H MERCER, ηγέτιδα εταιρεία διεθνώς στους τομείς του ανθρώπινου δυναμικού και διαχείρισης ταλέντου, σε συνεργασία με την BETTER FUTURE, γνωστοποίησε τα αποτελέσματα της ετήσιας έρευνας αμοιβών και παροχών στην ελληνική αγορά για το 2017 σύμφωνα με την οποία το 62% των 168 κορυφαίων εταιρειών στην Ελλάδα προχώρησε σε αύξηση μισθού κατά 1,7% και το 35% των εταιρειών δηλώνει ότι θα προχωρήσει σε αύξηση του ανθρώπινου της δυναμικού μέσα στο 2017.
Τα αποτελέσματα αντανακλούν τις επιλογές των 168 μεγαλύτερων εταιρειών με πλήρη δραστηριότητα στην Ελλάδα, αναφορικά με τις προσπάθειες τους να αντιμετωπίσουν τις διαρκώς μεταβαλλόμενες προκλήσεις του επιχειρηματικού οικοσυστήματος της χώρας μας και την ίδια στιγμή να διαμορφώσουν τις συνθήκες εκείνες ώστε το προσωπικό τους να απελευθερώσει το δυναμικό τους, θέτοντας έτσι την οικονομία μας σε στέρεες βάσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στα διαρκώς αυξανόμενα δομικά προβλήματα της οικονομίας μας με προεξέχον την υπερβολική έμμεση και άμεση φορολογία παράλληλα με την έλλειψη σταθερού χρηματο-οικονομικού περιβάλλοντος, οι επιχειρήσεις την τρέχουσα χρονιά είχαν να αντιμετωπίσουν εξαιρετικά σύνθετες διεθνείς αλλαγές όπως η αβεβαιότητα του Brexit και η αύξηση του λαϊκισμού με την συνεπακόλουθη πολιτική αστάθεια.
Την ίδια όμως στιγμή εξίσου ξεκάθαρο πλέον είναι, ότι οι εργοδότες έχουν συνειδητοποιήσει πως η ενίσχυση του ανθρωπίνου δυναμικού αποτελεί προϋπόθεση για την επίτευξη των όποιων αναπτυξιακών προοπτικών των επιχειρήσεων και των ευκαιριών που παρουσιάζει η οικονομία μας, κάτι που θα μας οδηγήσει τελικά και στον πολυπόθητο δρόμο της οικονομικής μεγέθυνσης, της ασφάλειας και της κοινωνικής προόδου και συνοχής.
Οι τάσεις της απασχόλησης
Μολονότι σύμφωνα με συνεχείς έρευνες και αναφορές οι εργοδότες αντιμετωπίζουν σήμερα δυσκολίες στην εύρεση των κατάλληλων ταλέντων-υποψηφίων, αλλά και νέα δεδομένα αναφορικά με το πώς αντιλαμβάνονται οι νέοι (κυρίως οι millennials και Gen Z) την σχέση τους με την επιχείρηση ή με την έννοια της καριέρας, μία στις τρεις από τις κορυφαίες ελληνικές επιχειρήσεις που συμμετείχαν στην έρευνα είναι αποφασισμένοι να ενισχύσουν τις ομάδες τους με νέα πρόσωπα.
Πιο συγκεκριμένα, το 35% των εταιρειών δηλώνει ότι θα προχωρήσει σε αύξηση του ανθρώπινου τους δυναμικού μέσα στο 2017, το 55% ότι θα παραμείνει στα ίδια επίπεδα και ένα 10% ότι θα προχωρήσει σε μειώσεις. Η εικόνα παραμένει θετική και για τις προβλέψεις του 2018, όπου το 26% των εταιρειών δηλώνει ότι θα αυξήσει το εργατικό του δυναμικό, ενώ το 66% ότι θα παραμείνει στα ίδια ποσοστά.
Στα πλαίσια της αυξανόμενης επιρροής του Gig-Economy και της πρωταγωνιστικής πορείας του κλάδου των νέων τεχνολογιών ακόμα και στην Ελλάδα των τόσων δυσκολιών και αντιξοοτήτων, το 65% των εταιρειών Υψηλής Τεχνολογίας θα αυξήσει το εργατικό του δυναμικό το 2017, αποτελώντας την ατμομηχανή στην ενίσχυση των προσλήψεων.
