«Επικροτούμε τη δημιουργία του νέου ταμείου επιχειρηματικών συμμετοχών που μπορεί να αποτελέσει ένα μοχλό για τη δημιουργία επιτυχημένων επενδύσεων» ανέφερε σε δηλώσεις του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Κωνσταντίνος Μίχαλος, πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ). Παράλληλα, επεσήμανε ότι «απαιτείται πλήρης αξιοποίηση των κονδυλίων του ΕΣΠΑ, αλλά και των άλλων κοινοτικών ταμείων που μπορούν να δώσουν επενδυτικές ανάσες».
Ωστόσο, υποστήριξε ότι «το κυριότερο όλων, είναι η πολιτική σταθερότητα και ένα εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο που θα εστιάζει σε δράσεις όπου η χώρα έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα, όπως ο τουρισμός, η ενέργεια αλλά και η υλοποίηση έργων υποδομών».
Σύμφωνα με τον κ. Μίχαλο, το 2016 υπήρξε ένα έτος σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας, παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες που υπήρξαν, τόσο σε επίπεδο αγοράς, όσο και σε επίπεδο κοινωνικής συνοχής.
«Το 2017 η κυβέρνηση καλείται να κερδίσει το μεγάλο στοίχημα για την επιστροφή στην ανάπτυξη και η προσπάθεια αυτή θα είναι επίπονη και δύσκολη, δεδομένης και της αρνητικής, αλλά και τιμωρητικής στάσης που τηρούν κάποιοι από τους δανειστές μας. Εμείς όμως θα πρέπει να επικεντρωθούμε στην επιδίωξή μας να κλείσει άμεσα η αξιολόγηση και να αρχίσουν να υλοποιούνται τα μέτρα για την απομείωση του χρέους» ανέφερε ο κ. Μίχαλος.
Από την πλευρά του ο κ. Βασίλης Κορκίδης, πρόεδρος της ΕΣΕΕ, δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «η ενεργοποίηση του Υπερταμείου Συνεπενδύσεων, σαφέστατα περνάει διάφορα μηνύματα προς την πραγματική οικονομία. Το πρώτο είναι, ότι καμία ευρωπαϊκή επενδυτική τράπεζα ή επενδυτικό ταμείο δεν θα έβαζε 1 δισεκατομμύριο στην ελληνική οικονομία αν δεν την πίστευε ότι μπορεί να συνέλθει και να αναπτυχθεί. Το δεύτερο είναι ο ψυχολογικός αντίκτυπος που δημιουργείται, από το γεγονός ότι περνάει πάνω από 1 δισεκατομμύριο στην πραγματική οικονομία. Δίνοντας στους επιστήμονες την ευκαιρία να γυρίσουν στην Ελλάδα και μια δεύτερη ευκαιρία στις επιχειρήσεις να επανακάμψουν, δημιουργεί μια καλύτερη ψυχολογία».
Ωστόσο, ο κ. Κορκίδης πρόσθεσε, ότι «επειδή επανειλημμένως έχουν δημιουργηθεί πολλά ταμεία και υπερταμεία και δεν βλέπουμε αυτά τα χρήματα να περνάνε στην πραγματική οικονομία, αλλά να μένουν στα ταμεία, γιατί απαιτείται ιδία συμμετοχή της επιχείρησης ή κάποιες εξασφαλίσεις, καλό είναι να ξεπεράσουμε και αυτά τα πολύ σημαντικά προβλήματα, για να μπορέσει να υπάρχει πραγματική ρευστότητα στην αγορά, που την έχει μεγάλη ανάγκη».
Η Ελλάδα, σύμφωνα με τον κ. Κορκίδη, «θα πρέπει να διατηρήσει θετικά πρόσημα, τουλάχιστον μια διετία, τριετία, για να μπορέσουν αυτά τα θετικά πρόσημα τα οποία εμφανίζονται στους αριθμούς και στα οικονομικά στοιχεία της χώρας μας, να περάσουν στην καθημερινότητα του Έλληνα πολίτη και στην καθημερινότητα της μικρομεσαίας ελληνικής επιχείρησης».
«Άρα χρειάζεται να υπάρχει μια σταθερότητα όλο το επόμενο διάστημα και καλό θα ήταν να έκλεινε και η αξιολόγηση εντός του έτους, για να μπορέσουμε να πούμε ότι κάνουμε μια επανεκκίνηση το 2017. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι να σταθεροποιήσουμε τα στοιχεία της ελληνικής οικονομίας για να μπορέσουμε, σιγά-σιγά, να διαισθανθούμε και εμείς, οι υπόλοιποι ελεύθεροι επαγγελματίες, μικρομεσαίοι έμποροι και επιχειρηματίες, αυτές τις βελτιώσεις. Κάτι τέτοιο για την ώρα εγώ δεν μπορώ να το επιβεβαιώσω ότι συμβαίνει» πρόσθεσε ο κ. Κορκίδης.
