Με τη συζήτηση για το χρέος να κορυφώνεται, η ΕΚΤ φαίνεται πως θα αναλάβει τον ρόλο του «διαιτητή» ανάμεσα σε Αμερική και Γερμανία προκειμένου να δοθεί μια βιώσιμη λύση και να ανοίξει ο δρόμος για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
Όλα αυτά βέβαια με την προϋπόθεση να ολοκληρωθεί με επιτυχία η β’ αξιολόγηση, που αναμένεται αρκετά δυσκολότερη από την πρώτη. Σύμφωνα με πηγές που επικαλείται το euro2day, άποψη του Μάριο Ντράγκι και της ΕΚΤ είναι πως ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα από το 2018 και μετά πρέπει να μειωθεί στο 2% από 3,5%, σε συνδυασμό με την ανάγκη, έως το τέλος Δεκεμβρίου, να επισημοποιηθεί η βραχυπρόθεσμη λύση για το χρέος.
Όπως προαναφέρθηκε ωστόσο, βασική προϋπόθεση είναι η ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης που αναμένεται να αποτελέσει έναν ακόμη «πονοκέφαλο» για την κυβέρνηση.
Αναγκαία η ένταξη στο QE
Μια αλυσίδα γεγονότων μπορεί να εντάξει τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE), γεγονός που περιμένει ανυπόμονα ο επιχειρηματικός κόσμος. Αρχικά, θα προηγηθεί η έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους που ετοιμάζει η ΕΚΤ έχοντας λάβει υπόψη της τη δέσμη μέτρων του ESM. Πρόκειται για μέτρα που θα τεθούν ως βάση συνεννόησης μεταξύ Γερμανίας και Αμερικής για τη διευθέτηση του χρέους. Αν τελικά κριθεί πως με τα εν λόγω μέτρα, το χρέος θα είναι βιώσιμο, θα ανοίξει και ο δρόμος για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων.
Η ανάγκη ένταξης των ομολόγων στο QE είναι ζωτικής σημασίας παρά το μικρό ύψος, περίπου 3 δισ. ευρώ, των τίτλων που θα ενταχθούν στο πρόγραμμα. Τραπεζικές πηγές αναφέρουν ότι το QE θα αποφέρει πολλαπλά οφέλη στην πραγματική οικονομία αλλά και στη θωράκιση του εύθραυστου ελληνικού τραπεζικού συστήματος.