Επιταχύνεται σταδιακά η άρση της πολιτικής αβεβαιότητας καθώς επισπεύδονται οι διαδικασίες για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από την παρούσα Βουλή εντός του Δεκεμβρίου 2014, αναφέρει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων.
Σύμφωνα με την Alpha το Eurogroup έλαβε ταυτόχρονα την απόφαση να παρατείνει τεχνικά το πρόγραμμα για δύο μήνες έτσι ώστε να δοθεί ο χρόνος στο ελληνικό πολιτικό σύστημα να ανταποκριθεί στις καθυστερήσεις που εκ των πραγμάτων θα υπάρξουν λόγω πολιτικών εξελίξεων όσον αφορά στην ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων. Αυτό θα οδηγήσει στην εκταμίευση πόρων και στη δημιουργία ενός χρηματοδοτικού πλαισίου στήριξης της ελληνικής κυβέρνησης στην προσπάθειά της να αποκτήσει πρόσβαση στις αγορές, μέσω παροχής μίας προληπτικής πιστωτικής γραμμής ενισχυμένων προϋποθέσεων από το Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ).
Με την επίτευξη συμφωνίας θα ενεργοποιηθεί η σταδιακή εκταμίευση της τελευταίας δόσης των €1,8 δισ. από τον ΕΜΣ, με την οποία ολοκληρώνεται η παροχή χρηματοδοτικής βοήθειας από τους ευρωπαίους εταίρους, και της δόσης των €3,5 δισ. της 6ης αξιολόγησης του 2014 από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), σε συνάρτηση πάντα με το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των συμφωνηθέντων.
Οι εναπομείναντες πόροι προς εκταμίευση του ΔΝΤ της 7ης αξιολόγησης του 2014 ύψους € 3,5 δισ. και των δόσεων του 2015-16 ύψους € 9,0 δισ., καθώς και το υπόλοιπο των € 11 δισ. περίπου του ΤΧΣ, αναμένονται να χρησιμοποιηθούν υπό την μορφή προληπτικής πιστωτικής γραμμής από το ΔΝΤ και τον ΕΜΣ αντιστοίχως.
Στην σημερινή συγκυρία, οι αγορές αντέδρασαν σπασμωδικά (κατάρρευση Χρηματιστηρίου Αθηνών, διεύρυνση των περιθωρίων των ελληνικών ομολόγων με τις αποδόσεις στα 3ετή να διαμορφώνονται σε υψηλότερο επίπεδο από τις αποδόσεις στα 10ετή), παρόλο που δεν υπήρξε νέα πληροφόρηση όσον αφορά στις πιθανές πολιτικές εξελίξεις.
Αυτό συνέβη διότι ξαφνικά τέθηκε σε αμφισβήτηση η εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής. Ιδιαίτερα, αυξήθηκε σημαντικά η αβεβαιότητα έγκαιρης ολοκλήρωσης των διαπραγματεύσεων με την Τρόικα καθώς, αντί να υπάρξει συμφωνία προς το τέλος του 2014, τώρα αυτό μετατίθεται για το τέλος Φεβρουαρίου 2015, ημερομηνία εξαιρετικά αβέβαιη στην περίπτωση που η χώρα οδηγηθεί σε εκλογές.
Όχι μόνον τα χρονικά περιθώρια είναι ασφυκτικά για οποιαδήποτε κυβέρνηση προκύψει από τις εκλογές, ιδίως εάν οι εκλογές χρειασθεί να επαναληφθούν, αλλά θεωρείται πλέον δεδομένο ότι, σε περίπτωση κυβερνητικής αλλαγής, οι διαπραγματεύσεις θα είναι παρατεταμένες και θα χαρακτηρίζονται από εξαιρετική δυστοκία.
Οι αγορές δεν ενδιαφέρονται για το ποιος κυβερνά την χώρα. Ενδιαφέρονται, όμως, όποιος κυβερνά να εφαρμόζει ένα αξιόπιστο πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής που διασφαλίζει την σταθερότητα και την ανάπτυξη. Οι αγορές θα ανακάμψουν στον βαθμό που υποχωρήσει η αβεβαιότητα για το πλαίσιο άσκησης της οικονομικής πολιτικής.
