Η πτώση των εσόδων από τις μεταφορές και τον τουρισμό είχε σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στις ελληνικές εξαγωγές
Η ελληνική οικονομία κατέγραψε αρνητικό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης το 4ο τρίμηνο 2016, με την τριμηνιαία μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ να διαμορφώνεται στο -1,2% (εκτίμηση -0,4%) και η αντίστοιχη ετήσια στο -1,1% (εκτίμηση 0,3%).
Για το σύνολο του 2016 το πραγματικό ΑΕΠ παρέμεινε στάσιμο στα €184,5 δις και το ονομαστικό αυξήθηκε οριακά, ήτοι 0,1%, στα €175,9 δις. Σύμφωνα με την ανάλυση "7ημέρες οικονομία" της Eurobank, το περασμένο έτος σηματοδότησε τον 9ο χρόνο της ελληνικής κρίσης (2007-2016) με την εγχώρια οικονομική δραστηριότητα, τη γνωστή «πίτα» των παραγόμενων τελικών αγαθών και υπηρεσιών, να παραμένει στάσιμη για 3η συνεχή χρόνια και να υπολείπεται κατά -26,4% σε σύγκριση με το αντίστοιχο επίπεδο του 2007.
Η προαναφερθείσα μακροοικονομική επίδοση καθιστά την περίπτωση της Ελλάδος ως μια εκ των μεγαλυτέρων υφέσεων στη σύγχρονη ιστορία των οικονομιών της αγοράς. Το κύριο χαρακτηριστικό της ελληνικής κρίσης δεν είναι τόσο το μέγεθος της συρρίκνωσης του πραγματικού ΑΕΠ όσο η διάρκειά της. Σε άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις, π.χ. ΗΠΑ και Καναδάς την περίοδο του μεσοπολέμου (1929-1933), η πορεία ανάκαμψης είχε ξεκινήσει κατά τη διάρκεια του 5ου έτους του σχετικού επεισοδίου (1934).
Ο μηδενικός ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης το 2016 ήταν αποτέλεσμα της θετικής συνεισφοράς της εγχώριας ζήτησης και της ισόποσης – σε απόλυτους όρους – αρνητικής συνεισφοράς του εξωτερικού τομέα, ήτοι των καθαρών εξαγωγών.
Πιο συγκεκριμένα, η ιδιωτική κατανάλωση, δηλαδή η συνιστώσα με την υψηλότερη συμμετοχή στο ΑΕΠ (69,9% το 2015) ενισχύθηκε 1,4% ή €1,8 δις παρουσιάζοντας τον μεγαλύτερο ρυθμό μεταβολής από το 2008 (3,6%). Δύναται να υποστηριχτεί ότι η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης (για 3 συνεχή τρίμηνα θετικός τριμηνιαίος ρυθμός μεταβολής) προήλθε από δύο πήγες: 1ον τη συνέχιση της μείωσης του πλούτου των νοικοκυριών (αρνητική αποταμίευση) και 2ον την αύξηση της απασχόλησης (1,8% το 2016). Αξίζει να σημειώσουμε ότι η πρώτη πηγή πόρων αποτελεί έναν βασικό ερμηνευτικό παράγοντα για την αύξηση του μεριδίου της ιδιωτικής κατανάλωσης από 64,8% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2007 στο 70,5% το 2016.
Η δημόσια κατανάλωση - το 20,1% του ΑΕΠ το 2015 – συρρικνώθηκε -2,1% ή -€0,8 δις το 2016. Η συνεισφορά της εν λόγω μεταβλητής στο ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης το 2016 ήταν -0,5 ποσοστιαίες μονάδες. Ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου, ήτοι οι επενδύσεις παγίων συν τη μεταβολή των αποθεμάτων, παρουσίασαν πτώση -0,7% ή -€0,1 δις το 2016. Η εν λόγω μείωση προήλθε αποκλειστικά από τη συνιστώσα της μεταβολής των αποθεμάτων καθώς ο ακαθάριστος σχηματισμός πάγιου κεφαλαίου κατέγραψε οριακή άνοδο 0,1%. Οι καθαρές εξαγωγές, δηλαδή η διαφορά ανάμεσα στις εξαγωγές και τις εισαγωγές, είχαν αρνητική συνεισφορά (-0,6 ποσοστιαίων μονάδων) στον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης το 2016. Οι εξαγωγές σημείωσαν πτώση -2,0% ή -€1,1 δις και οι εισαγωγές συρρικνώθηκαν οριακά -0,4% ή -€0,3 δις.
Αποδεικνύεται ότι η πτώση των εσόδων από τις μεταφορές και τον τουρισμό είχε σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στις ελληνικές εξαγωγές (οπότε και στο ΑΕΠ) το 2016. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συνιστώσα των αγαθών παρουσίασε αύξηση 2,9% και αντίστοιχη των υπηρεσιών μείωση -7,2%.
Βάσει των προαναφερθέντων στοιχείων αποδεικνύεται ότι η πτώση των καθαρών εξαγωγών αντιστάθμισε πλήρως τη θετική συνεισφορά της εγχώριας ζήτησης στο πραγματικό ΑΕΠ το 2016, καταλήγει η Eurobank.