Toυ ΑΝΕΣΤΗ ΝΤΟΚΑ
Δικαιωμένοι για την επιλογή τους θα πρέπει να αισθάνονται οι ξένοι όμιλοι που ρίσκαραν στην κορύφωση της ελληνικής κρίσης και απέκτησαν συγκεκριμένες επιχειρήσεις. Να θυμίσουμε ότι τη διετία 2013-2014, τέσσερις πρώην εισηγμένες (ΚΑΕ, Eurodrip, S&B, Μαΐλλης) μεταβιβάσθηκαν σε ξένους ομίλους και σήμερα συνεχίζουν την αναπτυξιακή τους πορεία, ενισχύοντας μάλιστα τις θέσεις εργασίας και κλείνοντας νέες συμφωνίες.
Ηδη με τη συμπλήρωση του α΄ τριμήνου του 2017 είχαμε και δύο σημαντικές ανακοινώσεις για τα ΚΑΕ (εξαγοράσθηκαν στις 12/12/2013 από τον ελβετικό όμιλο Dufry) και την Eurodrip (εξαγοράσθηκε επίσης το 2013 από την «Paine & Partners LLC»).
Συγκεκριμένα στην αρχή της εβδομάδας τα ΚΑΕ υπέγραψαν συμφωνία με τη Fraport Greece για αποκλειστική δραστηριότητα λιανικού εμπορίου στους ελεγχόμενους χώρους 14 αεροδρομίων. Πρόκειται για μία επένδυση που θα φθάσει τα 30 εκατ. ευρώ. Η συμφωνία προβλέπει σημαντική επέκταση των εμπορικών χώρων, με αποτέλεσμα τον υπερδιπλασιασμό του τρέχοντος χώρου των καταστημάτων από 5.000 τ.μ. σε περισσότερα από 12.000 τ.μ. Τις διαπραγματεύσεις έκανε ο διευθύνων σύμβουλος των ΚΑΕ Γιώργος Βελέντζας, ο οποίος δήλωσε τότε ότι «η διαχρονική παρουσία της ΚΑΕ στο ελληνικό ταξιδιωτικό εμπόριο Travel Retail και η εμπειρία μας πάνω στις ανάγκες των ταξιδιωτών στη χώρα μας, σε συνδυασμό με την εμπειρία της μητρικής Dufry, μας καθιστά τους ιδανικούς συνεργάτες για τη Fraport Greece, όσον αφορά στην υλοποίηση των σχεδίων της για αναβάθμιση των υποδομών και των εμπορικών χώρων των αεροδρομίων». Ηταν τέλη του περασμένου Ιανουαρίου όταν η Rivulis Irrigation Ltd, με έδρα το Ισραήλ και η Eurodrip, με έδρα την Ελλάδα, ανακοίνωσαν ότι κατέληξαν σε τελική συμφωνία συγχώνευσης των δύο ομίλων, δημιουργώντας έναν παγκόσμιο ηγέτη στον τομέα της στάγδην άρδευσης. Ο όμιλος που θα προκύψει από τη συγχώνευση θα καλύπτει πλήρως την παγκόσμια αγορά με
18 εργοστάσια και 1.800 εργαζομένους σε 5 ηπείρους και 30 χώρες. Οι καλλιεργητές σε όλο τον κόσμο θα επωφεληθούν από τη διευρυμένη προσφορά προϊόντων και λύσεων. Το βασικό σημείο είναι ότι η ελληνική θυγατρική θα διατηρήσει την παρουσία της και τους εργαζομένους στην Ελλάδα. Σε ανοδική τροχιά παραμένει και η S&B, που απορροφήθηκε από τον γαλλικό κολοσσό Imerys το 2014. Το σημαντικότερο; Παραμένει η δραστηριότητα των εργοστασίων της στην Ελλάδα και ενισχύονται οι θέσεις εργασίας.
Ευεργετική αποδεικνύεται και για τον όμιλο Μαΐλλη η εξαγορά από το αμερικανικό fund Ηarvard Investment Group, στις 28 Ιουνίου 2014. Το αμερικανικό fund με ευρωπαϊκή έδρα το Αμβούργο, εισήλθε για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Διαχειρίζεται ένα χαρτοφυλάκιο αξίας άνω των 15 δισ.
δολαρίων και εξειδικεύεται στις αναδιαρθρώσεις δανείων και στην εξυγίανση επιχειρήσεων από τον χώρο του real estate. Το κοινό χαρακτηριστικό των επιχειρήσεων που εξαγοράστηκαν (και κατά πάσα πιθανότητα όσων εξαγοραστούν στο μέλλον) είναι ότι έχουν υψηλά ταμειακά διαθέσιμα, είναι συνήθως leaders στους κλάδους που δραστηριοποιούνται και κυρίως έχουν σοβαρό management και εξωστρέφεια.
Οι εταιρείες που πραγματικά αξίζουν, έχοντας καλά θεμελιώδη μεγέθη, βρίσκονται στο πάνω ράφι και ποτέ δεν μένουν στα αζήτητα. Από το 1995 μέχρι σήμερα, οι ξένοι όμιλοι τις εντοπίζουν και συνήθως προχωρούν (ή τουλάχιστον επιχειρούν να προχωρήσουν) στην εξαγορά τους, διευρύνοντας την ομπρέλα των θυγατρικών τους. Τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers (15 Σεπτεμβρίου 2008) τη σκυτάλη των εξαγορών εισηγμένων επιχειρήσεων, από τους παραδοσιακά βιομηχανικούς ομίλους, ανέλαβαν τα διεθνή funds, που είναι πιο ευέλικτα και στοχεύουν στην καταγραφή υπεραξιών μέσα από τις εξαγορές.
Η εμπειρία δείχνει ότι οι εταιρείες που εξαγοράστηκαν από ξένους ομίλους είχαν βρεθεί στο μικροσκόπιό τους για τουλάχιστον 12 μήνες, όπως συνέβη, για παράδειγμα, στις περιπτώσεις της Eurodrip και των ΚΑΕ. Η οικονομική εμπειρία παλαιότερων ετών έχει δείξει ότι οι καλές επιχειρήσεις πολύ δύσκολα θα αρνηθούν την πρόταση από έναν μεγάλο πολυεθνικό όμιλο όταν υπάρχει η διάθεση για ισχυροποίηση των μεγεθών και διεύρυνση των δραστηριοτήτων σε περισσότερες χώρες του πλανήτη.
Οπως έχει επισημανθεί από αναλυτές, το πρόβλημα που υπάρχει στην πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων, που είναι οικογενειοκρατικές –δηλαδή έχουν ως βασικό μέτοχο μία οικογένεια που συνήθως την ίδρυσε– είναι η διάδοχη κατάσταση στην περίπτωση που οι απόγονοι δεν συνεχίζουν στη διοίκηση της επιχείρησης.