Ο Άρειος Πάγος ανάβει «πράσινο φως» για «κούρεμα» των χρεών που έχουν οι κάθε είδους αγροτικές επιχειρήσεις, εξαιτίας του ανατοκισμού παλιών τραπεζικών δανείων. Με ομόφωνη απόφασή της η πλήρης Ολομέλεια λέει «ναι» στον «κόφτη» που θεσπίστηκε με το νόμο 3259/04 για τα χρέη από πανωτόκια για τους αγρότες, κρίνοντας ότι το «ψαλίδισμα» των οφειλών μπορεί να εφαρμοστεί όχι μόνο σε μεμονωμένους αγρότες (φυσικά πρόσωπα) αλλά και σε νομικά πρόσωπα-αγρότες, επεκτείνοντας έτσι την ευνοϊκή ρύθμιση σε όλες τις αγροτικές επιχειρήσεις, συνεταιρισμούς, κ.λπ., που δραστηριοποιούνται σε ευρύτατο φάσμα, όπως σε γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία, αγροτουρισμό, αγροτοβιομηχανία.
Μάλιστα, το ανώτατο δικαστήριο δέχθηκε ότι ο «κόφτης» των τραπεζικών χρεών εφαρμόζεται ευρύτερα, ακόμη και σε αγροτικές επιχειρήσεις που «έκλεισαν» ή σε αγρότες που κατά τον χρόνο υποβολής της δήλωσης ένταξης στα προνόμια του νόμου 3259/04 είχαν απολέσει την ιδιότητα του αγρότη.
Αποκρούοντας την τραπεζική πρακτική που εφάρμοζε το «ψαλίδισμα» μόνο σε αγρότες-φυσικά πρόσωπα και εφόσον ήταν ενεργοί, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου ανοίγει τον δρόμο για την ανατροπή και τη μείωση σημαντικών χρεών, που «σέρνονται» σε πολλές δίκες «από τα παλιά», αφού αφορούν δάνεια που ως επί το πλείστον είχαν δοθεί μέχρι την έναρξη της ισχύος της ευνοϊκής για τους οφειλέτες νομοθεσίας. Την υπόθεση παρέπεμψε το Α’ τμήμα ΑΠ στην πλήρη Ολομέλεια ως «μείζονος σπουδαιότητας» για να λυθούν νομικά ζητήματα «γενικότερου ενδιαφέροντος» που έχουν ως συνέπειες σε ευρύτερο κύκλο προσώπων.
Για να αντιμετωπιστεί το ευρύτερο κοινωνικό πρόβλημα που προκάλεσαν σε προηγούμενες δεκαετίες οι αλόγιστοι ανατοκισμοί (πανωτόκια) σε τραπεζικά δάνεια όταν καθυστερούσε για λίγο η αποπληρωμή δόσεων, οι νόμοι 2789/00 και 2912/01 έδωσαν μια πρώτη «ανάσα», περιορίζοντας σε συγκεκριμένα ποσοστά το ύψος των οφειλών (ανάλογα με το χρόνο λήψης του δανείου) ενώ ο νόμος 3259/04 όρισε για τα δάνεια που είχαν συνομολογηθεί προς της ισχύος του ή συνάπτονταν με τράπεζες τότε ότι η συνολική οφειλή δεν μπορούσε, σύμφωνα με το Έθνος, να ξεπερνά το τριπλάσιο του κεφαλαίου της, ενώ για τους αγρότες προβλεπόταν ακόμη ευνοϊκότερα, ότι δεν επιτρεπόταν να υπερβεί το διπλάσιο.
ΠΗΓΗ: Εθνος