Είναι, λοιπόν, απαραίτητο, στο βαθμό που η χώρα οδηγηθεί σε εκλογές, τα πολιτικά κόμματα να καθησυχάσουν τους καταταλαιπωρημένους πολίτες και όσους ακόμη επιχειρούν, ότι δεν θα ανατραπεί για δεύτερη φορά η όποια ισορροπία έχει ήδη επιτευχθεί όσον αφορά στο επίπεδο διαβίωσης, που έχει αρχίσει δειλά-δειλά να ανακάμπτει. Ως εκ τούτου, οφείλουν να παρουσιάσουν οικονομικά προγράμματα συμβατά με την συνέχιση της πολιτικής προσαρμογής της οικονομίας με άξονα την δημοσιονομική πειθαρχία και την ανταγωνιστική ανάπτυξη.
Δυστυχώς, η δημιουργία πλούτου δεν εκβιάζεται. Χωρίς την συνδρομή του ιδιωτικού τομέα που δημιουργεί πραγματικές θέσεις εργασίας στην βάση της προσδοκώμενης κερδοφορίας και βιωσιμότητας, οποιαδήποτε προσπάθεια από την πλευρά του κράτους είναι καταδικασμένη να αποτύχει και να σπαταλήσει στην πορεία πολύτιμους πόρους με αδιαφανείς, τις περισσότερες φορές, διαδικασίες.
Εάν δεν έχουμε μάθει τίποτα από τον εκτροχιασμό της ελληνικής οικονομίας στο παρελθόν, είναι στη μοίρα μας να ξαναζήσουμε την ιστορία σαν φάρσα. Μόνο που αυτήν την φορά, το δράμα θα συντελεσθεί στο περιθώριο της ευρωπαϊκής οικογένειας. Με ανυπολόγιστες συνέπειες για την ευημερία των πολιτών, αναφέρει η Alpha.
Ευνοϊκές εξελίξεις στην ελληνική οικονομία
Παρά αναμφισβήτητα ευνοϊκές εξελίξεις στην ελληνική οικονομία και στην πορεία υλοποίησης του προγράμματος προσαρμογής, η Ελλάδα συνεχίζει να υφίσταται τις αρνητικές συνέπειες μιας δραματικής υποβάθμισης της προόδου που έχει επιτύχει, με αποτέλεσμα τη συνεχιζόμενη αμφισβήτηση των προοπτικών της για βιώσιμη ανάπτυξη και για βιώσιμο δημόσιο χρέος.
Ειδικότερα: α) Αμφισβητείται η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, με μεταφορά της έμφασης από το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές, που αυξάνεται εντυπωσιακά, στο ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές, που μειώνεται λόγω κυρίως της μεγάλης πτώσης των τιμών των εισαγομένων. β) Χρησιμοποιείται η διαφαινόμενη πτώση του ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές το 2014 και η εκτίμηση για αρνητικό ή χαμηλό πληθωρισμό και στα επόμενα έτη, ως επιχείρημα για να υποστηριχθεί η ύπαρξη δημοσιονομικών κενών το 2014 και το 2015 και, επίσης, για να αποδειχθεί η θεωρούμενη μη-βιωσιμότητα του σημερινού ελληνικού δημοσίου χρέους. γ) Εξακολουθεί να διατυμπανίζεται, εντελώς παραπλανητικά ότι το σημερινό δημόσιο χρέος της χώρας με την ονομαστική του αξία στο 178% του ΑΕΠ, συγκρίνεται δυσμενώς με την ονομαστική αξία του δημόσιου χρέους της χώρας το 2009 που αυτή ανερχόταν μόνο στο 130% του ΑΕΠ.
Έτσι, το χρέος, αντί να μικραίνει στην περίοδο της προσαρμογής, ακόμα και μετά το PSI Plus, συνεχίζει να μεγαλώνει, και δεν είναι δυνατό να εξυπηρετηθεί χωρίς αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη και στην κοινωνική συνοχή, αναφέρει η Alpha Bank.
