Της Δήμητρας Μανιφάβα
Το 2,2% του εργατικού δυναμικού της χώρας, ηλικίας 15-64 ετών, την εγκατέλειψε το 2013, ενώ η συμμετοχή των νέων της πλέον παραγωγικής ηλικίας (25-39 ετών) σε αυτούς ξεπερνά το 50% του συνόλου των εξερχομένων. Σύµφωνα µε τα πλέον πρόσφατα διαθέσιµα στατιστικά στοιχεία, ο αριθµός των µονίµως εξελθόντων κατοίκων Ελλάδος ηλικίας 15-64 ετών το 2013 ήταν σχεδόν τριπλάσιος από ό,τι το 2008, ξεπερνώντας τις 100 χιλιάδες άτοµα. Σωρευτικά, µεταξύ των ετών της κρίσης 2008-2013, 427.000 µόνιµοι κάτοικοι Ελλάδος εξήλθαν µόνιµα από τη χώρα. Εξάλλου, µεταξύ των ετών 2010 και 2013 σχεδόν 209.000 Έλληνες υπήκοοι και σχεδόν 187.000 µη Έλληνες υπήκοοι, µόνιµοι κάτοικοι Ελλάδος, εξήλθαν µόνιµα από τη χώρα. Μόνο το 2014 ο συνολικός αριθµός των εξερχοµένων µεταναστών εκτιµάται σε 106.800 άτοµα. Τα νέα αυτά ενδιαφέροντα στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητας μια ημέρα μετά την έρευνα της Endeavor Greece για το κόστος από την φυγή ταλέντου, το κόστος από το brain drain, και περιλαμβάνονται σε μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδας.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η εκροή του 2,2% του εργατικού δυναμικού το 2013 αποτελεί την τέταρτη μεγαλύτερη επίδοση μεταξύ των χωρών της ΕΕ με πρώτη την Κύπρο (5,2%), δεύτερη την Ιρλανδία (3,5%) και τέταρτη τη Λιθουανία (2,3%).
Πέρυσι τον Ιούνιο, υπό το βάρος και της πολύμηνης και δραματικής όπως αποδείχθηκε διαπραγμάτευσης της ελληνικής κυβέρνησης με τους δανειστές, η πρόθεση των νέων για φυγή στο εξωτερικό ενισχύθηκε περαιτέρω. Με βάση τα στοιχεία επισκεψιµότητας του βρετανικού δικτυακού τόπου εύρεσης εργασίας CV-library, ο αριθµός των επισκέψεων από κατοίκους Ελλάδος που αναζητούν εργασία στη Μεγάλη Βρετανία διπλασιάστηκε το µήνα Ιούλιο του 2015 σε σχέση µε τον ίδιο µήνα του 2014, σηµειώνοντας µέση εβδοµαδιαία αύξηση κατά 26%, όταν µάλιστα τα ιστορικά στοιχεία καταδεικνύουν παραδοσιακά µείωση για όλες τις χώρες κατά τους καλοκαιρινούς µήνες. Επιπλέον, με βάση τα στατιστικά στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελµατικής Κατάρτισης (CEDEFOP), ο αριθµός των επισκέψεων σχετικά µε τα βιογραφικά σηµειώµατα Europass από την Ελλάδα για το 2014 διατηρήθηκε υψηλός (310.500), κοντά στα επίπεδα του 2013 (327.400), ενώ το πρώτο επτάµηνο του 2015, αν και παρουσίασε κάµψη, έφθασε τις 19.500, σχεδόν διπλάσιος από ό,τι το 2008.
