Με επιστολή του, ο ΣΕΒ, επισημαίνει ιδιαίτερα ότι η ΔEΗ θα πρέπει πλέον να λειτουργεί πελατοκεντρικά και να ασκεί εμπορική πολιτική έναντι των καταναλωτών - πελατών της και όχι να αφήνει τη γενική συνέλευση των μετόχων, δηλαδή το Ελληνικό Δημόσιο, να αποφασίζει για τα θέματα αυτά.
Η επισήμανση του ΣΕΒ έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, καθώς ο συνδυασμός της υπερδεσπόζουσας θέσης της ΔEΗ και της μεταβίβασης στη γενική συνέλευση των μετόχων, δηλαδή στο Δημόσιο, να λαμβάνει αποφάσεις εμπορικού χαρακτήρα, είναι δυνατόν να εγείρει ζητήματα μη συμβατών με το κοινοτικό δίκαιο κρατικών ενισχύσεων και παραβίασης των κανόνων ανταγωνισμού.
Τέλος αυτό που υπογραμμίζει ιδιαίτερα ο ΣΕΒ με την επιστολή του είναι ότι η τακτική της ΔEΗ απέναντι στους πελάτες της, διακατέχεται από τη λογική "take it or leave it", κάτι όμως που δεν μπορεί να ισχύει σε επιχείρηση με μονοπωλιακή πρόσβαση σε «φθηνά» καύσιμα και τεχνολογίες, όπως ο λιγνίτης και τα υδροηλεκτρικά, ενώ κρατά σε ομηρία τους πελάτες της.
Ακολουθέι η επιστολή του ΣΕΒ:
«Όπως γνωρίζετε, πάγια θέση του ΣΕΒ είναι η απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας, ώστε μέσω της λειτουργίας της να δημιουργηθούν συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού επ' ωφελεία του συνόλου των καταναλωτών και της οικονομίας. Στην εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία που βιώνει η χώρα και η οικονομία της, ο ΣΕΒ απευθύνεται σε εσάς, εκφράζοντας την ενιαία φωνή και αγωνία της ελληνικής βιομηχανίας, προκειμένου η ΔEΗ να συμβάλει στη δημιουργία συνθηκών επιβίωσης των επιχειρήσεων.
Πιο συγκεκριμένα, μία σειρά γεγονότων μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Διοίκηση της ΔΕΗ, αντί να ενθαρρύνει τις διαπραγματεύσεις με τους μεγάλους πελάτες-καταναλωτές για τη σύναψη διμερών συμβολαίων με αυτούς, βασιζόμενη στο ρυθμιστικό πλαίσιο και τις υποδείξεις της ΡΑΕ και της Ε.Ε., επιλέγει να αποξενωθεί από το δικαίωμά της να ασκεί την εμπορική της πολιτική και παραπέμπει τις αποφάσεις σε όργανα, όπως η Γενική Συνέλευση των Μετόχων της.
Η πρακτική αυτή θεωρούμε ότι εγκυμονεί κινδύνους για τα μέλη μας-μεγάλους πελάτες σας, λόγω της ιδιότητας του βασικού μετόχου της ΔEΗ που είναι το Ελληνικό Κράτος ώστε να θεωρηθεί από κακόπιστους, ότι η τιμολογιακή πολιτική που εφαρμόζεται στους πελάτες αυτούς είναι αποτέλεσμα κρατικών αποφάσεων.
Η επιστολή αυτή απευθύνεται σε εσάς, όχι μόνο ως Εταιρεία-Παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας με τη συγκεκριμένη δεσπόζουσα θέση που κατέχετε στην αγορά ενέργειας, αλλά και ως Εταιρεία-Μέλος μας, προτρέποντάς σας να μελετήσετε και να προτείνετε μία τιμολογιακή πολιτική έναντι των μεγάλων βιομηχανικών καταναλωτών της ΔEΗ που:
1. να αντανακλά το κόστος μίας σύγχρονης και παραγωγικής ΔΕΗ ΔΕΗ -4,05%,
2. να λαμβάνει υπόψη τις ελαφρύνσεις του κόστους που απολαμβάνει η ίδια η ΔEΗ από ρυθμιστικές παρεμβάσεις που μεσολάβησαν (ΑΔΙ κ.λπ.) και τη δραματική μείωση των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, και
3. να έχει την ευελιξία της διαπραγμάτευσης με τους μεγάλους πελάτες της που ο καθένας του έχει διαφορετικό καταναλωτικό προφίλ.
Θέση του ΣΕΒ είναι ότι η τιμολογιακή πολιτική της ΔEΗ πρέπει να προσδιορίζεται και από τη σχέση προμηθευτή-πελάτη και όχι μόνο από κανονιστικές διατάξεις, όπως π.χ. Ευρωπαϊκές Οδηγίες που έχουν θεσπιστεί για να ενισχυθούν παραγωγικοί κλάδοι της Ευρώπης ώστε να αντέξουν στον διεθνή ανταγωνισμό.
Μία τέτοια πολιτική από την πλευρά σας θα ήταν απολύτως εναρμονισμένη με τις αποφάσεις της Ε.Ε. και της ΡΑΕ και θα συνεισέφερε στην εξεύρεση επωφελών λύσεων για όλα τα μέρη. Πρωτίστως όμως, θα συνεισέφερε στο να μη δημιουργούνται εντυπώσεις ότι η τιμολογιακή σας πολιτική λειτουργεί με τη λογική "take it or leave if, υποχρεώνοντας βιομηχανικές εγκαταστάσεις της χώρας να τελούν υπό την απειλή του αφανισμού αν διακοπεί η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος».