Πραγματοποιήθηκε σήμερα, Δευτέρα 29 Μαΐου 2017, η δημόσια ακρόαση με θέμα «Οι οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις στην ανάπτυξη των περιφερειών» που διοργάνωσε η ΕΟΚΕ, σε συνεργασία με την Ομοσπονδία Εμπορίου, Παραγωγικότητας και Επιχειρηματικότητας Κεντρικής - Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και την Ομοσπονδία Εμπόρων Θεσσαλονίκης, στην οποία ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ κ. Βασίλης Κορκίδης ήταν κεντρικός ομιλητής.
Στη δημόσια ακρόαση τοποθετήθηκαν επίσης κατά σειρά: η Υφυπουργός Εσωτερικών Μακεδονίας-Θράκης κ. Μαρία Κόλλια- Τσαρουχά, ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης κ. Ιωάννης Μπουτάρης, ο Πρόεδρος ΓΣΕΕ κ. Γιάννης Παναγόπουλος, ο Πρόεδρος ΓΣΒΕΕ κ. Γιώργος Καββαθάς, ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Εσωτερικής Αγοράς, Βιομηχανίας, Επιχειρηματικότητας και ΜΜΕ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Irmfried Schwimann, η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οργάνωσης Βιοτεχνών και Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (UEAPME) κ. Ulrike Rabmer-Koller , η Ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας κ. Μαρία Σπυράκη, ο Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας κ. Απόστολος Τζιτζικώστας, η Εκπρόσωπος της Γενικής Διεύθυνσης Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης κ. Lena Andersson Pench, o Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας CREDICOM κ. Άνθιμος Θωμόπουλος, ο Γενικός Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Οικογενειακών Επιχειρήσεων κ. Jesus Casado, η Γενική Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Ένωσης Αμοιβαίων Εγγυήσεων κ. Katrin Sturm και ο Πρόεδρος του ειδικευμένου τμήματος «Οικονομική και νομισματική ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή» κ. Joost Van Iersel.
Στην ομιλία του ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ κ. Βασίλης Κορκίδης σημείωσε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας εθνικών ενώσεων που εκπροσωπούν τις οικογενειακές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των μικρών, μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων, η Ευρώπη έχει περίπου 14 εκατομμύρια οικογενειακές επιχειρήσεις που παρέχουν πάνω από 60 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα και παράγουν πάνω από το 70% του ΑΕΠ.
Υπογράμμισε, επίσης, το γεγονός ότι ενώ στην Ελλάδα οι οικογενειακές επιχειρήσεις αποτελούν βασικό κύτταρο της εγχώριας επιχειρηματικότητας, η ΕΛΣΤΑΤ δεν παρέχει σαφή στοιχεία για αυτές. Για τον λόγο αυτό προσεγγίζονται, μεταξύ άλλων, από το μέγεθος της αυτοαπασχόλησης σε σχέση με τα συμβοηθούντα μέλη. Στο πλαίσιο αυτό ανέφερε ότι σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία το εμπόριο συγκεντρώνει: το 31.6% του συνόλου των εργοδοτών (73.524 άτομα), το 30.3% των αυτοαπασχολουμένων (160.038 άτομα) και το 37.5% των συμβοηθούντων μελών (29.977 άτομα) της συνολικής μη αγροτικής απασχόλησης. Σημείωσε, δε, ότι η ετήσια μεταβολή μεταξύ του Δ’ τριμήνου 2016 και 2015 άγγιξε το -1.8% που μεταφράζεται σε απώλεια 600 θέσεων εργασίας βοηθών σε οικογενειακές επιχειρήσεις. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται στο σύνολο της οικονομίας με την ετήσια μεταβολή μεταξύ του Δ’ τριμήνου 2016 και 2015 να φτάνει το -3.4% που μεταφράζεται σε απώλεια 5.100 θέσεων εργασίας βοηθών σε οικογενειακές επιχειρήσεις. Ο κ. Κορκίδης ανέφερε ότι η περιφερειακή κατανομή των συμβοηθούντων μελών στην Ελλάδα έχει ως εξής:
- Ανατολική Μακεδονία και Θράκη: 1.426 συμβοηθούντα μέλη
- Κεντρική Μακεδονία: 5.597
- Δυτική Μακεδονία: 282
- Ήπειρος: 1.120
- Θεσσαλία: 2.777
- Ιόνιοι Νήσοι: 1.231
- Δυτική Ελλάδα: 2.432
- Στερεά Ελλάδα: 2.613
- Αττική: 5.608
- Πελοπόννησος: 1.974
- Βόρειο Αιγαίο: 1.192
- Νότιο Αιγαίο: 823
- Κρήτη: 2.903 συμβοηθούντα μέλη
υπογραμμίζοντας την κρισιμότητα της μεταβίβασης αυτών των επιχειρήσεων στη διατήρηση θέσεων εργασίας- κυρίως σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.
Όπως είπε, το «πρόβλημα» της μεταβίβασης αποτελεί παράγοντα που σχετίζεται με την θνησιγένεια των επιχειρήσεων, γεγονός που επισημαίνεται και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή που από το 1994 έχει στοιχεία ότι ένα ποσοστό 10% των αιτήσεων για κήρυξη πτώχευσης στην επικράτεια της Ε.Ε., οφείλεται σε κακή διαχείριση της διαδοχής. Παρά τη κεντρική, ωστόσο, όπως είπε ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ, σημασία της διαδοχής στην οικογενειακή επιχείρηση, τα αριθμητικά δεδομένα σε παγκόσμιο επίπεδο, δείχνουν ότι το ποσοστό των οικογενειακών επιχειρήσεων που αποδεικνύονται μακρόβιες είναι συγκριτικά χαμηλό. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με πρόσφατα στατιστικά στοιχεία μόλις το 30% των οικογενειακών επιχειρήσεων υπολογίζεται ότι περνάει με επιτυχία στα χέρια της δεύτερης γενιάς, και περίπου το 15% έχουν περάσει με επιτυχία στη τρίτη γενιά, ενώ μακροβιότερες καταλήγουν να είναι μόνο 3 στις 100 επιχειρήσεις.