Στην αναζήτηση ενός συμβιβασμού που περιλαμβάνει την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την εκταμίευση της δόσης αλλά χωρίς το πακέτο ελάφρυνσης του χρέους που ζητά το ΔΝΤ για να συμμετάσχει χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα βρίσκονται οι εμπλεκόμενοι στις διαβουλεύσεις ενόψει του Eurogroup της 15ης Ιουνίου, στον απόηχο της αψιμαχίας μεταξύ του Σοιμπλε, της ελληνικής κυβέρνησης και της αρνητικής τοποθέτησης Ευρωπαίου αξιωματούχου.
Το επικρατέστερο σενάριο φαίνεται πως είναι η παρουσία του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, με ρήτρα εκταμίευσης το 2018, οπότε και ενδεχομένως θα εξειδικευτούν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος.
Η φόρμουλα απομακρύνει το ενδεχόμενο ένταξης της Ελλάδας στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (QE) της ΕΚΤ τους επόμενους μήνες.
Η Αθήνα θα μπορούσε να επιδιώξει να πάρει κάτι περισσότερο στο θέμα του χρέους στη Σύνοδο Κορυφής της 22ας Ιουνίου, ωστόσο η Μέρκελ έχει παραπέμψει σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν στο Eurogroup και τους θεσμούς.
Το μοναδικό σταθερό στοιχείο κοινής αποδοχής απ' όλες τις πλευρές είναι η δεύτερη αξιολόγηση, ενώ προϋπόθεση για να κλείσει παραμένει η εκπλήρωση από την Ελλάδα των 20 εκκρεμών προαπαιτούμενων ώστε να συνταχθεί η τελική έκθεση συμμόρφωσης από τους θεσμούς.
Το Eurogroup μπορεί επίσης να προχωρήσει στην αποσαφήνιση των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους που καταγράφονται στην απόφαση του Eurogroup της 25ης Μαΐου του 2016 και τα οποία θα εφαρμοσθούν, αν χρειασθεί, μετά το τέλος του προγράμματος.
Ανοικτό παραμένει το ύψος της δόσης που θα εγκρίνει το Eurogroup με την Αθήνα να διεκδικεί στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου το ποσό των 10 δισ. ευρώ για να αποπληρώσει περισσότερες ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της προς ιδιώτες προμηθευτές και άλλους.
Ενα σενάριο θέλει την εκταμίευση των 7 δισ. ευρώ να γίνεται τις επόμενες εβδομάδες και το υπόλοιπο ποσό αργότερα υπό τον όρο ότι θα έχουν εκπληρωθεί κάποιες προϋποθέσεις από ελληνικής πλευράς.
Το σενάριο των εξελίξεων στο προσεχές Eurogroup, όπως περιγράφεται από ευρωπαϊκές πηγές, περιλαμβάνει μία συμφωνία η οποία «θα είναι κάπως βελτιωμένη σε σχέση με εκείνη που προτάθηκε στις 22 Μαΐου, θα σέβεται τους προεκλογικούς περιορισμούς της γερμανικής κυβέρνησης και θα έχει τη μορφή μίας "συμφωνίας γέφυρας”. Αυτή θα ανοίγει δυνατότητα αξιολόγησης της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους μεσοπρόθεσμα και θα μεταθέτει για αργότερα τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα με άλλες εν δυνάμει παρεμβάσεις στο χρέος». Με αποτέλεσμα να αναμένεται ένα σχετικά ήρεμο καλοκαίρι, με τα πρώτα λεφτά να πέφτουν στην εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών και την επόμενη αξιολόγηση να απέχει τουλάχιστον ένα τρίμηνο.
Η τελευταία τοποθέτηση της ΕΚΤ ήρθε προχθές στο συνέδριο του Economist στη Φρανκφούρτη, όπου ο Μπενουά Κερέ, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Τράπεζας υπογράμμισε την ανάγκη να επιτευχθεί συμφωνία στο επικείμενο Eurogroup της 15ης Ιουνίου, προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και να επιστρέψει η ελληνική οικονομία σε έναν βιώσιμο δρόμο.
Ευθυγραμμιζόμενος με το αίτημα της ελληνικής πλευράς, ο Γάλλος οικονομολόγος ζήτησε να συγκεκριμενοποιηθούν τώρα τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους -παρότι θα υλοποιηθούν το 2018 όπως έχει συμφωνηθεί- και συνέδεσε μάλιστα την εξειδίκευση των μέτρων με την πιθανή ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ευρωτράπεζας. Ήρθε η ώρα να λάβουμε σοβαρές αποφάσεις που θα κάνουν τη διαφορά, εάν δεν το κάνουμε, θα μας κοστίσει περισσότερα στο μέλλον, προειδοποίησε το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ.
