Σύμφωνα με την έρευνα Consumer Confidence της Nielsen για το τέταρτο τρίμηνο του 2016, ο παγκόσμιος δείκτης αισιοδοξίας των καταναλωτών ανέρχεται στις 101 μονάδες, αυξημένος κατά τρεις μονάδες σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο. Αναλυτικότερα, σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, ο δείκτης είναι αυξημένος στη Βόρεια Αμερική (120 έναντι 105) και στις Ασιατικές χώρες του Ειρηνικού και την Ωκεανία (111 έναντι 109). Στις χώρες της Μέσης Ανατολής και στην Αφρική (109 έναντι 107) ο δείκτης ήταν μειωμένος, ενώ στη Λατινική Αμερική (83) παρέμεινε σταθερός.
Ειδικότερα για την Ευρώπη (81), ο δείκτης παρέμεινε σταθερός σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο ενώ ήταν αυξημένος κατά τρεις μονάδες σε σχέση με την αρχή του έτους. Μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, ο δείκτης αυξήθηκε σε 16 από τις 34 χώρες, ενώ έμεινε σταθερός σε τέσσερις από αυτές. Παρόλα αυτά, στο 75% των χωρών που σημείωσαν αύξηση στον δείκτη αισιοδοξίας, η αύξηση αυτή δεν ξεπερνά τις 4 μονάδες.
Μεταξύ των ανησυχιών που διέπουν τους Ευρωπαίους πολίτες, ο φόβος για τρομοκρατικές επιθέσεις (21%) εξακολουθεί να καταλαμβάνει την πρώτη θέση από το τελευταίο τρίμηνο του 2015 - αν και μειωμένος κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο – και ακολουθείται στενά από τις ανησυχίες για την οικονομία (21%), την εργασία (19%) και την υγεία (18%).
Στην Ελλάδα (53) ο δείκτης αισιοδοξίας μειώθηκε κατά τρεις μονάδες. Αναλυτικότερα για την Ελλάδα, το 84% των ερωτωμένων πιστεύουν ότι η χώρα θα συνεχίσει να βρίσκεται σε οικονομική ύφεση και την επόμενη χρονιά. Σημειώνεται ότι είναι το υψηλότερο ποσοστό ανάμεσα στις 63 χώρες που συμμετέχουν στην έρευνα της Nielsen ανά τον κόσμο.
Μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών, η Ελλάδα εξακολουθεί να καταλαμβάνει την πρώτη θέση αναφορικά με την εργασιακή ανασφάλεια - 4 στους 10 Έλληνες ανησυχούν για την εργασία τους, ενώ ακολουθούν οι ανησυχίες για την οικονομία (34%), τα χρέη /οφειλές του νοικοκυριού (20%) και την υγεία (19%), ανησυχίες που ξεχωρίζουν σταθερά οι Έλληνες τα τελευταία 4 χρόνια.
Τέλος, 8 στους 10 Έλληνες προσπαθούν σε σταθερή βάση να περικόψουν τα έξοδα του νοικοκυριού τους, σημαντικά μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, εάν συγκριθεί με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (57%). Ειδικότερα, οι κύριες ενέργειες των Ελλήνων για περικοπή των εξόδων, συνεχίζουν να εντοπίζονται στην μείωση των δαπανών μέσω της αγοράς φθηνότερων ταχυκίνητων καταναλωτικών προϊόντων (72%), των περικοπών στα έξοδα για διασκέδαση εκτός σπιτιού (66%), και στα έξοδα για ρουχισμό (60%).