Στα οικονομικά αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν, σημειώνεται, μεταξύ άλλων ότι το ύψος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων μειώνεται για πρώτη φορά. Ειδικότερα, σε επίπεδο ομίλου, ο ρυθμός δημιουργίας νέων δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών μειώθηκε το δεύτερο τρίμηνο του 2016 (-7 εκατ. ευρώ ), εμφανώς βελτιωμένος έναντι του προηγούμενου τριμήνου (+126 εκατ. ευρώ), αποτυπώνοντας, κυρίως, το μηδενικό ρυθμό δημιουργίας νέων δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών στην Ελλάδα έναντι αύξησης ύψους 127 εκατ. ευρώ, το πρώτο τρίμηνο του 2016. Ειδικότερα, η δημιουργία νέων δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών στη λιανική τραπεζική διατηρήθηκε σε αρνητικά επίπεδα (-98 εκατ.), κυρίως, λόγω της μείωσης επισφαλειών σε δάνεια που έχουν αναδιαρθρωθεί.
Ο ρυθμός δημιουργίας νέων επιχειρηματικών επισφαλειών επιβραδύνθηκε σε 81 εκατ. από 249 εκατ. ευρώ στο Α' τρίμηνο του 2016, αλλά παραμένει σε υψηλά επίπεδα, αντανακλώντας έναν μικρό αριθμό επιχειρηματικών δανείων που καταγγέλθηκαν.
Οι καταθέσεις του ομίλου παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητες κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2016 και διαμορφώθηκαν στα 42,2 δισ. ευρώ (+0,3% σε τριμηνιαία βάση), αποτυπώνοντας, κυρίως, τη σταθεροποίηση των καταθέσεων στην Ελλάδα. Ειδικότερα, οι καταθέσεις στην Ελλάδα παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητες σε τριμηνιαία βάση έναντι εκροών ύψους 0,9 δισ. ευρώ, το πρώτο τρίμηνο του 2016. Από το τέλος του δευτέρου τριμήνου του 2016, οι καταθέσεις στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί κατά 0,3 δισ. ευρώ.
Μετά την ολοκλήρωση της πώλησης της Finansbank στα μέσα Ιουνίου, η χρηματοδότηση από το ευρωσύστημα μειώθηκε σε 13,2 δισ. ευρώ τον Αύγουστο από 22,8 δισ. στο τέλος του πρώτου τριμήνου του 2016, με την έκθεση στο μηχανισμό ΕLA να περιστέλλεται κατά 6,5 δισ. ευρώ σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο του 2015 και να διαμορφώνεται σε 5 δισ. ευρώ.
Η τράπεζα έχει δυνατότητα άντλησης επιπλέον ρευστότητας από το ευρωσύστημα έως και 9,8 δισ. ευρώ. Επιπλέον, ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις διατηρήθηκε σε μόλις 91% στην Ελλάδα και σε επίπεδο ομίλου, στα χαμηλότερα επίπεδα του ελληνικού τραπεζικού κλάδου.
Η ρευστότητα της ΕΤΕ θα ενισχυθεί περαιτέρω κατά 0,6 δισ. από τις συμφωνηθείσες πωλήσεις των ΑΣΤΗΡ και NBGI.
Ο δείκτης CET 1 διαμορφώθηκε σε 16,8%, εξαιρώντας τα υπό αίρεση μετατρέψιμα ομόλογα (CoCos) και λαμβάνοντας υπόψη τις υπό ολοκλήρωση πωλήσεις των ΑΣΤΗΡ ΠΑΛΛΑΣ
και NBGI. Αν συνυπολογιστούν τα CoCos, ο δείκτης CET 1 ανέρχεται σε 22,1%. Τα κεφάλαια της ΕΤΕ θα ενισχυθούν περαιτέρω από την πλήρη εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης της τράπεζας.
Με πλήρη εφαρμογή της Βασιλείας ΙΙΙ και συμπεριλαμβανομένων των προαναφερθέντων κεφαλαιακών ενεργειών, o δείκτης CET 1 ανέρχεται σε 16,2% (στο 21,6%, συμπεριλαμβανομένων των CoCos).
Σε δήλωσή του ο Λεωνίδας Φραγκιαδάκης, διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, αναφέρει: «Το δεύτερο τρίμηνο της χρονιάς σηματοδοτήθηκε από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης του Προγράμματος και την επακόλουθη επαναφορά της κατ' εξαίρεση αποδοχής ελληνικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων του ελληνικού ∆ημοσίου ως αποδεκτών ενεχύρων στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), καθώς και από την πώληση της Finansbank στην Qatar National Bank, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις μας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού. Η πώληση ενίσχυσε τη ρευστότητα της ΕΤΕ κατά 3,6 δισ. ευρώ, τα οποία αξιοποιήθηκαν για τη μείωση της χρηματοδότησης από το μηχανισμό ELA,
και την εξάλειψη των ομολόγων Πυλώνα ΙΙ. Ως αποτέλεσμα, η τράπεζα διατηρεί μακράν τη χαμηλότερη έκθεση ELA στον κλάδο, ανερχόμενη σε μόλις 5 δισ. ευρώ, γεγονός το οποίο υπογραμμίζει το συγκριτικό χρηματοδοτικό πλεονέκτημα της ΕΤΕ, ενόψει της ανάκαμψης της εγχώριας οικονομίας».
Πρόσθεσε επίσης ότι «αναφορικά με τα κέρδη μετά φόρων από συνεχιζόμενες δραστηριότητες, ο όμιλος σημείωσε οριακά κέρδη κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους. Τα αποτελέσματα καταδεικνύουν τις θετικές τάσεις σε επίπεδο λειτουργικών αποτελεσμάτων στην Ελλάδα, με τα οργανικά κέρδη προ προβλέψεων να ανέρχονται σε 478 εκατ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του έτους. Η κερδοφορία στη ΝΑ Ευρώπη ενισχύθηκε περαιτέρω, συνεισφέροντας κέρδη ύψους 53 εκατ. ευρώ στα καθαρά αποτελέσματα του ομίλου κατά το Α' εξάμηνο του 2016, τα διπλάσια σε σχέση με το Α' εξάμηνο του 2015».