Τι δείχνει η μελέτη της GfK, "GfK Purchasing Power Europe 2016" για την κατά κεφαλήν αγοραστική δύναμη των Ευρωπαίων το 2016.
Αύξηση 0,3% παρουσιάζει σε ονομαστική αξία η κατά κεφαλήν αγοραστική δύναμη των Ευρωπαίων το 2016 συγκριτικά με το προηγούμενο έτος. Το διαθέσιμο καθαρό εισόδημα του πληθυσμού διαφοροποιείται αισθητά ανάμεσα στις 42 χώρες που συμμετέχουν στην έρευνα της GfK.
Η υψηλότερη μέση αγοραστική δύναμη παρατηρείται στο Λιχτενστάιν, Ελβετία και Λουξεμβούργο, ενώ στα χαμηλότερα επίπεδα εμφανίζεται η Λευκορωσία, η Μολδαβία και η Ουκρανία. Στην Ουκρανία, η κατά κε-φαλήν αγοραστική δύναμη ανέρχεται μόλις στο ένα όγδοο της μέσης αγοραστικής δύναμης των κατοίκων του Λιχτενστάιν. Αυτά, είναι μερικά από τα ευρήματα της μελέτης της GfK "GfK Αγοραστική Δύναμη Ευρώπης 2016".
Σύμφωνα με την μελέτη της GfK, συνολικά €9.18 τρισεκατομμύρια διαθέ-τουν οι Ευρωπαίοι για κατανάλωση και αποταμίευση. Αυτό σημαίνει μέση κατά κεφαλή αγοραστική δύναμη της τάξης των €13,672 για τις 42 χώρες που αξιολογήθηκαν στην έρευνα, το οποίο αντιστοιχεί σε ονομαστική αύ-ξηση της τάξης περίπου του 0,3%. Η χαμηλή ανάπτυξη στην Ευ-ρωπαική μέση κατά κεφαλή αγοραστική δύναμη οφείλεται, μεταξύ άλλων παραγόντων, στην ισοτιμία συναλλάγματος και στην στασιμότητα της ανά-πτυξης σε κάποιες από τις μεγαλύτερες χώρες. Παρόλα αυτά, πολλές χώρες έχουν ρυθμό ανάπτυξης πάνω από 5%, περιλαμβανομένων της Ισλανδίας, Βουλγαρίας, Ρουμανίας, Εστονίας, Τσεχίας, Βοσνίας, Κροατίας, Μάλτας, Σλοβακίας, Λουξεμβούργου και Λετονίας.
Υπάρχει ακόμα σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στα καθαρά εισοδή-ματα στην Ευρώπη: Κάτοικοι του Λιχτενστάιν, της χώρας με τη μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη, έχουν σχεδόν ογδόντα φορές περισσότερη αγορα-στική δύναμη ανά άτομο από τους κατοίκους της Ουκρανίας, η οποία παρουσιάζει τη χαμηλότερη αγοραστική δύναμη στην Ευρώπη. Οι τέσσερις χώρες με τον υψηλότερο πληθυσμό – Γερμανία, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Ιταλία – αντιπροσωπεύουν περίπου το 40 τοις εκατό του Ευρωπαϊκού πληθυσμού και το 60 τοις εκατό της αγοραστικής δύναμης της ηπείρου.
Ακόμα και ανάμεσα στην πρώτη δεκάδα των χωρών, το Λιχτενστάιν και η Ελβετία ξεπερνούν σημαντικά τις άλλες χώρες με αγοραστική δύναμη 3 εως 4,6 φορές (αντίστοιχα) υψηλότερη του Ευρωπαϊκού μέσου όρου. Αρκετά χαμηλότερα, τρίτο, ακολουθεί το Λουξεμβούργο, με 2,2 φορές υψηλότερα του Ευρωπαϊκού μέσου όρου. Όλες οι υπόλοιπες χώρες της δεκάδας εμφανίζουν τουλάχιστον 1,5 φορά υψηλότερα επίπεδα από τη μέση Ευρωπαϊκή κατά κεφαλή αγοραστική δύναμη.
Ανακατάταξη παρατηρείται ανάμεσα στις χώρες της πρώτης δεκάδας σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, κυρίως λόγω συναλλαγματικής ισοτιμίας. Το Λουξεμβούργο ξεπερνά την Νορβηγία για να καταλάβει την τρίτη θέση, ενώ η Ισλανδία ανεβαίνει τρεις θέσεις φτάνοντας στην πέμπτη και η Μεγάλη Βρετανία πέφτει τέσσερις θέσεις αγγίζοντας τη δέκατη.
Ελλάδα: Επιβραδυντική μείωση της κατά κεφαλήν αγοραστικής δύναμης
Με μέση τιμή της τάξης των €9,313, σε αγοραστική δύναμη ή διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο, η Ελλάδα παραμένει στην 22η θέση στην Ευρωπαική κατάταξη. Αυτό είναι περίπου κατά ένα τρίτο χαμηλότερο του Ευρωπαϊκού μέσου όρου. Επίσης, η ονομαστική μείωση είναι -0,2% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Συγκρίνοντας τις 14 Ελληνικές περιφέρειες, οι κάτοικοι της Αττικής, παρουσιάζουν την υψηλότερη μέση αγοραστική δύναμη: Με σχεδόν €10,800 κατά κεφαλήν αγοραστική δύναμη, έχουν 16% περισσότερο διαθέσιμο εισόδημα από το μέσο όρο της χώρας αλλά παρόλα αυτά παραμένουν πίσω κατά 21% από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αυτό τους τοποθετεί περίπου στο ίδιο επίπεδο αγοραστικής δύναμης με τους κατοίκους της Πορτογαλίας (κατάταξη 20η στην Ευρώπη).
Πιο κοντά στη μέση τιμή της χώρας εμφανίζεται η Κεντρική Μακεδονία με €9,244 ανά κάτοικο. Το νησί της Κρήτης κατατάσσεται τελευταίο ανάμεσα στις 14 περιφέρειες με €7,331 κατά κεφαλήν αγοραστική δύναμη – αυτό είναι 21% χαμηλότερο από το μέσο όρο της χώρας και κατά προσέγγιση ίσο με το διαθέσιμο εισόδημα των κατοίκων της Τσεχίας (κατάταξη 26η στην Ευρώπη).
Η μελέτη της GfK, "GfK Purchasing Power Europe 2016" είναι διαθέσιμη για 42 Ευρωπαϊκές χώρες καλύπτοντας λεπτομερή επίπεδα περιοχών ως προς την διαθέσιμη πληροφορία όπως επίπεδο δήμων, ταχυδρομικών κω-δικών, σε συνδυασμό με αντίστοιχα δεδομένα ως προς τους κατοίκους και νοικοκυριά με δυνατότητα εμφάνισης δεδομένων σε ψηφιακούς χάρτες.