Το προφίλ των νέων μεταναστών
Η νέα φάση μετανάστευσης, αυτή που βιώνει η χώρα από το 2010 και μετά αφορά νέους µορφωµένους µε επαγγελµατική εµπειρία τουλάχιστον δύο ετών στην Ελλάδα, που κατευθύνονται κυρίως στη Γερµανία, το Ηνωµένο Βασίλειο, την Ολλανδία, καθώς και τα Ηνωµένα Αραβικά Εµιράτα. Σχεδόν 4 στους 10 ήταν άνεργοι και από αυτούς οι 7 στους 10 ήταν µακροχρόνια άνεργοι. Σχεδόν 4 στους 10 ανέργους είναι απόφοιτοι τριτοβάθµιας εκπαίδευσης, ενώ περισσότεροι από 7 στους 10 είναι άνεργοι απόφοιτοι τριτοβάθµιας εκπαίδευσης ηλικίας µεταξύ 25-44 ετών. Αν και η διαθεσιµότητα στατιστικών στοιχείων µε κριτήριο το µορφω τικό επίπεδο είναι εξαιρετικά περιορισµένη, το 88% αυτών που εξήλθαν µονίµως από τη χώρα ήταν πτυχιούχοι ελληνικού πανεπιστηµίου, 60% ήταν κάτοχοι µεταπτυχιακού τίτλου σπουδών που αποκτήθηκε είτε στην αλλοδαπή είτε στη χώρα και το 11% κάτοχοι διδακτορικού διπλώµατος που αποκτήθηκε κυρίως στην αλλοδαπή.
Αντιθέτως, οι δύο προηγούμενες περίοδο μεγάλης μετανάστευσης των Ελλήνων είχαν πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά από την παρούσα. Κατά την πρώτη περίοδο (1903-1917) κύριος προορισµός ήταν οι “υπερωκεάνιες χώρες” (ΗΠΑ, Αυστραλία, Καναδάς, Βραζιλία και ΝΑ Αφρική). Επτά στους 10 ήταν ηλικίας 15-44 χρονών, λιγότεροι από 2 στους 10 ήταν γυναίκες και στη συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν ανειδίκευτοι εργάτες και αγρότες, χαµηλού µορφωτικού επιπέδου, που απασχολήθηκαν στις χώρες υποδοχής συνήθως ως υπηρέτες και εργάτες. Η δεύτερη περίοδος μετανάστευσης (1960-1972) αφορούσε κυρίως νέους ηλικίας 20-34 χρονών (7 στους 10), 5 στους 10 δήλωναν χειρώνακτες, ενώ 4 στους 10 ήταν ανεπάγγελτοι. Έξι στους 10 κατευθύνθηκαν στη Γερµανία και στο Βέλγιο και απασχολήθηκαν ως βιοµηχανικοί εργάτες.
Πέραν πάντως των συγκυριακών χαρακτηριστικών που έχει η φυγή νέων, ταλαντούχων ανθρώπων από την Ελλάδα, είναι χρήσιμο να επισημάνουμε τα τέσσερα βασικά συμπεράσματα της μελέτης, έτσι όπως τα διατυπώνει η συγγραφέας της, κα Σοφία Λαζαρέτου, στέλεχος της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης και Μελετών της ΤτΕ. Πρώτον, το φαινόµενο του “brain drain” ως σύµπτωµα της πρόσφατης κρίσης έχει αναπτύξει µια δυναµική όσον αφορά το µέγεθος, την ένταση και τη διάρκειά του. Δεύτερον, µε βάση την έως σήµερα πληροφόρηση για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του φαινοµένου, η εξερχόµενη ροή αφορά εκείνο το τµήµα του εγχώριου εργατικού δυναµικού που διακρίνεται από νεότητα και υγεία, υψηλή µόρφωση και εξειδίκευση, µεγάλη κινητικότητα και απασχολησιµότητα. Τρίτον, αν και η βαθιά και παρατεταµένη υφεσιακή διαταραχή αποτέλεσε την αφορµή για την εκδήλωσή του, τα βαθύτερα αίτιά του θα πρέπει να αναζητηθούν όχι µόνο στην πρόσφατη αρνητική µακροοικονοµική συγκυρία, αλλά και στις χρονίζουσες αδυναµίες του εγχώριου παραγωγικού υποδείγµατος. Τέταρτον, στην εξήγηση του φαινοµένου δεν θα πρέπει να παραγνωριστεί ούτε η υστέρηση του εγχώριου εκπαιδευτικού συστήµατος στην παραγωγή υψηλής ποιότητας ανθρώπινου κεφαλαίου ούτε και η αδυναµία της εγχώριας οικονοµίας να διατηρήσει και να προσελκύσει ταλαντούχους ανθρώπους.