Η δραματική συρρίκνωση που υπέστη το ΑΕΠ ένα χρόνο πριν εξαιτίας της πολιτικής αβεβαιότητας και των capital controls, βρίσκεται πίσω από το "διάλειμμα" της ύφεσης στην ελληνική οικονομία που καταγράφεται στο τρίτο τρίμηνο του έτους.
Αυτό είναι το συμπέρασμα της τριμηνιαίας έκθεσης του ΙΟΒΕ, το οποίο αποδίδει το θετικό πρόσημο στην ελληνική οικονομία όχι σε πραγματικές συνθήκες ανάπτυξης, αλλά στο γεγονός ότι η σύγκριση γίνεται με το δραματικά συρρικνωμένο ΑΕΠ του αντίστοιχου τριμήνου του 2015 (-2,2%). Υπενθυμίζεται ότι η άνοδος του ΑΕΠ κατά 1,8% στο γ τρίμηνο του έτους έρχεται μετά από συνεχή επί ένα χρόνο (γ τρίμηνο του 2015 – β' τρίμηνο του 2016) ύφεση στην ελληνική οικονομία.
Όπως επισημαίνεται από τα στοιχεία της έκθεσης του ΙΟΒΕ, οι απώλειες του ΑΕΠ στο εννεάμηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2015 (0,6%) δεν καλύπτονται από την φετινή άνοδο κατά 0,2% του φετινού εννεαμήνου (η οποία οφείλεται αποκλειστικά στο τρίτο εννεάμηνο).
Ως προς τις τάσεις στις επιμέρους συνιστώσες του ΑΠΕ το ΙΟΒΕ σημειώνει ότι:
-η εγχώρια κατανάλωση διευρύνθηκε κατά 0,5% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2015, έναντι οριακής υποχώρησης κατά 0,3% σε εκείνο το χρονικό διάστημα. Η αύξησή της οφείλεται αποκλειστικά στην άνοδο στο τρίτο τρίμηνο, κατά 3,8%.
-καταγράφεται σημαντική υποχώρηση των επενδύσεων στο τρίτο τρίμηνο κατά 16,9%
-υπάρχει κάμψη των εξαγωγών κατά 1,6% σε σχέση με το 2014
-καταγράφεται σημαντική αύξηση των εισαγωγών που διευρύνει σημαντικά το έλλειμμα του ισοζυγίου σε συνδυασμό με την υποχώρηση των εξαγωγών
Εξάλλου το ΙΟΒΕ σημειώνει ότι το πολιτικοοικονομικό περιβάλλον εγχωρίως κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2016 και στην αρχή του νέου έτους καθορίζεται κυρίως από τις εξελίξεις γύρω από τη δεύτερη αξιολόγηση υλοποίησης του τρίτου Μνημονίου και την εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους. Το ίδρυμα διαπιστώνει καθυστερήσεις σε μια σειρά από διαρθρωτικές αλλαγές, ενώ τονίζει ότι η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης έχει ως αποτέλεσμα εκτός από τη μη ελάφρυνση του δημόσιου χρέους και τη μη ένταξη της Ελλάδας στο Q-E που θα ενισχύσει σημαντικά τη ρευστότητα των τραπεζών και τη δυνατότητα χρηματοδότησης των επιχειρήσεων.
Για το 2017 το ίδρυμα εκτιμά ότι ο βασικός παράγοντας που θα επηρεάσει την τάση της ελληνικής οικονομίας πιθανόν και σε μεγαλύτερο βαθμό από το 2016 θα είναι τα νέα δημοσιονομικά μέτρα. Η αύξηση ήδη υπαρχόντων φόρων (ΕΦΚ στο πετρέλαιο και στο υγραέριο κίνησης, φόρος κατανάλωσης στον καπνό) και η επιβολή καινούργιων (τέλος συνδρομητών σταθερής τηλεφωνίας, φόρος στην εισαγωγή καφέ) από την αρχή του τρέχοντος έτους θα περιορίσουν περαιτέρω το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
Σημειώνεται επίσης ότι το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι τα νέα μέτρα θα επηρεάσουν και το επενδυτικό κλίμα καθώς "οι επενδυτές ενδιαφέρονται για τις συνθήκες οι οποίες επικρατούν στο επιχειρηματικό περιβάλλον. Οι διαδοχικές αλλαγές στην φορολογία επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών την τελευταία διετία, οι μεταβολές στις ασφαλιστικές εισφορές, καθώς και η αίσθηση μεταβλητότητας του ρυθμιστικού πλαισίου στην Ελλάδα που προξενούν, αποτελούν αποτρεπτικό παράγοντα στην ανάληψη επενδυτικού ρίσκου”.