Τα παραπάνω στοιχεία είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, αν αναλογιστούμε ότι σε μία περίοδο δομικών αλλαγών, όπου ο ανθρώπινος παράγοντας αποτελεί το πλέον ισχυρό “χαρτί” για να προχωρήσει κάθε κοινωνία μπροστά, στην Ελλάδα μετά από 7 χρόνια δραματικής κοινωνικό-οικονομική κρίσης αντιμετωπίζουμε ένα δραματικό ποσοστό ανεργίας το οποίο υποσκάπτει κάθε προοπτική που έχει η χώρα μας, με ποσοστά που ανέρχονται στο 23,4% συνολικά σε ολόκληρο τον ενεργό πληθυσμό και στο 46.6% μεταξύ των νέων, από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τάσεις στις αμοιβές των στελεχών
Με βάση τα Αποτελέσματα της έρευνας Αποδοχών της Ελλάδας για το 2017, το 62% των εταιρειών στην Ελλάδα προχώρησε σε αύξηση μισθού κατά 1,7%, κάτι που είναι εξαιρετικά σημαντικό εάν αναλογιστούμε ότι η χώρα μας περνά για πολλοστή χρονιά μία από τις βαθύτερες υφεσιακές πορείες με capital controls, έλλειψη χρηματοδότησης, ένα εξαιρετικά αντιαναπτυξιακό πλαίσιο φορολογίας και θεσμών και κυρίως, καμία προοπτική αντιμετώπισης διαχρονικών στρεβλώσεων που μπλοκάρουν την ανάπτυξη.
Αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά την δύναμη της επιχειρηματικότητας, της συνεργασίας και της δημιουργικής επίμονης στο αποτέλεσμα, οι επιχειρήσεις δείχνουν αποφασισμένες να συνεχίσουν την δύσκολη προσπάθεια τους να κρατήσουν την οικονομία μας ζωντανή, επενδύοντας έστω και κατ’ ελάχιστο στην ενίσχυση των ανθρώπων τους.
Συνολικά οι μεγάλες εταιρείες στρέφονται σε συγκρατημένες αυξήσεις βασικών μισθών, δίνοντας την ίδια στιγμή μεγαλύτερη έμφαση στα μακροπρόθεσμα πλάνα bonus για τα στελέχη διοίκησης, καθώς παρατηρείται μια αύξηση 9% αντίστοιχα στο ποσοστό του μακροπρόθεσμου bonus συναρτήσει του συνολικού πακέτου αποδοχών.
Ο γρίφος των παροχών
Με βάση τα αποτελέσματα της Έρευνας Αποδοχών της Mercer για το 2017, το ποσοστό των παροχών σε είδος κυμαίνεται από το 6% του συνολικού πακέτου αποδοχών, στα χαμηλότερα επίπεδα του προσωπικού, και φτάνει έως το 14%, στα διοικητικά στελέχη.
Οι παροχές σε είδος, ένα εξαιρετικά σημαντικό εργαλείο των εταιρειών να ανταμείβουν τους υπαλλήλους τους πέραν το βασικών χρηματικών αποδοχών, τα τελευταία χρόνια βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα αναφορικά με τις φορολογικές επιβαρύνσεις που πλέον τις επηρεάζουν, δημιουργώντας σοβαρά αμφιβολίες για το κατά πόσον τελικά αποτελούν όφελος για τον εργαζόμενο. Πιο συγκεκριμένα, η αλλαγή φορολογικής νομοθεσίας στα εταιρικά αυτοκίνητα, έχει επιφέρει σημαντικές αλλαγές στις επιλογές των στελεχών και σύνθετους προβληματισμούς στα τμήματα ανθρώπινου δυναμικού, που καλούνται να λύσουν ένα διαφορετικό γρίφο που επηρεάζει τόσο οικονομικά όσο και ψυχολογικά το προσωπικό τους.
Βάσει της Έρευνας Αποδοχών της Mercer για το 2017, το 15% των εταιρειών προτίθεται να καλύψει την επιπλέον φορολόγηση που προκύπτει στα στελέχη διοίκησης, ενώ πολλές εταιρείες έχουν ήδη προχωρήσει σε αναμόρφωση της πολιτικής των εταιρικών αυτοκινήτων, δίνοντας μεγαλύτερη ευελιξία επιλογών στους δικαιούχους (αυτοκίνητο χαμηλότερου κυβισμού, επίδομα αυτοκινήτου και επέκταση χρόνου μίσθωσης).
Τέλος, καθώς η φορολόγηση έχει επιβαρύνει το σύνολο των παροχών, πολλές μεγάλες εταιρείες εξετάζουν τη λογική των Ευέλικτων Πακέτων Παροχών, όπου ο εργαζόμενος θα είναι σε θέση να διαμορφώνει ο ίδιος τη σύνθεση του πακέτου παροχών του σύμφωνα με τις ανάγκες του. Η συγκεκριμένη πολιτική έχει διπλό όφελος καθώς, αφενός ο εργαζόμενος επιλέγοντας τις παροχές του είναι και ενήμερος για την αντίστοιχη φορολόγηση, αφετέρου γιατί διαμορφώνει υψηλότερο κίνητρο στον εργαζόμενο εφόσον επιλέγει τις παροχές του ανάλογα με τις προτιμήσεις και τις εκάστοτε ανάγκες του.