Η μείωση της ανεργίας που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα είναι συγκυριακή και δεν οφείλεται στη βελτίωση της ελληνικής οικονομίας, αναφέρει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο του. Οφείλεται κυρίως στην εποχική απασχόληση, στη μετανάστευση στελεχών στο εξωτερικό και στην συνταξιοδότηση όλο και περισσότρεων ανθρώπων, αναφέρει.
Ωστόσο τονίζει, πως όσοι περιμένουν να συνεχίσει να μειώνεται η ανεργία χωρίς να αυξάνονται ταυτόχρονα οι ιδιωτικές επενδύσεις, θα εκπλαγούν δυσάρεστα. Ο ΣΕΒ αναφέρει πως επείγει ο τερματισμός της ασκούμενης αδιέξοδης και ατελέσφορης οικονομικής πολιτικής, που αποθαρρύνει την δημιουργία μόνιμων θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Χωρίς πραγματική αύξηση της απασχόλησης μέσω ιδιωτικών επενδύσεων, και χωρίς μείωση του μη μισθολογικού κόστους εργασίας των επιχειρήσεων, τα προβλήματα ανεργίας θα ενταθούν, με τους νέους να μην μπορούν να αξιοποιήσουν τα προσόντα τους και να δημιουργήσουν οικογένειες στον τόπο τους, με την ζημιά για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας να είναι ανυπολόγιστη.
Η μείωση της ανεργίας και που οφείλεται
Μαζί με την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας που ξεκίνησε προς το τέλος του 2013, η εποχικά προσαρμοσμένη ανεργία άρχισε να μειώνεται σχεδόν γραμμικά, από το ιστορικά υψηλό 27.9% το Σεπτέμβριο του 2013 σε 23.4% τον Ιούνιο του 2016. Αν και οι άνεργοι μειώθηκαν κατά 232.0 χιλ, οι απασχολούμενοι αυξήθηκαν μόνο κατά 169.9 χιλ καθώς το εργατικό δυναμικό μειώθηκε κατά 62.1 χιλ. Αυτό, όμως, δεν οδήγησε σε αύξηση του μη ενεργού πληθυσμού, που αντίθετα μειώθηκε κατά 63.5 χιλ λόγω μείωσης του πληθυσμού κατά 125.6 χιλ.
Το σύστημα ωστόσο καταγράφει αύξηση συνταξιοδοτήσεων, έξοδο από την αγορά εργασίας των μακροχρόνια ανέργων και μετανάστευση εργαζομένων στο εξωτερικών, τρεις παράγοντες που «αλλοιώνουν» τα τελικά στοιχεία.
Εάν στην εξεταζόμενη περίοδο δεν είχε μειωθεί το εργατικό δυναμικό, το ποσοστό ανεργίας τον Ιούνιο του 2016 θα ήταν 24.4% (1-3675,0/4861,6), που σημαίνει ότι από τη μείωση της ανεργίας κατά 4,5 π.μ., οι 3,5 π.μ. βελτίωσης οφείλονται στην οικονομική δραστηριότητα και η 1 π.μ., ή 22%, στην πτώση του εργατικού δυναμικού.
Μια άλλη παράμετρος που αξίζει να επισημανθεί είναι η επίδραση της μεταβολής της απασχόλησης στο δημόσιο τομέα στη μείωση της ανεργίας. Χρησιμοποιώντας τριμηνιαία στοιχεία απασχόλησης ανά κλάδο της ελληνικής οικονομίας, προκύπτει ότι από το τελευταίο τρίμηνο του 2013 μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2016, η απασχόληση στο στενό δημόσιο τομέα (Δημόσια Διοίκηση, Άμυνα, Κοινωνική Ασφάλιση – χωρίς Υγεία, Εκπαίδευση), αφού μειώθηκε κατά 31,4 χιλ. μεταξύ δ’ τριμήνου 2013 και 2014, μετά αυξήθηκε κατά 28,8 χιλ. μεταξύ δ’ τριμήνου 2014 και α’ τριμήνου 2015. Θεωρώντας ότι η μεταβολή της απασχόλησης στο δημόσιο τομέα αυξομειώνει τον αριθμό των ανέργων με το εργατικό δυναμικό να παραμένει αμετάβλητο, από τις 2,9 π.μ. μείωσης του ποσοστού ανεργίας στην περίοδο, οι 0,9 π.μ. , ή το 31%, οφείλονται στην εξέλιξη της απασχόλησης στο δημόσιο τομέα με την ανεργία χωρίς το δημόσιο τομέα να διαμορφώνεται στο 25.5% στο α’ τρίμηνο του 2016 έναντι του καταγεγραμμένου ποσοστού 24.9%. (Πίνακας 3).
Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ότι ένα μεγάλο μέρος της μείωσης της ανεργίας στην περίοδο που εξετάζουμε, της μείωσης του εργατικού δυναμικού και της επίπτωσης της απασχόλησης στο δημόσιο τομέα, οφείλεται και στη μεγάλη αύξηση του τουριστικού προϊόντος της χώρας.
Λαμβάνοντας υπόψη όλους τους ανωτέρω παράγοντες μπορεί, grosso modo, να υποστηριχθεί ότι η αύξηση της απασχόλησης που οφείλεται σε αυτή την ίδια την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας είναι μάλλον περιορισμένη και, εν πολλοίς, εξαρτώμενη από εξωγενείς παράγοντες που είναι αβέβαιοι ως προς την ένταση και τη διάρκειά τους. Ο τουρισμός δρα προς το παρόν ως αντίβαρο στην υφεσιακή πορεία λόγω της υπερφορολόγησης της ιδιωτικής οικονομίας και της εξασθένισης των εισοδημάτων, κάτι που μπορεί να αναστραφεί ανά πάσα στιγμή. Δεν πρέπει, όμως, να εκλαμβάνουμε την αύξηση της απασχόλησης λόγω τουρισμού, η οποία χαρακτηρίζεται από έντονη εποχικότητα και συχνά χαμηλές αμοιβές ειδικά σε 12μηνη βάση, ως ένδειξη ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας και να επαναπαυόμεθα.
Εμπόδια στη μεταβίβαση μεριδίων και αναδιάρθρωση δανείων επιχειρήσεων
Ο ΣΕΒ αναφέρεται και στα εμπόδια αλλά και στα υψηλά κόστη για τη μεταβίβαση μεριδίων και την αναδιάρθρωση των επιχειρηματικών δανείων. Δυστυχώς, παρόλο που σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν υπάρξει βελτιώσεις τα τελευταία χρόνια, τα κόστη συναλλαγών παραμένουν στην Ελλάδα είτε υψηλά είτε αβέβαια, κάτι που για την αγορά τουλάχιστον ισοδυναμεί με υψηλό κόστος, είτε και τα δυο. Ο ΣΕΒ ζητά μεγαλύτερη ευελιξία στην άρση των εμποδίων αυτών, ταχύτερη-και φθηνότερη-μεταβίβαση μεριδίων στις επιχειρήσεις και βιώσιμες αναδιαρθρώσεις επιχειρηματικών δανείων με σκοπό να πάρει και πάλι "μπροστά" η οικονομία.