Ευρωπαίος αξιωματούχος υπογράμμισε χθες πως στο τραπέζι δεν υπάρχει τίποτα περισσότερο από την πρόταση που παρουσιάσθηκε στο Eurogroup της 22ας Μαΐου και απορρίφθηκε από τον κ. Τσακαλώτο.
«Δεν υπάρχει άλλη πρόταση από αυτή που παρουσιάστηκε στο Eurogroup», φέρεται να τόνισε, εκτιμώντας παράλληλα πως το ΔΝΤ θα παραμείνει στο πρόγραμμα χωρίς την άμεση παροχή δανείου αλλά με stand -by arrangement.
Σ’ αυτή την περίπτωση, η ΕΚΤ δεν πρόκειται να αποδεχθεί τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) αν και θεωρητικά θα μπορούσε να το πράξει.
«Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν νομίζω ότι θα προχωρήσει σε δική της ανάλυση βιωσιμότητας χρέους που θα ξεκλείδωνε το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης για την Ελλάδα. Τεχνικά και νομικά θα μπορούσε, αλλά δεν θα ήταν καλό, δεν θα έδινε αποτελεσματικό μήνυμα στις αγορές» είπε χαρακτηριστικά.
Το σενάριο αυτό ανε΄φερε χθες και ο Λαρς Φελντ, ένας από τους πέντε σοφούς του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων της γερμανικής κυβέρνησης, μιλώντας στην DW.
«Κάποια συμφωνία θα πρέπει να υπάρξει στις 15 Ιουνίου, ακόμη κι αν είναι μόνον τυπική. Δεν πιστεύω όμως ότι στις 15 θα αποφασιστούν ήδη μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Κατά συνέπεια, αυτό θα σημαίνει ότι το ΔΝΤ δεν θα είναι διατεθειμένο να διαθέσει πόρους και άλλα δάνεια στην Ελλάδα. Αυτό σημαίνει μια συμβιβαστική φόρμουλα, βάσει της οποίας το ΔΝΤ θα παραμείνει τυπικά στο πρόγραμμα, αλλά θα εκταμιεύσει χρήματα το 2018. Αυτό είναι στα όρια του εφικτού. Η πρόταση κατατέθηκε ήδη κατά την τελευταία συνάντηση, αλλά η Ελλάδα δεν μπορούσε να την αποδεχτεί. Τώρα όμως ενδεχομένως να βρεθεί λύση προς αυτή την κατεύθυνση», υπογράμμισε σε συνέντευξη στο περιθώριο ημερίδας για τις δυνατότητες εξόδου της Ελλάδας στις αγορές, που διοργάνωσε χθες Τετάρτη στη Φρανκφούρτη το περιοδικό Economist.
Πρόκειται για μια πρόταση με γερμανική «σφραγίδα» και του Β. Σόιμπλε προσωπικά, αφού λύνει σε μεγάλο βαθμό τα χέρια του υπουργού Οικονομικών: συναινώντας σε ορισμένα υποτυπώδη μέτρα ελάφρυνσης του χρέους όπως την παράταση της ωρίμανσης των δανείων του EFSF κατά 15 έτη και υπό την γνωστή αίρεση ότι αυτά θα εφαρμοστούν το 2018 εφόσον κριθεί αναγκαίο, ο Β. Σόιμπλε μπορεί να αποσπάσει την τόσο σημαντική για το Βερολίνο συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και δη εγκαίρως πριν τις γερμανικές εκλογές. Με τον τρόπο αυτό τηρεί την υπόσχεση που είχε δώσει ο ίδιος αλλά και η καγκελάριος Μέρκελ στους βουλευτές τους για να εγκρίνουν το τρίτο πακέτο διάσωσης.
Ο Β. Σοιμπλε επιτέθηκε χθες στην ελληνική κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και την επιβάρυνση των αδύνατων αντί των εφοπλιστών, όπως τόνισε, με την Αθήνα να ανταπαντά μέσω κύκλων του Μαξίμου ότι οι ευθύνες του Γερμανού υπουργού οικονομικών στη διαχείριση της ελληνικής κρίσης έχουν καταγραφεί και δεν μπορεί να τις επιρρίπτει αλλού.
Πηγή: Economy365