να ανέρχεται από το 3,6% στο 4,2%.
Μεγαλύτερη σε αξία και μερίδιο στο σύνολο είναι η παροχή τουριστικών υπηρεσιών, με την αξία τους το προηγούμενο έτος να ανέρχεται κατά 466,7 εκατ. (30,1%), φθάνοντας τα 2,02 δισ., διατηρώντας το Ηνωμένο Βασίλειο ως τη δεύτερη σημαντικότερη αγορά μετά τη Γερμανία. Επειδή το πρώτο εξάμηνο του 2016 έχει παρέλθει, η μικρότερη ζήτηση από το Ηνωμένο Βασίλειο θα επηρεάσει τις εξαγωγές στο ήμισυ του τρέχοντος έτους.
Οι επιπτώσεις αναμένεται να είναι μεγαλύτερες στις εξαγωγές αγαθών, καθώς η συντριπτική πλειονότητα των τουριστικών κρατήσεων ήδη έχει πραγματοποιηθεί και πληρωθεί.