Σημάδια βελτίωσης ως προς την ανταγωνιστικότητά της κατέγραψε η Ελλάδα το 2014, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Δείκτη Ανταγωνιστικότητας Ταλέντων (GTCI), ο οποίος μετρά την ανταγωνιστικότητα μιας χώρας με βάση την ποιότητα του ταλέντου που μπορεί αυτή να αναδείξει, να προσελκύσει και να διατηρήσει.
Πιο συγκεκριμένα, η δεύτερη έκδοση του δείκτη GTCI τοποθετεί στην κορυφή της κατάταξης την Ελβετία. Ακολουθούν η Σιγκαπούρη και το Λουξεμβούργο στη δεύτερη και τρίτη θέση αντίστοιχα, ενώ η Ελλάδα κατατάχτηκε στην 50η θέση του παγκόσμιου καταλόγου μεταξύ 93 χωρών, έξι θέσεις πιο πάνω σε σύγκριση με τη θέση που κατείχε στον αντίστοιχο δείκτη του 2013 (56η θέση).
Σχολιάζοντας τη μελέτη που αφορά στο 2014 ο Ilian Mihov, Πρύτανης του INSEAD, επεσήμανε: «Ζούμε σε έναν κόσμο όπου το ταλέντο έχει γίνει η βασική παράμετρος της ανταγωνιστικότητας – τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και τις εθνικές οικονομίες. Ωστόσο, υπάρχει μια ολοένα και μεγαλύτερη αναντιστοιχία ανάμεσα στα εκπαιδευτικά συστήματα και τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Οι επιχειρήσεις και οι κυβερνήσεις χρειάζονται ηγέτες και επιχειρηματίες, που να είναι εξοπλισμένοι με δεξιότητες, οι οποίες θα βοηθήσουν τις επιχειρήσεις και τις χώρες τους να ευδοκιμήσουν στην οικονομία της Παγκόσμιας Γνώσης. Για τη λήψη των σωστών αποφάσεων σε ένα όλο και πιο σύνθετο περιβάλλον, οι δείκτες και οι μετρήσεις που προσφέρει ο GTCI καθίστανται απαραίτητα εργαλεία».
Υπογραμμίζοντας τη σημασία της κατάρτισης με βάση τις ανάγκες της αγοράς εργασίας για την ανάπτυξη ταλέντων, ο Patrick De Maeseneire, CEO του Ομίλου Adecco, σημείωσε: «Η αναντιστοιχία των ταλέντων είναι εντυπωσιακή: παρά το γεγονός ότι 33 εκατομμύρια άνθρωποι ψάχνουν για μια θέση εργασίας στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, πάνω από 8 εκατομμύρια θέσεις παραμένουν κενές. Εν τω μεταξύ, το ποσοστό ανεργίας στους νέους εξακολουθεί να ξεπερνά το 50% σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες. Η προσπάθεια για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι ζωτικής σημασίας για τη δημιουργία θέσεων εργασίας στην Ευρώπη και για την τόνωση της οικονομίας. Οι κυβερνήσεις και οι εταιρείες όπως η δική μας πρέπει να εργαστούν μαζί προκειμένου να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον, όπου οι πρώτες εμπειρίες εργασίας, η εκπαίδευση και η μαθητεία θα προετοιμάζουν καλύτερα τους νέους για τις ανάγκες των εταιρειών».
Ο Κωνσταντίνος Μυλωνάς, Γενικός Διευθυντής της Adecco Ελλάδας, σχολίασε σε σχέση με τα αποτελέσματα της μελέτης: «Είναι αρκετά θετικό το γεγονός ότι η Ελλάδα παρουσιάζει σημάδια βελτίωσης αναφορικά με την ανταγωνιστικότητά της ως προς τα ταλέντα που αναδεικνύει, προσελκύει και διατηρεί. Φέτος, κατατάσσεται στην 50η θέση μεταξύ των 93 χωρών της έρευνας, ανεβαίνοντας έξι θέσεις συγκριτικά με το 2013 και σημειώνοντας σημαντική βελτίωση στην πλειοψηφία των κατηγοριών αξιολόγησης. Παρόλα αυτά, τα υψηλά ποσοστά ανεργίας στη χώρα μας υπογραμμίζουν την ολοένα αυξανόμενη ανάγκη για σωστή διαχείριση των ταλέντων μας».
Σημειώνεται ότι ο Παγκόσμιο Δείκτη Ανταγωνιστικότητας Ταλέντων (GTCI) είναι προϊόν συνεργασίας επιχειρηματικών, κυβερνητικών και ακαδημαϊκών φορέων –INSEAD, Human Capital Leadership Institute of Singapore (HCLI) και Adecco Group-. Ο δείκτης GTCI αξιολογεί την κάθε χώρα σε έξι διαφορετικούς πυλώνες: 1. Ενεργοποίηση ταλέντου, 2. Προσέλκυση ταλέντου, 3. Ανάπτυξη ταλέντου, 4. Διατήρηση ταλέντου, 5. Επαγγελματικές και τεχνικές δεξιότητες και 6. Δεξιότητες που άπτονται της Παγκόσμιας Γνώσης. Από τους πυλώνες αυτούς προκύπτουν συνολικά 65 τομείς αξιολόγησης. Ο δείκτης GTCI 2014 καλύπτει 93 χώρες όλων των επιπέδων εισοδήματος και ανάπτυξης.