Του Ανέστη Ντόκα
Οι φτωχές μερισματικά χρονιές (2008-2013) στο Χρηματιστήριο Αθηνών αφαίρεσαν υπερπολύτιμα κεφάλαια τόσο από τα ασφαλιστικά ταμεία όσο και από τα καθαρά έσοδα του ελληνικού Δημοσίου. Το γεγονός ότι το 2007 τα ασφαλιστικά ταμεία έλαβαν περίπου 600 εκατ. ευρώ από μερίσματα και επιστροφές κεφαλαίου σε σύνολο 5,7 δισ. ευρώ που είχαν διανεμηθεί, ενώ για το 2013 τα έσοδα από μερίσματα δεν θα ξεπεράσουν (για όλα τα ασφαλιστικά ταμεία) τα 30 εκατ. ευρώ, είναι χαρακτηριστικό της οικονομικής καθήλωσης που υπέστησαν οι εισηγμένες επιχειρήσεις, καθώς μόνο από το μέρισμα μπορούσαν να προσελκύουν κάθε χρόνο χιλιάδες μικροεπενδυτές που τοποθετούσαν τα κεφάλαιά τους σε συγκεκριμένες μετοχές με υψηλή μερισματική απόδοση αντί να αποταμιεύουν τα κεφάλαιά τους σε τραπεζικούς λογαριασμούς.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφέρουμε ότι το ελληνικό Δημόσιο, μέσω των εκπροσώπων του, ήρθε αρκετές φορές σε κόντρα με τους εκπροσώπους των ξένων funds για τον καθορισμό και την πληρωμή των μερισμάτων, ειδικά τις καλές εποχές αλλά και την τριετία 2008-2010, όταν ακόμη δεν είχαν κυριαρχήσει οι ζημίες στην πλειονότητα των επιχειρήσεων. Επίσης, και το ασφαλιστικό ταμείο των μηχανικών (ΤΣΜΕΔΕ) έχει υποστεί μεγάλες απώλειες τα τελευταία χρόνια από την έλλειψη μερισμάτων της Τράπεζας Αττικής αλλά και της υποχώρησης της μετοχής. Σύμφωνα με την Beta Χρηματιστηριακή, φέτος 37 εταιρείες σε σύνολο 251 έχουν προχωρήσει σε αποκοπές μερισμάτων και δικαιωμάτων σε επιστροφή κεφαλαίου, συνολικού ύψους 563 εκατ. ευρώ, όταν πριν από έξι χρόνια και συγκεκριμένα για τη χρήση 2007, τα διανεμόμενα ποσά ήταν σχεδόν δεκαπλάσια και προσέγγιζαν τα 6 δισ. ευρώ.
Πέρυσι διανεμήθηκαν για τη χρήση 2012, 515 εκατ. ευρώ, ενώ για το 2011 τα μερίσματα έφταναν στα 734 εκατ. ευρώ. Θα πρέπει να τονίσουμε ότι το ιδιαίτερα αυξημένο ποσό που διανεμόταν κατά το 2007 αφορούσε τα υψηλά μερίσματα των τραπεζών, αλλά να υπενθυμίσουμε και πάλι ότι στο Χ.Α., τότε, διαπραγματεύονταν περί τις 295 και πλέον εταιρείες, μεταξύ αυτών και σημαντικά κερδοφόρες, που διένειμαν σημαντικό μέρος των αποτελεσμάτων τους. Ωστόσο, ακόμη και το 2013, που είναι η χειρότερη χρονιά της εξαετούς ύφεσης, υπήρξαν εταιρείες που έδωσαν μικρά μερίσματα. Η εξέλιξη αυτή αποτελεί αισιόδοξη ματιά για τη φετινή χρονιά, οπότε αναμένεται να αυξηθεί ο αριθμός των εισηγμένων που θα κλείσουν το 2014 με κέρδη και μάλιστα προερχόμενες από πολυετείς ζημιογόνες χρήσεις.
Όπως προέκυψε από τις φετινές ετήσιες γενικές συνελεύσεις του Ιουνίου, όπου εγκρίθηκαν τα περσινά μερίσματα, οι διοικήσεις των εισηγμένων έχουν επιλέξει τα τελευταία χρόνια τη μη πληρωμή μερισμάτων, ακόμη και σε κερδοφόρες χρήσεις, εξαιτίας της οικονομικής συγκυρίας. Οι βασικοί μέτοχοι προτιμούν να θωρακίζουν κεφαλαιακά τις επιχειρήσεις και μετά να αποκομίζουν το μέρος των κερδών που τους αντιστοιχεί. Το «κλείσιμο της στρόφιγγας» των τραπεζικών χορηγήσεων την τελευταία διετία οδηγεί τις εταιρείες να αυτοχρηματοδοτούν (εφόσον μπορούν) τις επενδύσεις τους και τις λειτουργικές τους δαπάνες. Ειδικότερα, οι εταιρείες προσπαθούν να υλοποιούν επενδύσεις εκτός Ελλάδας, μειώνοντας το ποσοστό εξάρτησής τους από την εγχώρια αγορά, αφού η ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας θα χρειασθεί αρκετά τρίμηνα ακόμη, όπως υποστηρίζουν οι επικεφαλής εισηγμένων επιχειρήσεων.