Όσον αφορά στο χρέος η Alpha Bank σημειώνει τα ακόλουθα:
α) Το ελληνικό δημόσιο χρέος του 2014 είναι δραστικά αναδιαρθρωμένο με μέση περίοδο λήξης 17,9 ετών (με ιδιαίτερα χαμηλές λήξεις στην περίοδο 2016-2022), έναντι κάτω των 8-ετών που ίσχυε για το ελληνικό δημόσιο χρέος του 2009 (με ιδιαίτερα αυξημένες λήξεις στην περίοδο 2010-2015) και κάτω των 10-ετών που ισχύει σήμερα για πολλές άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης.
β) Επίσης, το σημερινό ελληνικό χρέος είναι συνομολογημένο με προνομιακά (εξαιρετικά χαμηλά) επιτόκια (λίγο πάνω από 3% κατά μέσο όρο στην περίοδο 2014-2030), τα οποία είναι πολύ χαμηλότερα από τα επιτόκια που θα έπρεπε να πληρώνει η Ελλάδα στην αγορά για την εξυπηρέτησή του, ακόμη και με φυσιολογικές συνθήκες πρόσβασης της χώρας σε αυτές τις αγορές. Αντίθετα, στο τέλος του 2009 η Ελλάδα δανειζόταν με επιτόκιο 5,5% για τα 10ετή ομόλογα και 5,4% για τα 5ετή, το οποίο ανήλθε πολύ γρήγορα άνω του 6,0% στις αρχές του 2010 και σε απαγορευτικά επίπεδα μετά τον Μάιο του 2010.
γ) Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, το πραγματικό βάρος του σημερινού δημοσίου χρέους για τη χώρα είναι δραστικά μειωμένο σε σχέση με το 2009 και πολύ χαμηλότερο από το πραγματικό βάρος του χρέους ορισμένων χωρών της Νότιας Ευρώπης. Αυτό προκύπτει και από το γεγονός ότι η μέση ετήσια δαπάνη εξυπηρέτησης του σημερινού ελληνικού δημοσίου χρέους (για πληρωμή τόκων και χρεολυσίων) στα επόμενα 10 έτη δεν υπερβαίνει το 8% του ΑΕΠ, έναντι μέσης ετήσια δαπάνης άνω του 20% του ΑΕΠ που συνεπαγόταν το χρέος του 2009 για την περίοδο 2010-2015.
δ) Τέλος, στο ελληνικό δημόσιο χρέος σε ονομαστική βάση συμπεριλαμβάνονται περί τα € 9,9 δις που ωστόσο είναι προγραμματισμένο να επιστραφούν στο ελληνικό δημόσιο ως κέρδη των Ευρωπαϊκών Κεντρικών Τραπεζών και της ΕΚΤ από τα ελληνικά κρατικά ομόλογα που είχαν στην κατοχή τους. Επίσης, συμπεριλαμβάνονται και τα € 10,5 δις που είναι διαθέσιμα στο ΤΧΣ.
Η εμπειρία των χωρών με υψηλό δημόσιο χρέος διεθνώς έχει πράγματι δείξει ότι υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη των χωρών όταν το χρέος υπερβαίνει το 90% του ΑΕΠ. Αυτό συμβαίνει διότι αν η αναχρηματοδότηση του χρέους αυτού γίνεται με επιτόκιο 5,0% και η μέση διάρκειά του είναι 8-έτη, τότε η εξυπηρέτηση του χρέους απορροφάει κάθε έτος το 16,25% του ΑΕΠ της χώρας. Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε η διάρθρωση και το κόστος του χρέους στην Ελλάδα είναι τέτοια ώστε να περιορίζει τη μέση δαπάνη εξυπηρέτησής του στο 8,5% του ΑΕΠ στην περίοδο 2015-2025 και στο 8,1% του ΑΕΠ στην περίοδο 2025-2035.
Η επιβάρυνση αυτή είναι ανάλογη με αυτήν που θα προέκυπτε από ένα χρέος ύψους 50% του ΑΕΠ, μέσης διάρκειας 8-ετών και με επιτόκιο 4,0%, υπογραμμίζει η Alpha.