Οι «100 Resilient Cities» (100RC), οι οποίες υποστηρίζονται από το Ίδρυμα Rockefeller, ανακοίνωσαν ότι 35 πόλεις από ολόκληρο τον κόσμο προσκλήθηκαν να συμμετέχουν στο Δίκτυό τους. Η ανακοίνωση έγινε κατά τη διάρκεια του Urban Resilience Summit, του Ιδρύματος Rockefeller, στη Σιγκαπούρη. Αυτές οι πόλεις είναι:
Accra, Ghana
Deyang, China
San Juan, Puerto Rico, USA
Amman, Jordan
Enugu, Nigeria
Santa Fe, Argentina
Arusha, Tanzania
Huangshi, China
Santiago de los Caballeros, Dominican Republic
Athens, Greece
Juarez, Mexico
Santiago (Metropolitan Region), Chile
Barcelona, Spain
Kigali, Rwanda
Singapore, Singapore
Belgrade, Serbia
Lisbon, Portugal
St. Louis, Missouri, USA
Bangalore, India
London, England
Sydney, Australia
Boston, Massachusetts, USA
Milan, Italy
Thessaloniki, Greece
Calí, Colombia
Montreal, Canada
Toyama, Japan
Chennai, India
Paris, France
Tulsa, Oklahoma, USA
Chicago, Illinois, USA
Phnom Penh, Cambodia
Wellington City, New Zealand
Dallas, Texas, USA
Pittsburgh, Pennsylvania, USA
Αυτό το δεύτερο κύμα πόλεων θα συμμετέχει μαζί με τις 32 νικήτριες πόλεις του περσινού «100 Resilient Cities Challenge», σχηματίζοντας ένα αναπτυσσόμενο δίκτυο αστικών κέντρων σε ολόκληρο τον κόσμο, έτοιμο να ανταπεξέλθει στις κοινωνικές, οικονομικές και φυσικές καταστροφές και εντάσεις, οι οποίες αποτελούν ένα αυξανόμενο κομμάτι του 21ου αιώνα. Οι «100 Resilient Cities» δημιουργήθηκαν από μία αρχική οικονομική δέσμευση 100 εκατομμυρίων δολαρίων εκ του Ιδρύματος “Rockefeller”, η οποία αποτελούσε μέρος της «Εκατονταετηρίδας» του, την περασμένη χρονιά, αναγνωρίζοντας τις τάσεις της αστικοποίησης και της παγκοσμιοποίησης που χαρακτηρίζουν αυτόν τον αιώνα.
«Τα μέλη του δικτύου των 100 Resilient Cities πρωτοπορούν παγκοσμίως, δείχνοντας ότι δεν είναι απλώς δυνατό να χτιστεί αστική ανθεκτικότητα σε κάθε είδος πόλης, αλλά είναι επιτακτική ανάγκη,» δήλωσε η Δρ Judith Rodin, Πρόεδρος του Ιδρύματος Rockefeller. «Χτίζοντας την ανθεκτικότητά τους, οι πόλεις μαθαίνουν όχι μόνο να είναι καλύτερα προετοιμασμένες για τις άσχημες περιόδους, αλλά επίσης ότι η ζωή είναι καλύτερη σε περιόδους ευημερίας, ειδικά για τους φτωχούς και τους αδύναμους. Είναι έξυπνη επένδυση και αποδίδει ένα ‘μέρισμα ανθεκτικότητας’ το οποίο αποτελεί μία νίκη για όλους.»
Καθώς ο αριθμός των ανθρώπων που κατοικούν στις αστικές περιοχές μεγαλώνει από το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού σήμερα σε κατ’ εκτίμηση 70% το 2015, οι πόλεις όλου του κόσμου πρέπει να αντιμετωπίσουν τα φαινόμενα της ραγδαίως αυξανόμενης αστικοποίησης, παγκοσμιοποίησης, αλλαγής κλίματος, φυσικών καταστροφών, αλλά και καταστροφών που οφείλονται στον ανθρώπινο παράγοντα.