Θετικά βλέπει η ΓΣΕΒΕΕ τη δημιουργία του Υπερταμείου Συνεπενδύσεων που ανακοινώθηκε σήμερα, ως προς την κατεύθυνση να υπάρξουν νέα χρηματοδοτικά εργαλεία για τις επιχειρήσεις. Ωστόσο, το ερώτημα που τίθεται, σύμφωνα με τον πρόεδρο, Γιώργο Καββαθά, «είναι σε ποια κατεύθυνση θα είναι αυτό το ταμείο, δηλαδή ποιοι θα είναι οι πραγματικά ωφελούμενοι. Θα είναι οι μικρομεσαίες, μικρές και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις ή θα είναι οι ξένοι επενδυτές που επενδύσουν στην Ελλάδα».
Όπως ανέφερε ο κ. Καββαθάς στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «είναι αναγκαίο να υπάρξει αναπτυξιακό ταμείο για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Είναι εκείνες οι οποίες, μέχρι εννέα άτομα προσωπικό, απασχολούν το 60% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα. Είναι εκείνες που παράγουν ένα μεγάλο κομμάτι, πάνω από το 50% της προστιθέμενης αξίας, αλλά βεβαίως έχουν κλειστές τις πόρτες των συστημικών τραπεζών. Άρα, είναι πάγια η θέση της ΓΣΕΒΕΕ, ότι χρειάζεται ένα εργαλείο που να είναι αναπτυξιακό. Μπορεί να είναι μια τράπεζα αναπτυξιακού σκοπού, με στόχευση τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις ή να βρούμε χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως το υπερταμείο, με χρήματα από τον δημόσιο προϋπολογισμό ή από τις ευρωπαϊκές τράπεζες ή την τράπεζα επενδύσεων, έτσι ώστε να κατευθυνόμαστε στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Και εκεί παραμένει για εμένα το ζητούμενο. Σε ποια κατεύθυνση θα είναι αυτό το υπερταμείο».
Αναφερόμενος στην δήλωση του πρωθυπουργού Α. Τσίπρα, κατά τη διάρκεια της επίσημης ανακοίνωσης της σύστασης του Ταμείου Συνεπενδύσεων, ότι το 2017 η Ελλάδα θα πραγματοποιήσει αυτόνομη πορεία εξόδου στις αγορές, ο κ. Καββαθάς τόνισε: «Θα ήθελα να συμμεριστώ την αισιοδοξία του πρωθυπουργού, αλλά τα στοιχεία που έχω στη διάθεσή μου και προκύπτουν από έρευνες της ΓΣΕΒΕΕ και άλλων ινστιτούτων, δείχνουν ότι το 2017 θα είναι πολύ δύσκολη χρονιά, ίσως η δυσκολότερη, για τις επιχειρήσεις και για τον επιχειρηματικό κόσμο της χώρας. Το ιδιωτικό χρέος παραμένει εκτοξευμένο, σε ποσό πάνω από το δημόσιο χρέος. Τα ληξιπρόθεσμα προς δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία και τράπεζες ξεπερνούν τα 220 δισ. ευρώ. Η υπερ-φορολόγηση και ο νέος τρόπος υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών οδηγούν σε φυγή των επιχειρήσεων από τη νόμιμη επιχειρηματικότητα. Μπαίνουμε σε ένα κύκλο άτυπης επιχειρηματικότητας, με τα μέτρα που έχουν ληφθεί ως αποτέλεσμα του τρίτου μνημονίου. Άρα, δεν ταυτίζομαι με την άποψη του κ. πρωθυπουργού ότι η χώρα μπορεί αυτόνομα να κινηθεί στις αγορές από το 2017. Μακάρι να διαψευσθώ εγώ».
Ο κ. Καββαθάς πρόσθεσε επίσης, ότι «πρέπει να κλείσει η αξιολόγηση, αλλά πρέπει να δούμε με ποιους όρους και ποιες προϋποθέσεις θα κλείσει. Διότι, αν είναι μια αξιολόγηση η οποία έχει προαπαιτούμενα νέες επιβαρύνσεις για το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας και των επιχειρήσεων της χώρας, είναι σε λάθος κατεύθυνση. Χρειάζεται μείωση των φορολογικών συντελεστών, έμμεσων και άμεσων, μείωση της γραφειοκρατίας και γρήγοροι ρυθμοί στο θέμα της αδειοδότησης και βέβαια ρευστότητα, η οποία δεν φαίνεται να έρχεται, τουλάχιστον από τις συστημικές τράπεζες».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