Το αίτημα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) προς τους Ευρωπαίους πιστωτές της Ελλάδας να προβούν σε απομείωση του ελληνικού χρέους μπορεί να είναι «καλή ιδέα», αλλά «το ΔΝΤ δεν θέλει να πληρώσει τίποτα. Αυτό το καθιστά κάπως αναξιόπιστο» γράφει σε σχόλιό της η Sueddeutsche Zeitung (SZ), όπως μεταδίδει η Deutsche Welle.
Η εφημερίδα του Μονάχου αναφέρεται στην πολύ σκληρή στάση που είχε επιδείξει το ΔΝΤ τη δεκαετία του 1990 στις περιπτώσεις της Ταϊλάνδης και της Ινδονησίας με την επιβολή εξαιρετικά σκληρών μέτρων λιτότητας. Όπως επισημαίνει η ίδια, «στην περίπτωση της Ελλάδας όμως δεν είναι το ΔΝΤ αυτό που επιβάλλει το καθεστώς λιτότητας, αλλά η ΕΕ υπό την καθοδήγηση της Γερμανίας. Αριστεροί, αλλά και συντηρητικοί, επικαλούνται αυτό το διάστημα το ΔΝΤ όταν λένε «δώστε στους Έλληνες περιθώριο να ζήσουν και να αναπνεύσουν».
Το ΔΝΤ είναι της άποψης ότι ο συνδυασμός επιβεβλημένης λιτότητας και πολύ περιορισμένης ανάπτυξης κρατά τη χώρα φυλακισμένη σε έναν φαύλο κύκλο. Τι συνέβη όμως, γιατί το ΔΝΤ εμφανίζεται ξαφνικά τόσο φιλάνθρωπο (ωστόσο χωρίς να θέλει να πληρώσει);», διερωτάται. Επικαλούμενη το ίδιο το ΔΝΤ, η σχολιογράφος κάνει λόγο για αλλαγή προσανατολισμού του Ταμείου και στροφή στη σημερινή τάση του νέο-κεϋνσιανισμού, επειδή, όπως σημειώνεται, «ο εδώ και δεκαετίες κυρίαρχος νεοφιλελευθερισμός δεν απέφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα».
Η SZ σχολιάζει ότι ο Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, είχε εργαστεί επί σειρά ετών στο ΔΝΤ. Σήμερα, από τη νέα του θέση, δεν εγκρίνει τα όσα ακούει από τον παλιό του εργοδότη, παρατηρεί το σχόλιο και προσθέτει: «Θεωρεί λάθος το αίτημα του ΔΝΤ για απομείωση χρέους για την Ελλάδα. Πιστεύει ότι τα οικονομικά στοιχεία της χώρας έχουν βελτιωθεί αισθητά».
Το σχόλιο δικαιολογεί μεν τις αντιρρήσεις του Κλάους Ρέγκλινγκ, ωστόσο τονίζει ότι «ο πληθυσμός στην Ελλάδα δεν έχει ακόμη αντιληφθεί πολλά σε σχέση με την (σ.σ. θετική) επίδραση του προγράμματος. Η ανεργία είναι υψηλή. Η παραγωγή είναι στον πάτο. Άτομα με καλή εκπαίδευση φεύγουν στο εξωτερικό για να βρουν εκεί μια θέση απασχόλησης.
Το πρόβλημα της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής όπως την αντιλαμβάνεται ο Ρέγκλινγκ έγκειται στο ότι, εφόσον όλα πάνε καλά, η επίδρασή της θα φανεί μετά από δέκα χρόνια. Μέχρι τότε η ζωή πάρα πολλών ανθρώπων είναι κάτι περισσότερο από επίπονη».
Πηγές: SZ, DW