Η αστική ανθεκτικότητα είναι η ικανότητα των ατόμων, των κοινοτήτων, των ιδρυμάτων, των επιχειρήσεων και των συστημάτων, να επιβιώνουν να προσαρμόζονται και να αναπτύσσονται, ανεξαρτήτως του είδους των χρόνιων συνθηκών πίεσης και των κρίσεων που αντιμετωπίζουν. Από τις επιπτώσεις μεγάλων τυφώνων έως και την αύξηση της κοινωνικοοικονομικής ανισότητας ή την ικανότητα των συστημάτων των πόλεων να ανταποκριθούν σε ραγδαία αύξηση πληθυσμού και αυξανόμενες προμήθειες τροφίμων, οι «100 Resilient Cities», αποσκοπούν στο να εξοπλίσουν τις αστικές περιοχές με τα απαραίτητα εργαλεία και να βοηθήσουν το δίκτυο να σχεδιάσει, να εξελίξει και να εφαρμόσει ολιστικές λύσεις.
«Κάθε πόλη είναι μοναδική και μέσω του δικτύου των 100RC, οι πόλεις ‘χτίζουν’ πάνω στις εμπειρίες των άλλων πόλεων και μαθαίνουν τις καλύτερες τεχνικές για δημιουργία ανθεκτικότητας», δήλωσε ο Michael Berkowitz, Πρόεδρος των 100 Resilient Cities. «Συνδέοντας τις πόλεις μεταξύ τους αλλά και με ειδικούς στη δημιουργία ανθεκτικότητας, αποσκοπούμε στο να δημιουργήσουμε μια παγκόσμια πρακτική κλιμακούμενων λύσεων ανθεκτικότητας, έτσι ώστε οι πόλεις να μπορούν να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις αυτού του αστικού αιώνα πιο αποτελεσματικά και επαρκέστερα.”
Κάθε πόλη στο δίκτυο επιλέχθηκε να λάβει μία σημαντική χρηματοδότηση για να προσλάβει έναν «Chief Resilience Officer», ο οποίος θα ηγείται στην ανάλυση, το σχεδιασμό και την εφαρμογή της στρατηγικής για την ανθεκτικότητα της πόλης, συνεργαζόμενος με διάφορα κυβερνητικά γραφεία και με τους κοινωνικούς φορείς. Οι Chief Resilience Officers θα έχουν επίσης την τεχνική υποστήριξη και τις υπηρεσίες που χρειάζονται καθώς δουλεύουν εφαρμόζοντας αυτή τη στρατηγική, ενώ θα έχουν πρόσβαση σε πλατφόρμα συνεργατών σε ιδιωτικούς, δημόσιους και μη κερδοσκοπικούς φορείς. Αυτοί οι συνεργάτες θα προσφέρουν τεχνογνωσία σε τομείς όπως καινοτόμος οικονομία, η τεχνολογία, οι υποδομές, η χρήση γης και κοινοτική και κοινωνική ανθεκτικότητα.
Το momentum του περσινού εναρκτήριου Challenge έκανε τη φετινή χρονιά ιδιαίτερα ανταγωνιστική, με εύρος συμμετοχής 90 χωρών από 6 ηπείρους. Οι πόλεις που επιλέχθηκαν αυτή τη χρονιά, ξεχώρισαν ανάμεσα σε 350 αιτήσεις, με κριτήριο την ικανότητα τους να αναδεικνύουν μια ξεχωριστή «οπτική για την ανθεκτικότητα», τη μακροπρόθεσμη δέσμευσή τους που διασχίζει διαφορετικές Κυβερνήσεις και κοινωνικούς φορείς και την ιδιαίτερη προσοχή στις ανάγκες των φτωχών και των ασθενέστερων. Οι πόλεις του δικτύου λειτουργούν ως μοντέλο για άλλες πόλεις ανά τον κόσμο που προσπαθούν να χτίσουν τη δική τους ανθεκτικότητα.
Τα μέλη των πόλεων επελέγησαν μετά από εισήγηση ενός διεθνούς πάνελ διακεκριμένων κριτών, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων του πρώην Προέδρου της Κόστα Ρίκα Jose Maria Figueres Olsen, του Δρ. Donald Kaberuka, Προέδρου της African Development Bank, του Δρ. Isher Ahluwali, Προέδρου του «Board of Governors» στο Ινδικό Συμβούλιο για την Έρευνα στις Διεθνείς Οικονομικές Σχέσεις και την Πρόεδρο και CEO της Asia Society, Josette Sheeran.